Διαβήτης κύησης και διατροφή

2018-01-16Άρθρα

Ο σακχαρώδης διαβήτης κύησης είναι ο διαβήτης που εμφανίζεται στην εγκυμοσύνη, και όπως γίνεται με τους άλλους τύπους διαβήτη (Ι & ΙΙ) έτσι και σε αυτόν τον τύπο δεν ελέγχονται σωστά τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα της εγκύου με επιπτώσεις για την υγεία της ίδιας και του εμβρύου (μακροσωμία, συγγενείς δυσπλασίες, θνησιγένεια, νεογνικός θάνατος). 

Ο διαβήτης κύησης εμφανίζεται στο τέλος του δεύτερου ή στο 3ο τρίμηνο κύησης. Μετά το πέρας της εγκυμοσύνης ο διαβήτης κυησης παύει να υφίσταται, αλλά οι πιθανότητες για εμφάνιση διαβήτη τύπου 2 είναι αυξημένες. Για το λόγο αυτό, γυναίκες με ιστορικό διαβήτη κύησης θα πρέπει να βρίσκονται σε εγρήγορση και να ελέγχουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα τους.

Αν και ο διαβήτης κύησης δεν έχει εμφανή συμπτώματα, κατά τον περιγεννητικό έλεγχο γίνονται και οι απαραίτητες εξετάσεις. Παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση διαβήτη κύησης είναι η ηλικία άνω των 25 ετών, η μη-Καυκάσια εθνικότητα, το οικογενειακό αλλά και προσωπικό ιστορικό διαβήτη, και το υπερβάλλον σωματικό βάρος (ΔΜΣ>30 kg/m2). 

Παράλληλα, διπλάσιος προς τριπλάσιος είναι ο κίνδυνος για συγγενείς δυσπλασίες σε γυναίκες με διαβήτη τύπου 1 και 2, γεγονός που σχετίζεται με την υπεργλυκαιμία. Επομένως, ο έλεγχος των επιπέδων σακχάρου στο αίμα είναι απαραίτητος σε γυναίκες αναπαρωγικής ηλικίας, καθώς ενδέχεται να εμφανίζουν διαβήτη τύπου 2 ή προ-διαβήτη χωρίς να το γνωρίζουν.

Αναφορικά με την πρόληψη, η βελτίωση του τρόπου ζωής με υγιεινή διατροφή, τακτική άσκηση και απώλεια βάρους πριν την εγκυμοσύνη παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο!

Σε γυναίκες με διαβήτη κύησης και πάλι η βελτίωση του τρόπου ζωής (υγιιενή διατροφή και  30 λεπτά/ημέρα άσκηση σε εγκυμόσύνη χωρίς επιπλοκές) φαίνεται να αρκεί για τον γλυκαιμικό έλεγχο στο 80-90% των γυναικών. Αν ο στόχος δεν επιτευχθεί τότε αντιδιαβητικά σκευάσματα, όπως η μετφορμίνη, πρέπει να χορηγηθούν. Σε περίπτωση που και πάλι δεν επιτυγχάνεται ευγλυκαιμία, τότε χορηγείται ινσουλίνη. Παύση της φαρμακευτικής αγωγής γίνεται αμέσως μετά τον τοκετό.

Όσον αφορά την διατροφή είναι απαραίτητη η προσκόλληση σε μια υγιεινή διατροφή, με στόχο το γλυκαιμικό έλεγχο, την παροχή όλων των απαραίτητων μάκρο- και μικρο-θρεπτικών συσυτατικών, καθώς και την περιορισμένη πρόσληψη βάρους. Για γυναίκες με φυσιολογικό βάρος (ΔΜΣ 18,5 έως 24,9 kg/m2) συστήνεται η πρόσληψη βάρους 11-16 κιλά, ενώ για γυναίκες με ΔΜΣ 25-30 kg/m2 συστήνεται η πρόσληψη βάρους  7-11 κιλά και για γυναίκες με ΔΜΣ πάνω από 30 συστήνεται η πρόσληψη βάρους 5-9 κιλά.

Πιο αναλυτικά για τη διατροφή, πρέπει να είναι επαρκής σε θερμίδες και θρεπτικά συστατικά για την έγκυο και το έμβρυο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η έγκυος τρώει για δύο! Οι οδηγίες για τη διατροφή της εγκύου με διαβήτη κύησης δεν διαφέρουν σε σχέση με τις οδηγίες για τους υγιείς. Βαρύτητα πρέπει να δοθεί στην ποιότητα των λιπαρών, με αποφυγή τρανς λιπαρών, μειωμένη πρόσληψη κορεσμένων (πχ. βούτυρο, αλλαντικά, λίπος κρέατος) και αυξημένη πρόλσηψη ακόρεστων λιπαρών (πχ. ψάρι, ελαιόλαδο, ξηροί καρποί, αβοκάντο). Επιπλέον, ο έλεγχος των επιπέδων γλυκόζης είναι απαραίτητος για την αποφυγή επιπλοκών του διαβήτη κύησης στην υγεία του εμβρύου. Οι υδατάνθρακες (πχ. ψωμί, ρύζι, πατάτες, ζυμαρικά, γαλακτοκομικά, φρούτα) πρέπει να διανέμονται σε όλα τα γεύματα και σνακ της ημέρας, με έμφαση σε τρόφιμα χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη και τρόφιμα πλούσια σε φυτικές ίνες (τουλάχιστον 25 γρ την ημέρα). 

Τα ποσοστά διαβήτη κύησης αυξάνονται, όπως και τα ποσοστά διαβήτη τύπου 2. Ο έλεγχος του προυπάρχοντος διαβήτη και του διαβήτη κύησης είναι απαραίτητος για θετική έκβαση της εγκυμοσύνης. Η βελτίωση του τρόπου ζωής αρκεί στην πλειοψηφεία των περιπτώσεων  για να επιτευχθεί ο γλυκαιμικός έλεγχος, με μια επαρκή και υγιεινή διατροφή και τακτική άσκηση. Μετά τον τοκετό παύει να υφίσταται ο διαβήτης κύησης, ενώ συστήνεται ο θηλασμός και η συνέχιση του βελτιωμένου τρόπου ζωής για σταδιακή απώλεια βάρους.