Φυτικές ίνες: Γιατί είναι τόσο σημαντικές & ποιά η επίδρασή τους στην υγεία;
“The lifesaving food 90% aren’t eating enough of” (“Το τρόφιμο που σώζει ζωές και το 90% των ατόμων δεν καταναλώνει επαρκώς”) ήταν ο τίτλος ενός προσφατου άρθρου του BBC. Αν και τέτοιοι τίτλοι είναι επί τον πλείστον παραπλανητικοί, και τους βλέπουμε σε μη αξιόπιστες πηγές, όμως αυτή τη φορά, ο τίτλος δεν είναι παραπλανητικός!
Το εν λόγω τρόφιμο είναι οι φυτικές ίνες!
Οι φυτικές ίνες είναι υδατάνθρακες που δεν χρημιποιούνται από τον ανθρώπινο οργανισμό, αλλά αντιθέτως από τα βακτήρια του εντέρου, ώντας η τροφή τους. Ο Τα προϊόντα του μεταβολισμού των φυτικών ινώ απο τα βακτήρια είναι και τα λιπαρά οξέα μικρής αλύσου και άλλες ενώσεις σημαντικές για την υγεία μας (πχ. προστασία από καρκίνο του παχέος εντέρου). Τα όσπρια, τα δημητριακά, οι σπόροι, τα φρούτα και τα λαχανικά αποτελούν εξαιρετικές πηγές φυτικών ινών.
Η έρευνα έχει δείξει ότι η κατανάλωση προιόντων ολικής άλεσης βοηθάει στην μείωση του κινδύνου για εμφάνιση ασθενειών, όπως τον καρκίνο του πεπτικού συστήματος, και τα καρδιαγγειακά, ενώ βοηθούν στην αποφυγή της απότομης ανόδου της γλυκόζης του αίματος μετά το γεύμα. Μάλιστα, διαβητικοί που ακολουθούν διατροδή υψηλή σε φυτικές ίνες χρειάζονται λιγότερη ινσουλίνη από αυτούς που δεν καταναλώνουν αρκετές φυτικές ίνες. Επιπλέον, επιφέρουν γρηγορότερο κορεσμό, γεγονός που συμβάλλει στον έλεγχο του σωματικού βάρους.
Νέα μετα-ανάλυση που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό the Lancet αναδυκεικνύει την σημαντικότητα των φυτικών ινών για την υγεία μας. Συγκεκριμένα, άτομα που καταναλώνουν υψηλή ποσότητα φυτικών ινών και προϊόντων ολικής άλεσης βρίσκονται σε χαμηλότερο κίνδυνο για χρόνιες νόσους, σε σχέση με εκείνους που καταναλώνουν μικρότερες ποσότητηες. Αναλυτικά, παρατηρήθηκε 15-30% μείωση στην θνησιμότητα και την θνησιμότητα λόγω καρδιαγγειακών στα άτομα που καταναλώνουν την υψηλότερη ποσότητα φυτικών ινών, σε σχέση με τα άτομα που καταναλώνουν τη χαμηλότερη ποσότητα φυτικών ινών! Παράλληλα, η κατανάλωση τροφίμων πλούσιων σε φυτικές ίνες μειώνει την εμφάνιση στεφανιαίας νόσου, εγκεφαλικού, διαβήτη τύπου 2 και καρκίνου του παχέος εντέρου κατά 16-24%.
Επιπλέον, αυξημένη κατανάλωση φυτικών ινών σχετίστηκε με χαμηλότερο σωματικό βάρος, και χοληστερόλη σε σχέση με χαμηλή κατανάλωση φυτικών ινών! Για κάθε αύξηση κατά 8 γραμμάρια φυτικών ινών/ ημέρα, η θνησιμότητα και η εμφάνιση στεφανιαίας νόσου, διαβήτη τύπου 2, και καρκίνου του παχέος εντέρου μειώθηκαν κατά 5-27%, ενώ για κάθε 15 γραμμάρια αύξηση σε κατανάλωση προϊόντων ολικής άλεσης οι παραπάνω νόσοι μειώθηκαν κατά 2-19%. Μπορούμε να “γλιτώσουμε” 26 θανάτους ανά 1.000 ανθρώπους με αυξημένη κατανάλωση προϊόντων ολικής άλεσης!
Συστήνεται να καταναλώνουμε περί τα 25-30 γρ φυτικών ινών ημερησίως! Η παραπάνω μετα-ανάλυση έδειξε ότι 29 γραμμάρια φυτικών ινών την ημέρα είναι αρκετά, αλλά ακόμη υψηλότερη πρόσληψη ενδέχεται να έχει επιπρόσθετα οφέλη!
Πώς θα το καταφέρουμε;
1. Διαλέγουμε προϊόντα ολικής άλεσης! Πλέον τα προιόντα ολικής άλεσης είναι πολύ πιο γευστικά, σε σχέση με μερικά χρόνια πριν, ενώ είναι πιο θρεπτικά και χορταστικά, σε σχέση με προϊόντα μη-ολικής άλεσης.
2. Τρώμε φρούτα σαν σνακ, και τα προσθέτουμε σε σαλάτες και γεύματα (πχ. γιαούρτι/γάλα με δημητριακά και φρούτα)
3. Τρώμε σαλάτα σε κάθε κύριο γεύμα, και προσθέτουμε έξτρα λαχανικά σε σάλτσες και σούπες
4. Βάζουμε τα όσπρια & τα λαδερά στο πρόγραμμά μας, σε εβδομαδιαία βάση. Οι συνταγές με όσπρια έχουν αυξηθεί το τελευταίο διάστημα, χάρη στην αύξηση των vegeterian και vegan!
Οι φυτικές ίνες λοιπόν είναι από τα σημαντικότερα θρεπτικά συστατικά που δυστυχώς πολλοί δεν λαμβάνουν σε επαρκείς ποσότητες! Μάλιστα, χάρη σε ακραίες δίαιτες, όπως πρωτεϊνικές χαμηλών υδατανθράκων (keto, Atkins κ.α.) πολλοί λαμβάνουν ελάχιστες εως μηδαμηνές ποσότητες φυτικών ινών, γεγονός που έχει αρνητική επίδραση στην υγεία ποικιλοτρόπως!
Πώς να καταναλώσω με σύνεση τα γλυκά των γιορτών;
Γιορτές και ποικιλία δελεαστικών γλυκών είναι έννοιες ταυτόσημες! Ένα πρότυπο υγιεινής διατροφής δεν απαγορεύει καμία ομάδα τροφίμων (εκτός κι αν συντρέχουν ιατρικοί λόγοι), και, συνεπώς, η με μέτρο κατανάλωση γλυκών, δυνητικά, είναι εφικτή ως μέρος μιας υγιεινής διατροφής.
Αν και πολλές φορές τα γλυκά ενοχοποιούνται για την αύξηση του σωματικού βάρους ή για χρόνια νοσήματα- συμπεριλαμβανομένων των καρδιαγγειακών παθήσεων ή του σακχαρώδους διαβήτη τύπου ΙΙ- στην πραγματικότητα, όταν καταναλώνονται συνετά, δεν επηρεάζεται αρνητικά η σωματική υγεία ή το βάρος μας.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν το παραπάνω, προκύπτει το εύλογο ερώτημα: πώς καταφέρνουμε να απολαύσουμε τα γιορτινά γλυκά, χωρίς όμως, να παραβούμε το επιτρεπτό μέτρο;
Τα συμπεριλαμβάνουμε στη διατροφή μας.
Όταν απαγορεύουμε στον εαυτό μας την απόλαυση γλυκών το μυαλό μας δεν μπορεί να «διαφύγει» αυτής της έλλειψης και προσκολλάται σε αυτή, με αποτέλεσμα, εν τέλει, να ενδίδουμε και να προσλαμβάνουμε μεγαλύτερη ποσότητα, ώστε να κορεστεί η μεγάλη μας επιθυμία για γλυκό. Αν, επομένως, δίνουμε στον εαυτό μας την ευκαιρία για γλυκό «άνευ όρων» -όχι όμως «άνευ ορίων»- , η επιθυμία αυτή καταλαγιάζει σε σημαντικό βαθμό.
Κατ’ επέκταση, τα γλυκά μπορούν να αποτελέσουν μέρος της διατροφής μας, ακόμη κι αν επιθυμούμε να χάσουμε βάρος. Αυτό είναι εφικτό βάζοντας μικρότερες μερίδες στο γεύμα μας -συνοδευόμενο με μεγάλη σαλάτα- ή προγραμματίζοντας περισσότερη άσκηση (ακόμη κι αν πρόκειται για έναν περίπατο για χριστουγεννιάτικα ψώνια).
Θέλουμε πραγματικά να φάμε γλυκό;
Συχνά συγχέουμε το αίσθημα πείνας, που αποτελεί φυσιολογικό μηχανισμό του σώματος ειδοποιώντας ότι είναι ώρα για το επόμενο γεύμα/σνακ, με τη λιγούρα, την έντονη επιθυμία για γλυκό ή αλμυρό σνακ που διαρκεί για περίπου 10 λεπτά. Όταν πεινάμε, είναι σαφώς προτιμητέο να φάμε ένα θρεπτικό και χορταστικό γεύμα ή σνακ, ενώ, όταν αισθανόμαστε λιγούρα, μπορούμε να απασχοληθούμε με κάτι για λίγα λεπτά, όπως ένα τηλεφώνημα σε φίλο/η ή μια εργασία του σπιτιού, και το αίσθημα λιγούρας θα περάσει.
Άλλες φορές, πάλι, χρησιμοποιούμε τα γλυκά ως επιβράβευση, ως αγχολυτικό, ως τρόπο χαλάρωσης ή και ξεκούρασης. Το φαγητό, όμως, δεν μπορεί να επιλύσει, μαγικά, ενδεχόμενα προβλήματα που προκύπτουν. Είναι αναγκαίο να εστιάσουμε στο πρόβλημα που μας απασχολεί, να μετριάσουμε την έντασή του, παρά να προσπαθήσουμε να το βάλουμε, προσωρινά, στην άκρη. Επίσης, ως επιβράβευση μπορούμε να βρεθούμε με φίλους ή να αγοράσουμε ένα μικρό δωράκι στον εαυτό μας -που δεν τρώγεται-.
Επιλέγουμε το γλυκό που μας αρέσει πραγματικά.
Είναι βέλτιστο να είμαστε επιλεκτικοί με τα γλυκά που επιλέγουμε να καταναλώνουμε, εφόσον τα καταναλώνουμε για απόλαυση, κι όχι εξαιτίας της διατροφικής τους αξίας. Εάν μας προσφέρεται οποιοδήποτε γλυκό που –κατά περίπτωση- δεν μας ελκύει τόσο ή δεν θέλουμε να φάμε γλυκό εκείνη τη στιγμή, μπορούμε να αρνηθούμε ευγενικά, λέγοντας ότι θα κεραστούμε σε λίγο.
Προτιμάμε να καταναλώνουμε τα γλυκά με γεμάτο στομάχι.
Τα γλυκά δεν χορταίνουν ούτε προσφέρουν τα θρεπτικά συστατικά που έχει ανάγκη το σώμα μας. Σε περίπτωση που καταναλώσουμε γλυκό, ενώ πεινάμε ή αντί φαγητού, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να προσλάβουμε μεγαλύτερη ποσότητα γλυκού, ώστε να νιώσουμε κορεσμό. Γι’ αυτό το λόγο είναι απαραίτητο να θρέψουμε πρώτα στο σώμα μας με τα απαραίτητα θρετπικά συστατικά, ώστε να λειτουργεί σωστά, και μετά να απολαύσουμε το αγαπημένο μας γλυκό.
Τρώμε συνειδητά και απολαμβάνουμε πραγματικά το γλυκό μας.
Οι γρήγοροι ρυθμοί της καθημερινότητας μας οδηγούν στην ασυναίσθητη κατανάλωση τροφίμων. Πόσες φορές δεν έχουμε καταναλώσει ολόκληρη μερίδα φαγητού ή γλυκού, χωρίς να το αντιληφθούμε;
Όταν επιθυμούμε ένα γλυκό, ας πάρουμε μια μερίδα από αγαπημένο μας γλυκό, κι ας την απολαύσουμε τρώγοντας σε ένα ήρεμο περιβάλλον τρώγοντας μικρές μπουκιές και αργά, ούτως ώστε να απολαύσουμε τη γεύση, την υφή, τη θερμοκρασία αλλά και τα συστατικά του γλυκού. Γενικότερα τρώγοντας συνειδητά απολαμβάνουμε το γλυκό μας, οπότε και καταλαβαίνουμε ότι δεν θέλουμε και δεύτερη μερίδα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ικανοποιημένοι από τη μερίδα που φάγαμε μειώνουμε την πιθανότητα να βγούμε εκτός ορίων με τα γλυκά.
Τοποθετούμε τα γλυκά σε σημείο που δεν είναι ορατό και εύκολα προσβάσιμο.
Ένα ξένο ρητό λέει: “Out of sight, out of mind”, που σημαίνει: εκτός οπτικού πεδίου, εκτός μυαλού”.
Η κατανάλωση γλυκών -ειδικά την περίοδο των γιορτών- γίνεται λόγω συνήθειας ή λιγούρας, μιας που τα έχουμε σε προσβάσιμο σημείο, σχεδόν διάσπαρτα σε όλο το σπίτι. Η έρευνα καταδεικνύει ότι, όταν τοποθετούμε λιχουδιές σε ορατό σημείο, τότε αυξάνεται η πιθανότητα να τις καταναλώσουμε, και μάλιστα σε ποσότητα. Ενδείκνυται να τοποθετούμε τα γλυκά σε ντουλάπι που δεν ανοίγουμε συχνά, έτσι ώστε να μειώνουμε την πιθανότητα της υπερ-κατανάλωσής τους.
Μοιραζόμαστε τα γλυκά με φίλους και ανθρώπους που έχουν ανάγκη.
Η ύπαρξη ποικιλίας αλλά και ποσότητας γλυκών στο σπίτι συνιστά αναμφίβολα πειρασμό. Προτιμότερο είναι να κρατάμε μικρή ποσότητα στο σπίτι και τα υπόλοιπα να τα διαμοιράζουμε σε φίλους και συγγενείς ή σε άτομα που έχουν ανάγκη από μικρές πράξεις καλοσύνης. Ορφανοτροφεία, γηροκομεία και άλλα ιδρύματα είναι κάποια εξ αυτών που έχουν ανάγκη τέτοιων χειρονομιών.
Εν κατακλείδι, αν και εστιάζουμε στα εποχικά εδέσματα, οι γιορτές είναι ένα εφαλτήριο να περάσουμε ποιοτικότερο χρόνο με την οικογένεια και τους φίλους μας. Ας απολαύσουμε τα αγαπημένα μας γλυκά, χωρίς να θέτουμε άσκοπους και ανέφικτους περιορισμούς, αλλά συνειδητά και, αφού πρώτιστα έχουμε καλύψει τις ανάγκες του σώματός μας σε απαραίτητα θρεπτικά συστατικά.
Η ομάδα αίματός μας επηρεάζει τη διατροφή που πρέπει να ακολουθήσουμε;
Τις προάλλες έγινε αναφορά σε μια εκπομπή στην δίαιτα ανάλογα με την ομάδα αίματος ή αλλιώς Blood Type Diet. Η δίαιτα αυτή αποτελεί για φέτος τη #1 δίαιτα προς αποφυγή σύμφωνα με τον British Dietetic Association.
Σύμφωνα με τη θεωρία πίσω από δίαιτα αυτή ανάλογα με την ομάδα αίματος οι τροφές μεταβολίζονται διαφορετικά, και η προσκόλληση στη διατροφή που συστήνεται μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης χρόνιων νόσων. Φυσικά με τη δίαιτα αυτή συστήνονται και διάφορα συμπληρώματα διατροφής και φυτικά γιατροσόφια, καθώς και άσκηση, ανάλογα με την ομάδα αίματος.
H δίαιτα αυτή δεν υποστηρίζεται επιστημονικά, όπως είχε δείξει συστηματική ανασκόπιση της βιβλιογραφίας το 2013, ενώ οι συγγραφείς της ανασκόπισης ανέφεραν ότι για να υποστηρικτούν οι ισχυρισμοί θα πρέπει να γίνουν αντίστοιχες μελέτες που θα αναλύσουν την επίδραση των διαφορετικών διαιτών σε δείκτες υγείας.
Μια τέτοια μελέτη έγινε μετέπειτα, το 2014, με δεδομένα για τη διατροφή 1.455 συμμετεχόντων. Ενώ η προσκόλληση στις οδηγίες των διαιτών σχετίστηκε με καλές τιμές σε καρδιομεταβολικούς δείκτες, η σχέση αυτή δεν είχε να κάνει με την ομάδα αίματος. Δηλαδή, μπορεί να ακολουθήσει κάποιος μια από τις δίαιτες που συστήνονται σύμφωνα με την ομάδα αίματός του και να δει βελτίωση στις τιμές των τριγλυκεριδίων ή της αρτηριακής πίεσης, αλλά αυτή η βελτίωση δεν επέρχεται επειδή τρώει σύμφωνα με την ομάδα αίματος, αλλά επειδή κάνει καλύτερες επιλογές απ’ ότι πριν!
“Η φίλη μου έχασε πόσα κιλά με τη δίαιτα αυτή, όμως!”
Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για απώλεια βάρους πέρα από το αρνητικό ισοζύγιο ενέργειας!
Τα άτομα βλέπουν διαφορά στη ζυγαριά με τη δίαιτα αυτή, καθώς περιορίζονται οι επιλογές τους, άρα και οι θερμίδες που προσλαμβάνουν! Μάλιστα, σύμφωνα με τη διαιτολόγο Sian Porter για τον BDA, τη δίαιτα αυτή είναι δύσκολο να την ακολουθήσει κανείς, ακριβή και οδηγεί το άτομο σε κοινωνική απομόνωση, ενώ η αποφυγή ολόκληρων ομάδων τροφίμων δεν είναι ποτέ καλή ιδέα, και χρειάζεται διαιτολογική υποστήριξη όταν χρειάζεται κάποιος να αφαιρέσει ομάδες τροφίμων από τη διατροφή του.
Οι επιστημονικές δημοσιεύσεις της επιστημονικής μας ομάδας για το 2019
Ήταν τιμή μου, μαζί με τους επιστημονικούς συνεργάτες μου από Πανεπιστήμια της χώρας να εκπονίσουμε έξι μελέτες που δημοσιεύτηκαν σε διεθνώς αναγνωρισμένα επιστημονικά περιοδικά αυτή τη χρονιά, με αποτέλεσμα να βάλουμε και εμείς το λιθαράκι μας στην εξέλιξη της επιστήμης της διατροφής & διαιτολογίας.
Συγκεκριμένα, έχει δημοσιευτεί μια μελέτη για την δράση των cranberry στον καρκίνο, και μια μελέτη για την δράση των συμπληρωμάτων διατροφής σε ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση.
Ακόμη μια μελέτη δημοσιεύτηκε σχετικά με μια σοβαρή κατάσταση που πλήττει αθλητές, συνήθως αγωνισμάτων αντοχής, την υπονατριαιμία λόγω άσκησης.
Επίσης, δημοσιεύτηκε μια μελέτη για την σχέση των διατροφικών συνηθειών των παιδιών με τον Δείκτη Μάζας Σώματος και τη στοματική υγεία, ενώ στα πλαίσια της ίδιας διατριβής δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά μελέτη που αφορά την χρησιμότητα παραγόντων αποκάλυψης της οδοντικής πλάκας σε προγράμματα πρόληψης της στοματικής υγείας.
Τέλος, μια σημαντική μελέτη έχει δημοσιευτεί σχετικά με τις διατροφικές συνήθειες των φοιτητών και τη σχέση τους με την ψυχική υγεία και την ακαδημαϊκή πρόοδο.
Οι μελέτες παρατίθενται παρακάτω:
-Mantzorou M, Zarros A, Theocharis S, Pavlidou E, Giaginis C Cranberry as a Promising Natural Source of Potential Nutraceuticals with Anticancer Activity. Anticancer Agents Med Chem. 2019 Jul 4.
-Antonopoulou, M, Mantzorou, M, Serdari, A, Bonotis K, Vasios G, Pavlidou E, Trifonos C, Vadikolias K, Petridis D, Giaginis C. Evaluating Mediterranean diet adherence in university student populations: Does this dietary pattern affect students' academic performance and mental health? Int J Health Plann Mgmt. 2019; 1– 17. https://doi.org/10.1002/hpm.2881
-Tryfonos, C.; Mantzorou, M.; Fotiou, D.; Vrizas, M.; Vadikolias, K.; Pavlidou, E.; Giaginis, C. Dietary Supplements on Controlling Multiple Sclerosis Symptoms and Relapses: Current Clinical Evidence and Future Perspectives. Medicines 2019, 6, 95.
-Fasoulas A, Pavlidou E, Petridis D, Mantzorou M, Seroglou K and Giaginis C. Detection of dental plaque with disclosing agents in the context of preventive oral hygiene training programs Heliyon 5 (2019) e02064
-Fasoulas A, Pavlidou E, Petridis D, Mantzorou M, Seroglou K and Giaginis C. Eating Habits as a Common Risk Factor for Obesity and Oral Health Disorders in School Children. Austin J Nutri Food Sci. 2019; 7(7): 1129.
- Knechtle B, Chlíbková D, Papadopoulou S, Mantzorou M, Rosemann T, Nikolaidis PT. Exercise-Associated Hyponatremia in Endurance and Ultra-Endurance Performance-Aspects of Sex, Race Location, Ambient Temperature, Sports Discipline, and Length of Performance: A Narrative Review. Medicina (Kaunas). 2019 Aug 26;55(9). pii: E537. doi: 10.3390/medicina55090537.