Το αλάτι στη διατροφή μας
Το νάτριο είναι απαραίτητο στην διατροφή μας και βρίσκεται σχεδόν σε όλα τα τρόφιμα που καταναλώνουμε, στο αλάτι. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το αλάτι που καταναλώνουμε δε θα πρέπει να ξεπερνά τα 5 γραμμάρια την ημέρα, με τα παιδιά να καταναλώνουν λιγότερη ποσότητα.
Όμως, οι έρευνες δείχνουν ότι καταναλώνουμε διπλάσια ποσότητα απ’ ότι συνιστούν οι παγκόσμιοι οργανισμοί. Η υπερβολική κατανάλωση αλατιού συνδέεται με την οστεοπόρωση, τον καρκίνο του στομάχου, τις νεφροπάθειες και τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ιδιαιτέρως με την υπέρταση και τα εγκεφαλικά επεισόδια.
Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι το ίδιο ευαίσθητοι στο νάτριο, όσον αφορά την επίδραση που έχει στην αρτηριακή πίεση. Παρόλα αυτά, η έρευνα έχει δείξει ότι αύξηση της ποσότητας του αλατιού στη διατροφή οδηγεί σε αύξηση της αρτηριακής πίεσης, ενώ μείωσή της ποσότητας βοηθάει στη μείωσή της.
Λαμβάνοντας υπόψη την παρούσα υπερβολή στην κατανάλωση αλατιού και τις ασθένειες με τις οποίες συνδέεται, η μείωση της ποσότητας του αλατιού που συστήνεται από διάφορους οργανισμούς, ιατρούς και διαιτολόγους είναι απαραίτητη για τη βελτίωση της υγείας. Μάλιστα, η μείωση του αλατιού αποτελεί μία από τις πρωταρχικές διατροφικές οδηγίες για τη βελτίωση της υπέρτασης και την αποφυγή επιδείνωσης των καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Το 75% του αλατιού της δίαιτάς μας προέρχεται από τα προϊόντα του εμπορίου και όχι από το αλάτι που προσθέτουμε εμείς στο φαγητό. Το αλάτι βρίσκεται σε πληθώρα τροφίμων, με κύριες πηγές τα προϊόντα εμπορίου, όπως πίτσα, πίτες, ψωμί, σάλτσες, έτοιμες σούπες, αλλαντικά, τυριά, κονσερβοποιημένα τρόφιμα και αλμυρά σνακ. Επιπλέον, προσθέτουμε αλάτι στο φαγητό κατά το μαγείρεμα, αλλά και μετά, στο τραπέζι.
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι να μειώσετε την ποσότητα αλατιού που καταναλώνετε.
1. Βγάλτε την αλατιέρα από το τραπέζι.
2. Μειώστε την ποσότητα αλατιού που βάζετε στο φαγητό κατά το μαγείρεμα.
3. Αντικαταστήστε το αλάτι με υποκατάστατα αλατιού που περιέχουν λιγότερο νάτριο.
4. Προσθέστε στο φαγητό βότανα, μπαχαρικά ή λεμόνι αντί για αλάτι.
5. Προτιμήστε τρόφιμα, που δεν περιέχουν πρόσθετο αλάτι, όπως φρυγανιές και δημητριακά.
6. Προτιμήστε τα τρόφιμα με το λιγότερο αλάτι. Ελέγξτε την ετικέτα των τροφίμων στο σουπερμάρκετ και επιλέξτε αυτό με το λιγότερο αλάτι.
7. Φτιάξτε μόνοι σας πίτες, πίτσες και σάλτσες χωρίς περίσσεια αλατιού.
8. Εάν παραγγείλετε φαγητό, ζητήστε το χωρίς αλάτι.
9. Μειώστε τη συχνότητα κατανάλωσης τροφίμων που είναι πλούσια σε αλάτι.
Την αρέσκεια στην αλμυρή γεύση την έχουμε από τη γέννησή μας, αλλά με τα χρόνια συνηθίζουμε σε μια ποσότητα αλατιού στη διατροφή μας.
Η μείωση του αλατιού μπορεί να ακούγεται δύσκολη, όμως συνηθίζεται με τον καιρό. Η σταδιακή μείωση του αλατιού είναι ο καλύτερος τρόπος για να μειώσετε την ποσότητα που καταναλώνετε χωρίς να το καταλάβετε. Θα σας πάρει μόνο 3 εβδομάδες να συνηθίσετε στη νέα ποσότητα αλατιού!
Πώς θα φάμε υγιεινά στη δουλειά;
Δουλεύουμε για περίπου το ένα-τρίτο της ημέρας μας. Αυτό σημαίνει ότι αναπόφευκτα κατά τη διάρκεια της εργασίας μας θα πεινάσουμε & θα πρέπει να φάμε!
Το πρόχειρο φαγητό, τα γλυκά και αλμυρά σνακ είναι εύκολα προσβάσιμα, όμως δεν είναι τόσο χορταστικά & θρεπτικά, όπως τα πλήρη γεύματα και σνακ, ενώ επί το πλείστον είναι πλούσια σε λίπος, συνήθως κορεσμένα και τρανς λιπαρά, αλάτι και ζάχαρη, γεγονός το οποίο δεν βοηθάει στην επίτευξη μιας ισσοροπημένης διατροφής!
Υπάρχουν όμως τρόποι για να βελτιώσουμε την ποιότητα της διατροφής μας και στη δουλειά.
Η προετοιμασία ξεκινά από το προηγούμενο βράδυ ή ακόμη και μέρες πριν!
Είτε συνιθίζουμε να τρώμε πρωινό στο σπίτι ή το γραφείο, η προετοιμασία από το προηγούμενο βράδυ, μας κερδίζει χρόνο. Εάν φτάσουμε στη δουλειά πεινασμένοι χωρίς να έχουμε μαζί μας το πρωινό ή το σνακ μας, αναγκαστικά θα φάμε κάτι έτοιμο, όπως σφολιατοειδή, τα οποία είναι πλούσια σε αλάτι και (κορεσμένα & τρανς) λιπαρά. Εάν όμως έχουμε ήδη έτοιμο το πρωινό μας ή/και το δεκατιανό έτοιμο θα καταναλώσουμε ένα υγιεινό χορταστικό πρωινό/σνακ!
Τα οvernight oats, το porridge, οι σπιτικές μπάρες δημητριακών, το κουλούρι, το τοστ/σάντουιτς και φυσικά τα φρούτα αποτελούν γευστικές και εύκολες επιλογές! Εαν είναι δυνατόν, μπορείτε να αφήνετε τρόφιμα στη δουλειά ώστε να μην χρειάζεται να τα μεταφέρετε συνεχώς.
Δεν έχουν όλες οι εταιρείες catering για το προσωπικό, επομένως αν εργάζεστε εως αργά και τρώτε το κύριο γεύμα στο γραφείο, καλό είναι να έχετε μαζί σας το γεύμα σας, το οποίο θα έχετε ετοιμάσει από το προηγούμενο βράδυ ή μέρες πριν.
Το meal planning, δηλαδή η προετοιμασία των γευμάτων & των σνακ της ερχομένης εβδομάδας, είναι ένας τρόπος να διευκολύνουμε την προετοιμασία & την οργάνωση της εβδομάδας μας. Έχοντας φτιάξει γεύματα και σνακ που μας αρέσει να απολαμβάνουμε, μπορούμε να έχουμε κάθε μέρα επιλογές γευμάτων που μας ευχαριστούν, με αποτέλεσμα να μην μπαίνουμε στον πειρασμό να παραγγείλουμε κάτι πρόχειρο!
Εύκολες λύσεις αποτελούν οι σαλάτες με κοτόπουλο ή τόνο, και οι οσπριο-σαλάτες και μακαρονοσαλάτες. Μερικοί προτιμούν να τρώνε ένα πιο ελαφρύ γεύμα στο γραφείο και το κύριο γεύμα τους το βράδυ στο σπίτι, που είναι μια εξαιρετική λύση, ειδικά σε περίπτωση έλλειψης χρόνου ή στην περίπτωση που αργότερα θα παρευρεθείτε σε επαγγελματικό ή μη γεύμα!
Ένα πλήρες γεύμα αποτελείται από λαχανικά, πηγή πρωτεϊνης & πηγή υδατανθράκων.
Λόγω του γρήγορου ρυθμού εργασίας πολλές φορές ξεχνάμε να πίνουμε υγρά! Πέρα από τον καφέ ή το τσάι σας, κρατείστε δίπλα σας, σε εμφανές σημείο ένα ωραίο μπουκάλι με νερό!
Η δύναμη της συνήθειας είναι πολύ σημαντικός παράγοντας στην επανάληψη συμπεριφορών στην καθημερινότητά μας, συμπεριλαμβανομένης και της διατροφικής συμπεριφοράς. Η δουλειά αποτελεί μεγάλο μέρος της ημέρας μας και είναι σημαντικό να λαμβάνουμε υπόψιν την καθημερινότητά μας στη διαμόρφωση των διατροφικών μας συνηθειών & συμπερσιφορών.
Τελευταία ενημέρωση/Last update: 08/02/2020
Association of Maternal Pre-Pregnancy Overweight and Obesity with Childhood Anthropometric Factors and Perinatal and Postnatal Outcomes: A Cross-Sectional Study
Pavlidou Eleni, Dimitrios Papandreou, Zainab Taha, Maria Mantzorou, Stefanos Tyrovolas, Dimitrios N. Kiortsis, Evmorfia Psara, Sousana K. Papadopoulou, Marios Yfantis, Maria Spanoudaki, and et al. 2023. "Association of Maternal Pre-Pregnancy Overweight and Obesity with Childhood Anthropometric Factors and Perinatal and Postnatal Outcomes: A Cross-Sectional Study" Nutrients 15, no. 15: 3384. https://doi.org/10.3390/nu15153384
Περίληψη
Το υπέρβαρο και η παχυσαρκία πριν από την εγκυμοσύνη στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας αποτελεί μια αυξανόμενη τάση σε πληθυσμούς μεσαίου και υψηλού εισοδήματος. Αυτή η μελέτη είχε ως στόχο να αξιολογήσει εάν το υπερβάρο ή η παχυσαρκία της μητέρας πριν από την κύηση σχετίζεται με τα ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά των παιδιών, καθώς και με περιγεννητικά και μεταγεννητικά αποτελέσματα.
Μέθοδοι: Πρόκειται για μια μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε 5198 παιδιά ηλικίας 2-5 ετών και τις μητέρες τους, από 9 διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας. Τα ανθρωπομετρικά δεδομένα των μητέρων και των παιδιών, καθώς και τα περιγεννητικά και μεταγεννητικά αποτελέσματα, συλλέχθηκαν από ιατρικά ιστορικά ή επικυρωμένα ερωτηματολόγια.
Αποτελέσματα: Καταγράφηκαν ποσοστά υπερβάρων/παχύσαρκων 24,4% και 30,6% για τα παιδιά και τις μητέρες τους 2-5 χρόνια μετά τον τοκετό. Το υπερβάρο ή η παχυσαρκία πριν από την εγκυμοσύνη παρατηρήθηκε συχνότερα σε μεγαλύτερες σε ηλικία μητέρες και θηλυκά παιδιά, και σχετίστηκε επίσης με υψηλό βάρος γέννησης, πρόωρο τοκετό, υψηλό δείκτη ponderal του νεογνού, τοκετό με καισαρική τομή, διαβήτη τύπου 1, και υπερβάρο/παχυσαρκία στην προσχολική ηλικία. Στην πολυπαραγοντική ανάλυση, το υπερβάρο ή η παχυσαρκία πριν από την εγκυμοσύνη συσχετίστηκε ανεξάρτητα με υψηλότερο κίνδυνο υπερβάρου/παχυσαρκίας στην προσχολική ηλικία, καθώς και με υψηλότερη αύξηση της συχνότητας του βάρους γέννησης, τοκετού με καισαρική τομή, και διαβήτη τύπου 1.
Συμπεράσματα: Τα ποσοστά υπερβάρου/παχυσαρκίας των μητέρων πριν από την κύηση σχετίστηκαν με αυξημένο βάρος των παιδιών κατά τη γέννηση και 2-5 χρόνια μετά τον τοκετό, τονίζοντας την ανάγκη προώθησης του υγιεινού τρόπου ζωής, συμπεριλαμβανομένων των υγιεινών διατροφικών συνηθειών, και εστίασης σε κοινωνικές πολιτικές και διατροφικές παρεμβάσεις για την παχυσαρκία στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας.
Abstract
Background: Pre-pregnancy overweight and obesity in reproductive-aged women becomes a growing tendency in middle- and high-income populations. This study aimed to evaluate whether maternal excess body mass index (BMI) before gestation is associated with children’s anthropometric characteristics, as well as perinatal and postnatal outcomes. Methods: This was a cross-sectional study performed on 5198 children aged 2–5 years old and their paired mothers, assigned from 9 different areas of Greece. Maternal and childhood anthropometric data, as well as perinatal and postnatal outcomes, were collected from medical history records or validated questionnaires. Results: Prevalences of 24.4% and 30.6% of overweight/obesity were recorded for the enrolled children and their mothers 2–5 years postpartum. Maternal pre-pregnancy overweight/obesity was more frequently observed in older mothers and female children, and was also associated with high childbirth weight, preterm birth, high newborn ponderal index, caesarean section delivery, diabetes type 1, and childhood overweight/obesity at pre-school age. In multivariate analysis, maternal pre-pregnancy overweight/obesity was independently associated with a higher risk of childhood overweight/obesity at pre-school age, as well as with a higher increased incidence of childbirth weight, caesarean section delivery, and diabetes type 1. Conclusions: Maternal overweight/obesity rates before gestation were related with increased childhood weight status at birth and 2–5 years postpartum, highlighting the necessity of encouraging healthy lifestyle promotion, including healthier nutritional habits, and focusing on obesity population policies and nutritional interventions among women of reproductive age.
Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ.
Τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στους συγγραφείς.
Πώς διαβάζουμε και αξιολογούμε ένα επιστημονικό άρθρο;
Το σωστό διάβασμα ενός επιστημονικού άρθρου είναι τέχνη λένε, όμως στην πραγματικότητα ειναι κομμάτι της επιστήμης.
Διαβάζουμε επιστημονικές μελέτες για να ενημερώθουμε με εγκυρότητα για τα νέα επιστημονικά δεδομένα. Υπάρχουν και διάφορα είδη επιστημονικών άρθρων! Από πρωτότυπες μελέτες/άρθρα, και μετα-αναλύσεις -ομάδας όμοιων- ερευνών, έως κατευθυντήριες οδηγίες.
Ειναι πολύ σημαντικό να έχουμε βασικές γνώσεις περί του εκάστοτε επιστημονικού τομέα!
Η εισαγωγή (Ιntroduction) μας βοηθά να καταλαβουμε το ερευνητικό ερώτημα καλύτερα, δίνοντάς μας ένα υπόβαθρο, ειδικά όταν δεν είμαστε τόσο εξοικειωμένοι με το συγκεκριμένο θέμα!
Πώς θα διαβασουμε σωστά ένα επιστημονικό άρθρο;
- Ξεκινάμε με τον τίτλο και την περιληψη (Abstract) για να δούμε αν μας ενδιαφέρει, αλλά και για να κατανοήσουμε περιγραμματικώς το άρθρο και να είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι για την ανάλυσή του. Το άρθρο δεν είναι βιβλίο ή ταινία για να αναγιγνώσκεται γραμμικά από την αρχή έως το τέλος.
- Συνεχίζουμε με τους συγγραφείς, την ημερομηνία δημοσιεύσεως, και το επιστημονικό περιοδικό δημοσιεύσεως. Είναι οι συγγραφείς καταρτισμένοι για τη θεματολογία του άρθρου; Είναι όντως το μέσο δημοσιεύσεως επιστημονικό περιοδικό που ακολουθεί τη διαδικασία αξιολογήσεως από ομοτίμους (peer-reviewed); Ποιός είναι ο επιστημονικός αντίκτυπος ("φήμη") του περιοδικού; Δημοσιεύει αξιόλογα άρθρα; Με εξαίρεση το μέσο δημοσίευσης (μη επιστημονικό περιοδικό) δεν θα πρέπει να αποτραπούμε από το να συνεχίσουμε την αναγνωση του άρθρου, σε περίπτωση που μας ενδιαφέρει. Θεωρητικώς, αξιολογούμε το περιεχόμενο και όχι το περιοδικό. Όμως θα πρέπει να είμαστε ακόμη προσεκτικότεροι στην ανάλυση και στην αξιολόγηση ενός άρθρου από μη σχετικούς συγγραφείς ή με σύγκρουση συμφερόντων ή σε περιοδικά που συνηθίζουν να δημοσιεύουν χαμηλής ποιότητας έρευνες.
- Συνεχίζουμε στα Συμπεράσματα (Conclusions).
- Αφού διαβάσουμε τα συμπεράσματα, πάμε στα αποτελέσματα για να κατανοήσουμε πως προέκυψαν. Αναρωτιόμαστε αν όντως οδηγούν στο αποτέλεσμα και στην εξήγηση των συγγραφέων ή αν υπάρχουν και άλλες εξηγήσεις.
- Έπειτα διαβάζουμε τη μεθοδολογία για να αξιολογήσουμε αν τα αποτελέσματα συνάδουν με τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε. Αφού σχηματίσουμε μία άποψη, διαβάζουμε εάν οι περιορισμοί που διαπιστώσαμε αναφέρονται και από τους συγγραφείς στην αντίστοιχη ενότητα.
- Επιστρέφουμε ξανά στα Συμπεράσματα (Conclusions) για να αξιολογήσουμε πλέον καλύτερα εάν συνάδουν με τη μεθοδολογία και τα αποτελέσματα. Μπορεί να χρειαστεί να διαβασουμε και δεύτερη φορά το άρθρο για να το κατανοήσουμε καλύτερα ή να χρειαστεί να ψαξουμε κάποιους όρους.
- Για το τέλος αφήνουμε τη Συζήτηση (Discussion) η οποία συγκρίνει τα αποτελέσματα της μελέτης με άλλες μελέτες, αναφέρει την αξία της μελέτης για την κοινωνία ή και επιστημονική κοινότητα, και προτάσεις για περαιτέρω έρευνα.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: σχεδόν ΌΛΕΣ οι μελέτες έχουν περιορισμούς και αδυναμίες.
Ας σκεφτούμε επιπλέον:
- Πότε δημοσιευτηκε; Μία αρκετά παλαιά μελέτη δεν εμπεριέχει τα συμπεράσματα τη σύγχρονης βιβλιογραφίας και ενδεχομένως να είναι αναχρονιστική.
- Υπάρχει αρθρογραφία που αναλύει την αξιοπιστία & τα αποτελέσματα του άρθρου (συνήθως σε ανασκοπήσεις, συστηματικές ανασκοπήσεις, και μετα-αναλύσεις); Υπάρχουν σχόλια από ομότιμους επιστήμονες σχετικά με το άρθρο ή κάποια ΄μετεγενέστερη διόρθωση ή σχόλια από τους συγγραφείς; Τα παραπάνω μπορούμε να τα αναζητήσουμε μέσω των αναφορών στο άρθρο από άλλα επιστημονικά άρθρα αναζητώντας τα "citations" στο "Google Scholar”.