Brownies γλυκοπατάτας
When life gives you sweet potatoes... you make sweet potato brownies
Αν έχεις μια γλυκοπατάτα, μπορείς να φτιάξεις, brownies γλυκοπατάτας με 5 υλικά! Ιδανικά για vegan και για όσους νηστεύουν!
Εγώ τα έψησα σε στρογγυλο ταψάκι. Θυμίζουν την υφή υγρού κέικ σοκολάτας!
Υλικά:
- 1 φλιτζάνι πουρέ γλυκοπατάτας
- 1/2 φλιτζάνι ταχίνι ή φυστικοβούτυρο
- 1/4 φλιτζάνι κακάο
- 2 κ.σ. μέλι ή σιρόπι (για τους vegan)
- 1/3- 1/2 φλιτζάνι σταγόνες σοκολάτας
Εκτέλεση:
1. Αναμειξτε όλα τα υλικά μαζί σε ένα μπλέντερ. Στο τέλος προσθέστε τις σταγόνες σοκολάτας.
2. Ρίξτε το μίγμα σε ένα ταψάκι με αντικολλητικο χαρτί και ψήστε για 20 λεπτά σε προθερμασμένο φούρνο στους 180 βαθμούς Κελσίου.
Καλή απόλαυση!
Ζωική vs Φυτική Πρωτεϊνη: Ποιά μας χορταίνει περισσότερο;
Η πρωτεΐνη είναι το μακροθρεπτικό συστατικό που μας χορταίνει περισσότερο. Χορταίνουμε όμως περισσότερο με φυτικές ή ζωικές πρωτεΐνες; Στο ερώτημα αυτό έχουν προσπαθήσει να απαντήσουν ορισμένοι ερευνητές.
Μια μελέτη που [1] ερεύνησε σε 35 υγιείς άνδρες πώς ένα γεύμα-πηγή φυτικής πρωτεΐνης επηρεάζει την ενεργειακή πρόσληψη και τομείς της όρεξης (πείνα, κορεσμός, αίσθηση πληρότητας, μετέπειτα κατανάλωση τροφής) σε σύγκριση με ένα γεύμα που περιέχει τις ίδιες θερμίδες, μακροθρεπτικά συστατικά και φυτικές ίνες, αλλά προέρχεται από ζωική πηγή πρωτεϊνης. Τόσο η ενεργειακή πρόσληψη όσο και οι τομείς της όρεξης δεν επηρεάστηκαν από τα διαφορετικά γεύματα! Δηλαδή, δεν είχε σημασία αν η πρωτεΐνη προέρχεται από φυτική ή ζωική πηγή!
Μια παρόμοια μελέτη [2] σύγκρινε την επίδραση στην όρεξη ενός γεύματος από μοσχάρι και ενός γεύματος με τις ίδιες θερμίδες, ίδια μακροθρεπτικά συστατικά & φυτικές ίνες, αλλά με πρωτεΐνη από σόγια. Οι συμμετέχοντες στη μελέτη αυτή ήταν 21 γυναίκες και άντρες με φυσιολογικό βάρος. Δεν υπήρξαν διαφορές στην πείνα, τον κορεσμό, και σε ορμονικούς παράγοντες που διέπουν την όρεξη μετά από πρόσληψη ίσης ποσότητας πρωτεϊνης από φυτική ή ζωική πηγή, όταν τα υπόλοιπα μακροθρεπτικά συστατικά παρέμειναν σταθερά!
Είστε vegan ή vegeterian και θέλετε να βεβαιωθείτε ότι ακολουθείτε μια πλήρη διατροφή; Κλείστε το ραντεβού σας εδώ!
