Δύο μελέτες αναγνωρίστηκαν ως πιο "downloaded" μελέτες των περιοδικιών στα οποία δημοσιεύτηκαν!
Two of the studies of our scientific team are on the list of the most downloaded articles of the scientific journals in which they were published!
The first study was a literature review on the effects of the Mediterranean Diet on students' Mental Health & Academic Progress.
The second study was a literature review on the beneficial effects of curcumin on health and the treatment of chronic diseases.
Είναι η ζάχαρη εθιστική;
Είναι η ζαχαρη εθιστική;
Τις προάλλες εβλεπα μια σειρά στην τηλεόραση και ο ένας πρωταγωνιστής ρωτάει τον γιατρό της σειράς αν η ζαχαρη κανει κακό. Η απάντησή του ήταν ότι η ζάχαρη είναι 8 φορές πιο εθιστική από την κοκαΐνη!
Ισχύει κάτι τέτοιο; Είναι η ζάχαρη εθιστική; Υπάρχει εθισμόςστην τροφή;
Η ζάχαρη δεν φαίνεται να είναι εθιστική στον άνθρωπο. Ο γευστικότατος συνδυασμός ζάχαρης και λίπους, τον οποίο και απολαμβάνουμε πχ. σε γλυκά είναι σαν εθιστικός, όχι όμως εθιστικός! Άλλωστε, μπορούμε να φάμε με το κουτάλι την πραλίνα σοκολάτας, αλλά όχι την κρυσταλλική ζάχαρη!
Το σώμα μας είναι φτιαγμένο να επιβιωνει, και η τροφή είναι απαραίτητη για την επιβίωσή μας! Ο εγκέφαλός μας, μεσω νευροβιολογικών μηχανισμών, αποκρίνεται στην λήψη τροφής.
Έχει παρατηρηθεί επικάλυψη σε μηχανισμούς απόκρισης του εγκεφάλου μεταξύ τροφών και ψυχοτρόπων ουσιών, γεγονός που χρειάζεται διερεύνηση στον άνθρωπο. Ειδοποιός διαφορά όμως είναι οτι ο άνθρωπος δεν ζει χωρίς τροφή, και φυσιολογικές αποκρίσεις του εγκεφάλου στην τροφή είναι σημαντικές για τη διατήρηση του οργανισμού στη ζωή.
Επιπλέον, οι περισσότερες μελέτες που έχουν γίνει αναφορικά με τον εθισμό στην τροφή έχουν γίνει σε ζώα, γεγονός που σημαίνει οτι τα αποτελέσματα δεν μπορούν να μεταφραστούν αυτόματα στον άνθρωπο. Παράλληλα, υπάρχουν πολλά μεθοδολογικά προβλήματα στην μελέτη για την διερεύνηση του εθισμού στην τροφή για τον άνθρωπο.
Συνεπώς, μην ανησυχείτε! Η ζάχαρη δεν είναι 8 φορές πιο εθιστική από την κοκαΐνη, ή εθιστική γενικά.
Σίγουρα, όλοι μας επωφελούμαστε με το να καταναλώνουμε με μέτρο τα ελεύθερα σάκχαρα (μέλι, ζάχαρη, σιρόπια κ.α.), και να εστιάζουμε σε πιο υγιεινά πρότυπα διατροφής, όπως η Μεσογειακή Διατροφή!
Από τι τεστ θα περάσω πριν την απώλεια βάρους;
Τεστ δυσανεξίας και βιοσυντονισμού, τεστ DNA, τεστ ομάδας αίματος και άλλα τεστ καλούνται να περάσουν επίδοξοι διαιτώμενοι. Άραγε η απώλεια βάρους είναι τόσο δύσκολη και περίπλοκη; Πριν από αυτά τα τεστ δεν μπορούσαμε να χάσουμε βάρος, δεν μπορούσαμε να είμαστε υγιείς;
Κατά καιρούς ακούμε για τα παραπάνω τεστ, αλλά και άλλες δοκιμασίες, όπως η αποτοξίνωση, ότι είναι απαραίτητα πρι την έναρξη της απώλειας βάρους. Όμως, κανένα από αυτά τα τεστ δεν είναι απαραίτητα, ούτε συστήνονται για την απώλεια βάρους. Μάλιστα, ο Πανελλήνιος Σύλλογος Διαιτολόγων-Διατροφολόγων αναφέρει ότι “κανένα εμπορικό τεστ που κυκλοφορεί στην αγορά (τεστ δυσανεξίας, αλλεργίας, DNA, γενετική ανάλυση τροφιμών ή οποιοδήποτε άλλο) δεν αποτελεί αποτελεσματικό μέσο για την ελάττωση του σωματικού βάρους”.
Συγκεκριμένα, τα τεστ δυσανεξίας και βιοσυντονισμού δεν είναι επιστημονικώς τεκμηριωμένα, ενώ δεν συμβαδίζουν με τη φυσιολογία του σώματός μας. Δεν υπάρχουν τρόφιμα των οποίων η κατανάλωση θα μας οδηγήσει αυτόματα σε απώλεια βάρους, ενώ οι τροφικές αλλεργίες και δυσανεξίας ουδεμία σχέση έχουν με την απώλεια και την πρόσληψη βάρους. Η χρήση των τεστ δυσανεξίας και βιοσυντονισμού απαγορεύεται μέσω δύο σχετικών ΦΕΚ του Υπουργείου Υγείας, από το 2016.
Η ανάλυση του γενετικού υλικού, δηλαδή του DNA έχει κάνει μεγάλα άλματα τα τελευταία χρόνια. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι είμαστε σε θέση να δίνουμε συμβουλές διατροφής, ανάλογα με το DNA του κάθε ανθρώπου. Υπολογίζεται ότι μάλλον σε 15 χρόνια μπορεί να είμαστε στη θέση αυτή. Μάλιστα, τα εμπορικά τεστ DNA που γίνονται σήμερα αναλύουν μερικά από τα γονίδιά μας, και ερευνητές δεν συστήνουν τη χρήση τους. Επιπλέον, θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν πέρα από τα γονίδιά μας, και το περιβάλλον, δηλαδή τον τρόπος ζωής μας. Επιπλέον, στο σώμα μας ζουν και άλλοι μικροοργανισμοί, το μικροβίωμα του εντέρου! Παράλληλα, πρέπει να συμπεριλάβουμε και τα νέα δεδομένα της μεταβολομικής! Δηλαδή, το να γνωρίζουμε γονιδίωμά μας δεν αρκεί!
Υπάρχει κάποιο τεστ που πρέπει να περάσουμε πριν την έναρξη της προσπάθειας απώλειας βάρους;
Είναι πολύ σημαντικό πριν την επίσκεψη στον αδειούχο διαιτολόγο-διατροφολόγο να έχουμε κάνει αιματολογικές και άλλες σχετικές εξετάσεις, έτσι ώστε να διαγνωστεί τυχόν έλλειψη θρεπτικού συστατικού (πχ. έλλειψη Σιδήρου, βιταμινής D, βιταμίνης Β12 ) ή ασθένεια που σχετίζεται ή όχι με τη διατροφή (πχ. υποθυρεοειδισμός, προ-διαβήτης ή διαβήτης, δυσλιπιδαιμία ή καρδιαγγειακά νοσήματα).
Έτσι, ο διαιτολόγος-διατροφολόγος θα μπορέσει να βοηθήσει το άτομο να βελτιώσει μέσω της διατροφής, και ενδεχομένως με συμπληρώματα διατροφής (πχ. συμπλήρωμα Σιδήρου) τα επίπεδα των θρεπτικών συστατικών. Σε περίπτωση ασθένειας, ο διαιτολόγος-διατροφολόγος θα συστήσει τις απαραίτητες αλλαγές στη διατροφή, σύμφωνα με την έρευνα και τις οδηγίες που συστήνουν οργανισμοί υγείας, ανάλογα με την κάθε νόσο ή παράγοντα/ες κινδύνου για νοσήματα.
Συνεπώς, τα διάφορα τεστ που ακούμε πολλές φορές, ως μαγικές ή μοναδικές λύσεις για ανώδυνο και πληρως εξατομικευμένο αδυνάτισμα δεν συνάδουν με την πραγματικότητα. Τα χρήματα που θα δίνατε σε τέτοια τεστ μπορείτε να τα διαθέσετε σε φρούτα και λαχανικά, ή σε ένα όργανο γυμανστικής ή ακόμη και σε ένα ταξίδι για να εξερευνήσετε (περπατώντας) ένα νέο μέρος!
Pre-Pregnancy Excess Weight Association with Maternal Sociodemographic, Anthropometric and Lifestyle Factors and Maternal Perinatal Outcomes
Papandreou D, Mantzorou M, Tyrovolas S, Pavlidou E, Antasouras G, Psara E, Poulios E, Vasios GK, Giaginis C. Pre-Pregnancy Excess Weight Association with Maternal Sociodemographic, Anthropometric and Lifestyle Factors and Maternal Perinatal Outcomes. Nutrients. 2022; 14(18):3810. https://doi.org/10.3390/nu14183810
Background: Pre-pregnancy excess weight is an important factor for adverse maternal perinatal outcomes; however, data for Greek women remain limited. Therefore, the aim of the present work was to evaluate the relation between pre-pregnant weight status and sociodemographic, anthropometric and lifestyle factors and maternal perinatal outcomes. Methods: In the present cross-sectional study, 5133 healthy women were enrolled from nine different Greek regions after applying specific inclusion and exclusion criteria. Validated questionnaires were used to assess the sociodemographic characteristics and certain lifestyle factors of the study population. Anthropometric and clinical data were retrieved from medical history files of the women, including measured weight in the first weeks of pregnancy and right before delivery, and maternal perinatal outcomes. Women’s weights and heights were also measured 2–5 years postpartum by trained nutritionists. Non-adjusted and adjusted statistical analysis was performed to assess whether pre-pregnancy weight status was associated with sociodemographic, anthropometric and lifestyle factors and maternal perinatal outcomes. Results: In pre-pregnancy, 17.5% of the women were overweight, and 4.9% were classified as obese. These rates were increased 2–5 years postpartum, reaching 21.0% for overweight and 9.6% for obese women. Pre-pregnancy overweight/obesity were associated with older maternal age, higher prevalence of overweight/obesity at 2–5 years postpartum and nonexclusive breastfeeding, as well as increased rates for preterm birth and pregnancy-induced hypertension after multiple adjustments. Conclusions: Overweight and obesity rates were high among women of childbearing age in Greece. These findings highlight the urgent need for healthy lifestyle promotion and targeted obesity prevention and intervention schemes among women of reproductive age.
Το υπερβάλλον σωματικό βάρος πριν από την εγκυμοσύνη είναι ένας σημαντικός παράγοντας για τις δυσμενείς περιγεννητικές εκβάσεις για την μητέρας. Ωστόσο, τα στοιχεία για τις Ελληνίδες παραμένουν περιορισμένα. Ως εκ τούτου, ο στόχος της παρούσας μελέτης ήταν να αξιολογήσει τη σχέση μεταξύ της κατάστασης βάρους πριν την εγκυμοσύνη και των κοινωνικοδημογραφικών, ανθρωπομετρικών παραγόντων και παραγόντων τρόπου ζωής και των μητρικών περιγεννητικών εκβάσεων.
Στην παρούσα συγχρονική μελέτη, 5133 υγιείς γυναίκες εντάχθηκαν από εννέα διαφορετικές ελληνικές περιφέρειες μετά την εφαρμογή συγκεκριμένων κριτηρίων ένταξης και αποκλεισμού. Χρησιμοποιήθηκαν επικυρωμένα ερωτηματολόγια για την αξιολόγηση των κοινωνικοδημογραφικών χαρακτηριστικών και ορισμένων παραγόντων του τρόπου ζωής του πληθυσμού της μελέτης. Τα ανθρωπομετρικά και κλινικά δεδομένα ανακτήθηκαν από αρχεία ιατρικού ιστορικού των γυναικών, συμπεριλαμβανομένου του μετρημένου βάρους τις πρώτες εβδομάδες της εγκυμοσύνης και ακριβώς πριν τον τοκετό, και των περιγεννητικών αποτελεσμάτων της μητέρας. Το βάρος και το ύψος των γυναικών μετρήθηκαν επίσης 2-5 χρόνια μετά τον τοκετό από εκπαιδευμένους διατροφολόγους. Πραγματοποιήθηκε στατιστική ανάλυση για να εκτιμηθεί εάν η κατάσταση βάρους πριν από την εγκυμοσύνη συσχετίστηκε με κοινωνικοδημογραφικούς, ανθρωπομετρικούς παράγοντες και παράγοντες τρόπου ζωής και με τα μητρικά περιγεννητικά αποτελέσματα.
Στην προ της εγκυμοσύνης περίοδο, το 17,5% των γυναικών ήταν υπέρβαρες και το 4,9% ταξινομήθηκαν ως παχύσαρκες. Αυτά τα ποσοστά αυξήθηκαν 2-5 χρόνια μετά τον τοκετό, φτάνοντας το 21,0% για τις υπέρβαρες και το 9,6% για τις παχύσαρκες γυναίκες. Το υπέρβαρο/παχυσαρκία πριν από την εγκυμοσύνη συσχετίστηκε με μεγαλύτερη ηλικία της μητέρας, υψηλότερο επιπολασμό υπέρβαρου/παχυσαρκίας στα 2-5 χρόνια μετά τον τοκετό και μη αποκλειστικό θηλασμό, καθώς και αυξημένα ποσοστά πρόωρου τοκετού και υπέρτασης που προκαλείται από εγκυμοσύνη μετά από πολλαπλές προσαρμογές.
Τα ποσοστά υπέρβαρου και παχυσαρκίας ήταν υψηλά στις γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία στην Ελλάδα. Αυτά τα ευρήματα υπογραμμίζουν την επείγουσα ανάγκη για προώθηση υγιεινού τρόπου ζωής και στοχευμένα προγράμματα πρόληψης και παρέμβασης της παχυσαρκίας μεταξύ των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας.
Το άρθρο είναι ελεύθερο προς ανάγνωση στη σελίδα του επιστημονικού περιοδικού εδώ. Τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στους συγγραφείς.