Μια άλλη μελέτη [3], όμως, έδειξε διαφορετικά αποτελέσματα σε 43 άνδρες με φυσιολογικό βάρος. Τα γεύματα που μελετήθηκαν απέδιδαν τις ίδιες θερμίδες, και λίπος, και είχαν είτε Α. υψηλό ποσοστό πρωτεΐνης (από χοιρινό ή μοσχάρι) και λίγες φυτικές ίνες, είτε Β. υψηλό ποσοστό φυτικής πρωτεϊνης & αρκετές φυτικές ίνες, είτε Γ. χαμηλό ποσοστό πρωτεΐνης & μέτριες φυτικές ίνες. Το γεύμα που περιείχε υψηλό ποσοστό φυτικής πρωτεϊνης & αρκετές φυτικές ίνες (Β) οδήγησε σε μεγαλύτερο κορεσμό, λιγότερη πείνα και όρεξη, και χαμηλότερη μετέπειτα πρόσληψη τροφής σε σχέση με το γεύμα της ζωικής πρωτεΐνης (Α) και το γεύμα χαμηλής πρωτεΐνης φυτικής προέλευσης (Γ). Ιδιαιτερα εντυπωσιακό ήταν το εύρημα ότι το γεύμα φυτικής προέλευσης με χαμηλό ποσοστό πρωτεϊνης (Γ) ήταν τόσο χορταστικό όσο και το γεύμα ζωικής πρωτεΐνης με υψηλό ποσοστό πρωτεΐνης! Παρόμοια ήταν τα αποτελέσματα του άλλου σκέλους της προαναφερθείσας μελέτης [2] η οποία έδειξε οτι ένα γεύμα με μοσχάρι που απέδιδε 24 γ πρωτεϊνης και 1γ φυτικών ινών είχε την ίδια επίδραση στους τομείς της όρεξης με ένα γεύμα σόγιας που απέδιδε 14 γ πρωτεϊνης και 5γ φυτικών ινών.
Τα δεδομένα των παραπάνω μελετών συνεπώς μας δείχνουν ότι η πηγή της πρωτεϊνης σε ένα γεύμα δεν παίζει ρόλο στους τομείς της πείνας, όταν τα υπόλοιπα μακροθρεπτικά συστατικά είναι τα ίδια, όμως η επίδραση των φυτικών ινών φαίνεται να είναι ιδιαίτερα σημαντική στον κορεσμό, όταν συγκρίνουμε γεύματα υψηλότερης και χαμηλότερης περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη!
Φυσικά, θα πρέπει να επισημανθεί οτι η όρεξη μας επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, ενώ οι παράπανω μελέτες δεν μεταφράζονται αυτόματα στην καθημερινότητα, καθώς διεξάγονται υπό ελεγχόμενες συνθήκες.
1. Protein from Meat or Vegetable Sources in Meals Matched for Fiber Content has Similar Effects on Subjective Appetite Sensations and Energy Intake—A Randomized Acute Cross-Over Meal Test Study
2. Consuming Beef vs. Soy Protein Has Little Effect on Appetite, Satiety, and Food Intake in Healthy Adults.
3. Meals based on vegetable protein sources (beans and peas) are more satiating than meals based on animal protein sources (veal and pork) – a randomized cross-over meal test study
Cookies με ψύλλιο, βρώμη, chia seeds, cranberries & καρύδια
Cookies με ψύλλιο, βρώμη, chia seeds, cranberries & πεκαν
Cookies με 5 γραμμάρια ψυλλίου το καθένα, ιδανικό για άτομα με δυσκοιλιότητα, και άτομα που θέλουν να αυξήσουν την πρόσληψη φυτικών ινών και ω-3 λιπαρών στην ημέρα τους.
Οι σπόροι chia, και τα καρύδια αποτελούν καλές πηγές ω-3 λιπαρών οξέων, ενώ η βρώμη και το psyllium husk είναι εξαιρετικές πηγές φυτικών ινών.
Μάθετε για την ευεργετική επίδραση του ψυλλίου στην γαστρεντερική και μεταβολική υγεία εδώ!
Τι θα χρειαστείτε για 12 cookies:
- 1/3 φλιτζανιού μέλι (ή σιρόπι σφενδάμου για άτομα που ακολουθούν vegan διατροφή ή τη low FODMAP diet)
- 1/3 φλιτζανιού φυστικοβούτυρο
- 12 κουταλιές γλυκού (70 γρ) ψύλλιο (psyllium husk)
- 2 κουταλιές σούπας σπόρους chia
- 1 φλιτζάνη νιφάδες βρώμης
- 1 βανιλίνη
- 1/2 φλιτζάνι cranberries
- 1/4 φλιτζανιού ψιλοκομμένα πεκάν (ή καρύδια)
Εκτέλεση:
- Σε ένα μικρό μπολ αναμείξτε καλά το μέλι/σιρόπι και το φυστικοβούτυρο (μπορείτε και να τα ζεστάνετε για να αναμειχθούν καλύτερα)
- Σε ένα μπολ αναμείξτε όλα τα υπόλοιπα υλικά καλά
- Αναμείξτε το μίγμα με το μέλι και το φυστικοβούτυρο στο μπολ με τα υπόλοιπα υλικά και ανακατέψτε καλα.
- Σχηματίστε 12 μπαλάκια και πατήστε τα να γίνουν μπισκότα.
- Αφήστε τα μπισκότα για 45 λεπτά στην κατάψυξη να δέσουν, και μεταφέρετέ τα ύστερα σε αεροστεγές δοχείο στο ψυγείο.
Καλή απόλαυση!
Σημειώσεις:
- Θυμηθείτε να πιείτε και 1 ποτήρι υγρών (πχ. νερό, τσάι, καφέ) με κάθε μπισκότο.
- Η συνταγή είναι καλή και για άτομα που ακολουθούν τη low FODMAP diet λόγω Συνδρόμου Ευερέθιστου Εντέρου. Τα cranberries είναι low FODMAP μέχρι την ποσότητα των 9 γραμμαρίων.
Πόσες θερμίδες έχει ένα κουταλάκι ζάχαρη;
Η ζάχαρη αποτελεί ένα από τα πλέον δαιμονοποιημένα τρόφιμα, με πολλούς να θεωρούν οτι είναι άκρως “παχυντική”. Η πραγματικότητα βέβαια είναι κάπως διαφορετική.
Ας ξεκινήσουμε με τον ορισμό της ζάχαρης. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας τα ελεύθερα σάκχαρα (ζάχαρη) είναι “Όλοι οι μονοσακχαρίτες και δισακχαρίτες που προστίθενται στα τρόφιμα από τον παρασκευαστή, τον μάγειρα ή τον καταναλωτή, καθώς και τα σάκχαρα που βρίσκονται φυσικά στο μέλι, τα σιρόπια και τους χυμούς φρούτων”. Ο ορισμός αυτός αποκλείει τα φυσικά απαντώμενα σάκχαρα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών και των σακχάρων που βρίσκονται στην κυτταρική δομή των τροφών (πχ. σιτηρά, φρούτα & λαχανικά).
Ένα κουταλάκι του γλυκού λευκή κρυσταλλική ζάχαρη, γύρω στα 4 γραμμάρια προσδίδει 16 θερμίδες, οι οποίες προέρχονται αποκλειστικά από υδατάνθρακες (σάκχαρα), ενώ ουσιαστικά δεν περιέχει άλλα θρεπτικα συστατικά. Το ίδιο ισχύει και για άλλα σάκχαρα, όπως η φρουκτόζη, η καστανή, η ακατέργαστη ζάχαρη, το μέλι και άλλα σιρόπια.
Σε ορισμένα σιρόπια υπάρχουν και άλλα θρεπτικά συστατικά, συνήθως σε αμελητέες ποσότητες, με εξαίρεση τη μελασσα η οποία περιέχει Σίδηρο, βιταμίνη Β6 και Ασβέστιο, ενώ το μέλι περιέχει και βιοδραστικές ουσίες. Φυσικά, δεν βασιζόμαστε σε αυτά τα τρόφιμα για να λάβουμε μεγάλη ποσότητα μικροθρεπτικών συστατικών, καθώς αυτο θα σήμαινε και την υπερκατανάλωσή τους!
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, συστήνει να μην ξεπερνά η κατανάλωση ελευθέρων σακχάρων το 10% της ημερήσιας πρόσληψης ελευθέρων σακχάρων ενώ η επιπλέον μείωση στο 5% έχει επιπρόσθετα οφέλη για την υγεία. Αυτό δηλαδή σημαίνει οτι δεν χρειάζεται να αποκλείσουμε όλα τα ελευθερα σάκχαρα από τη διατροφή μας, αλλά να τα έχουμε σε περιορισμένη ποσότητα, καθώς η υπερκατανάλωση της ζάχαρης (όλων των ελευθέρων σακχάρων) είναι εκείνη που σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για υπερβάλλον σωματικό βάρος και χρόνιες νόσους, και χαμηλής ποιότητας διατροφή.
Στην πράξη, δεν είναι τόσο η ζάχαρη που προστίθεται στον καφέ μας που αποτελεί ζήτημα, αλλά η ζάχαρη που βρίσκεται στα αναψυκτικά, τους χυμούς και άλλα ροφήματα, στα γλυκίσματα, τα δημητριακά πρωινού και τα σνακ που καταναλώνουμε σε τακτική βάση.
Συνεπώς, αναφορικά με τη ζάχαρη, η σύσταση για μείωση της πρόσληψής της δεν έχει να κάνει με το θερμιδικό της περιεχόμενο, αλλά με την έλλειψη θρεπτικών συστατικών, και την εύκολη υπερκατανάλωσή της μέσω τροφίμων που επίσης δεν είναι ιδιαίτερα θρεπτικά.
Πηγές: