Καρκίνος του μαστού: απαγορεύεται το γάλα και το κόκκινο κρέας;
Συχνά ακούγεται ότι σε γυναίκες με καρκίνο του μαστου απαγορεύεται η κατανάλωση γάλακτος και κόκκινου κρέατος. Υπάρχουν όμως ενδείξεις για αυτή την απαγόρευση στην πρόληψη και κατά την αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού;
Αναφορικά με την πρόληψη του καρκίνου του μαστού η έρευνα δεν έχει δείξει ότι η κατανάλωση γαλακτοκομικών αυξάνει τον κίνδυνο νόσου. Αντιθέτως, μια μετα-ανάλυση (έρευνα που λαμβάνει υπόψιν δεδομένα πολλών μελετών) δείχνει μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού κατά 5% σε γυναίκες που κατανάλωναν μεγαλύτερες ποσότητες γαλακτοκομικών, σε σχέση με γυναίκες που κατανάλωναν μικρότερες ποσότητες γαλακτομικών. Όσον αφορά το γάλα φάνηκε ότι μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, αλλά η συσχέτιση αυτή δεν ήταν στατιστικά σημαντική. Μάλιστα, τα γαλακτοκομικά με χαμηλά λιπαρά έδειξαν πιο ισχυρη σχέση με την μείωση του κινδύνου νόσου.
Όσο για το κόκκινο κρέας και την πρόληψη του καρκίνου γενικά, γνωρίζουμε ότι το κόκκινο κρέας ανήκει στην ομάδα των πιθανών καρκινογόνων, ενώ το επεξεργασμένο κρέας (αλλαντικά) ανήκει στην ομάδα των καρκινογόνων σύμφωνα με τον IARC, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι απαγόρευεται η κατανάλωσή τους. Συστήνεται η κατανάλωση εως 80 γρ την ημέρα κόκκινο κρέας και εως 50 γρ. την ημέρα επεξεργασμένο κρέας. Αναφορικά με τον καρκίνο του μαστού οι έρευνες δεν δείχνουν σαφή αποτελέσματα, αλλά μια μετα-αναλύση έδειξε ότι όπως και με άλλους τύπους καρκίνου η υπερκατανάλωση κόκκινου και επεξεργασμένου κρέατος σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο νόσου. Παράλληλα, μια άλλη μετα-ανάλυση ερευνών δεν υποστηρίζει συσχέτιση μεταξύ κατανάλωσης ζωικού λίπους (όπως από κρέας και γαλακτοκομικά) και αυξημένου κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού, ενώ έχουμε περιορισμένα τα στοιχεία που δείχνουν αύξηση του κινδύνου νόσου με την υπερκατανάλωση λίπους γενικά, καθώς και κορεσμένου λίπους (γαλακτοκομικά, λίπος κρέατος και αλλαντικών, βούτυρο, φοινικέλαιο, λάδι καρύδας).
Οι γυναίκες με καρκίνο μαστού τι πρέπει να κάνουν;
Σε γυναίκες με διάγνωση καρκίνου του μαστού τα ερευνητικά δεδομένα δεν μπορούν να μας οδηγήσουν σε σαφή συμπεράσματα, αναφορικά με την κατανάλωση λίπους, και κορεσμένου λίπους, άρα και των τροφίμων που τα περιέχουν όπως το κρέας και τα γαλακτοκομικά. Ενδέχεται όμως η χαμηλότερη κατανάλωση λιπαρών να μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη επανεμφάνισης της νόσου,.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι το σώμα, ειδικά σε καταστάσεις ασθένειας χρειάζεται ενέργεια και θρεπτικά συστατικά, η προσκόλληση σε μια υγιεινή διατροφή είναι απαραίτητη για την διατήρηση μιας καλής κατάστασης θρέψης. Επίσης, λόγω των παρενεργειών της θεραπείας (ναυτία, έμετος, κόπωση) ενδέχεται η σίτιση να δυσχαιρένεται, επομένως, η κατανάλωση ποικιλίας θρεπτικών τροφίμων κρίνεται ακόμη πιο σημαντική. Έτσι, τα γαλακτοκομικά, και το κρέας που είναι τρόφιμα πλούσια σε θρεπτικά συστατικά μπορούν να είναι μέρος της διατροφής των γυναικών με καρκίνο του μαστού, όπως άλλωστε και σε υγιή άτομα. Φυσικά, όπως και για όλους μας συστήνεται η αποφυγή υπερκατανάλωσης λιπαρών και κορεσμένων λιπαρών, επομένως είναι προτιμότερη η κατανάλωση γαλακτοκομικών με χαμηλότερα λιπαρά, και άπαχου κρέατος .
Συνοψίζοντας, στην πρόληψη του καρκίνου του μαστού τα δεδομένα είναι πιο σαφή και δείχνουν ότι η κατανάλωση γαλακτοκομικών, και δη χαμηλών σε λιπαρά, έχει ευεργετική δράση, ενώ η κατανάλωση κόκκινου και επεξεργασμένου κρέατος μάλλον έχει αρνητική επίδραση. Κατά την αντιμετώπιση της νόσου δεν έχουμε δεδομένα που να υποδυκνείουν ότι επιβάλλεται η αποφυγή γάλακτος και γαλακτοκομικών ή κρέατος. Αντιθέτως, μπορούν να είναι μέρος της υγιεινής διατροφής που συστήνεται για τη διατήρηση καλής κατάστασης θρέψης, αρκεί να μην γίνεται υπερκατανάλωση λίπους και ειδικά κορεσμένου λίπους, κάτι που ισχύει για όλους μας.
Το πιο σημαντικό βήμα που μπορούν να κάνουν οι γυναίκες που αντιμετωπίζουν καρκίνο του μαστού πέρα από την προσκόλληση σε μια πλήρη και ισσοροπημένη διατροφή είναι να δώσουν έμφαση στη διατήρηση του βάρους τους και μιας καλής κατάστασης θρέψης, ενώ να διατηρήσουν φυσιολογικό σωματικό βάρος μετά την θεραπεία.
Πηγές:
- Dairy consumption and risk of breast cancer: a meta-analysis of prospective cohort studies. doi: 10.1007/s10549-011-1467-5
- https://www.iarc.fr/en/media-centre/iarcnews/pdf/Monographs-Q&A_Vol114.pdf
- Red and processed meat intake and risk of breast cancer: a meta-analysis of prospective studies. doi: 10.1007/s10549-015-3380-9
- Summary and meta-analysis of prospective studies of animal fat intake and breast cancer. doi: 10.1017/S095442241000003X
- Nutrition and Survival After the Diagnosis of Breast Cancer: A Review of the Evidence. doi:10.1200/JCO.2002.03.008
- Nutrition and Physical Activity During and After Cancer Treatment: An American Cancer Society Guide for Informed Choices. doi: 10.3322/canjclin.56.6.323
- http://www.aicr.org/assets/docs/pdf/education/heal-well-guide.pdf
Ο,τι θες να μάθεις για το τόφου
Το τόφου (tofu) αποτελεί προϊόν φασολιών σόγιας, και συγκεκριμένα προέρχεται από συμπυκνωμένο γάλα σόγιας. Το τόφου αποτελεί μια εξαιρετική πηγή πρωτεΐνης για χορτοφάγους και αυστηρά χορτοφάγους (vegan), με όλα τα απαραίτητα αμινοξέα, καθιστώντας το πηγή πρωτεΐνης υψηλής βιολογικής αξίας.
Το τόφου δεν έχει ιδιαίτερη γεύση, αλλά παίρνει τη γεύση των άλλων υλικών με τα οποία συνοδεύεται χάρη στη σπογγώδη μορφή του, ενώ ο τρόπος παρασκευής του επίσης επηρεάζει και την τελική γεύση. Στο εμπόριο πιο συχνά θα βρει κανεις το μαλακό τόφου (silken tofu), το οποίο πωλείται βυθισμένο σε υγρό και το σκληρό τόφου (firm tofu). Κάθε είδος έχει και διαφορετικές μαγειρικές χρήσεις. Το τόφου πωλείται και καπνιστό και μαριναρισμένο με μπαχαρικά και σως, ενώ χρησιμοποιείται συχνά σε νηστίσιμα πιάτα και προϊόντα.
Ποιά είναι η διατροφική του αξία;
Τα 100 γρ τόφου αποδίδουν 700 θερμίδες, και περιέχονται 8 γραμμάρια πρωτεΐνης, 2 γραμμάρια υδατανθράκων, 1 γραμμάριο φυτικών ινών και 4 γραμμάρια λιπαρών, ενώ η ποσότητα αυτή προσδίδει περί το 30% του Μαγγάνιου, το 20% του Ασβεστίου, το 14% του Σεληνίου, το 9% του Σιδήρου το 6% του Ψευδαργύρου και το 9% του Μαγνησίου που χρειάζεται ο οργανισμός ημερησίως, μεταξύ άλλων θρεπτικών συστατικών. Ανάλογα με τον τρόπο παρασκευής, μπορεί να περιέχει περισσότερο Ασβέστιο ή Μαγνήσιο. Επιπλέον, το τόφου περιέχει 20,2–24,7mg ισοφλαβόνες ανά 100 γραμμάρια, οι οποίες δρουν ευεργετικά στην υγεία και δρουν ως φυτο-οιστρογόνα.
Ποιά είναι τα οφέλη του τόφου στην υγεία;
Αν και η σόγια έχει "κακή φήμη", στην πραγματικότητα είναι μια εξαιρετική επιλογή τροφής, με οφέλη για την υγεία.
Η κατανάλωση της σόγιας και των προϊόντων της σχετίζεται με χαμηλότερο κίνδυνο για καρκίνο του μαστού, ενδεχομένως λόγω της επίδρασης των ισοφλαβονών, και δη κατά την παιδική και εφηβική ηλικία. Επίσης, θετική είναι η επίδραση της σόγιας και των προϊόντων της στην πρόληψη του καρκίνου του ενδομητρίου, του προστάτη, αλλά και καρκίνων του γαστρεντερικού συστήματος. Μάλιστα, οι ισοφλαβόνες είναι εκείνες που φαίνεται να έχουν την θετική επίδραση.
Πέρα από τον κακρίνο, οι ισοφλαβόνες έχουν θετική επίδραση και στα καρδιαγγειακά νοσήματα, με πολλές έρευνες να έχουν εστιάσει σε γυναίκες στην εμμηνόπαυση, ενώ η κατανάλωση ισοφλαβονών σόγιας φαίνεται να έχει αντι-αθηρωματική δράση, και να βοηθά στην πρόληψη στεφανιαίας νόσου, αλλά και της άνοιας.
Επίσης, σε γυναίκες με Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών η κατανάλωση σόγιας και των προϊόντων της φαίνεται να βοηθούν στην απώλεια βάρους, στον έλεγχο της γλυκόζης και των λιπιδίων. Παρομοίως, και άλλες μελέτες σε γυναίκες και άντρες, δείχνουν θετικά αποτελέσματα στο βάρος, και τα λιπίδια του αίματος.
Αναφορικά με τον σακχαρώδη διαβήτη, πρόσφατη μετα-ανάλυση μελετών έδειξε οτι η κατανάλωση σόγιας, τόφου και ισοφλαβονών σόγιας σχετίζεται με χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ.
Συνεπώς, η έρευνα αναδεικνύει την κατανάλωση σόγιας και των προϊόντων της ως ωφέλιμη στην υγεία γυναικών και ανδρών, όλων των ηλικιών.
Ποιός πρέπει να προσέξει την κατανάλωσή του;
Στην Ελλάδα, προληπτικά, δεν συστήνεται η κατανάλωση σόγιας και των προϊόντων τους από έγκυες γυναίκες.
Πηγές:
- Murphy PA et al. Isoflavones in retail and institutional soy foods. J Agric Food Chem. 1999 Jul;47(7):2697-704. doi: 10.1021/jf981144o.
- Zaheer K, Humayoun Akhtar M. An updated review of dietary isoflavones: Nutrition, processing, bioavailability and impacts on human health. Crit Rev Food Sci Nutr. 2017 Apr 13;57(6):1280-1293. doi: 10.1080/10408398.2014.989958
- Mourouti N et al. Diet and breast cancer: a systematic review. Int J Food Sci Nutr. 2015 Feb;66(1):1-42. doi: 10.3109/09637486.2014.950207.
- Messina M. Impact of Soy Foods on the Development of Breast Cancer and the Prognosis of Breast Cancer Patients. Forsch Komplementmed. 2016;23(2):75-80. doi: 10.1159/000444735.
- van Die MD et al. Soy and soy isoflavones in prostate cancer: a systematic review and meta-analysis of randomized controlled trials. BJU Int. 2014 May;113(5b):E119-30. doi: 10.1111/bju.12435.
- Tse G, Eslick GD. Soy and isoflavone consumption and risk of gastrointestinal cancer: a systematic review and meta-analysis. Eur J Nutr. 2016 Feb;55(1):63-73. doi: 10.1007/s00394-014-0824-7.
- Sathyapalan T et al. Soy isoflavones improve cardiovascular disease risk markers in women during the early menopause. Nutr Metab Cardiovasc Dis. 2018 Jul;28(7):691-697. doi: 10.1016/j.numecd.2018.03.007.
- Sekikawa Α et al. Effect of S-equol and Soy Isoflavones on Heart and Brain. Curr Cardiol Rev. 2019;15(2):114-135. doi: 10.2174/1573403X15666181205104717.
- Karamali M et al. The effect of dietary soy intake on weight loss, glycaemic control, lipid profiles and biomarkers of inflammation and oxidative stress in women with polycystic ovary syndrome: a randomised clinical trial. J Hum Nutr Diet. 2018 Aug;31(4):533-543. doi: 10.1111/jhn.12545.
- Ruscica M et al Effect of soy on metabolic syndrome and cardiovascular risk factors: a randomized controlled trial. Eur J Nutr. 2018 Mar;57(2):499-511. doi: 10.1007/s00394-016-1333-7. Epub 2016 Oct 18. PMID: 27757595.
- Tang J et al. Legume and soy intake and risk of type 2 diabetes: a systematic review and meta-analysis of prospective cohort studies. Am J Clin Nutr. 2020 Mar 1;111(3):677-688. doi: 10.1093/ajcn/nqz338.
- Ollberding NJ et al. Legume, soy, tofu, and isoflavone intake and endometrial cancer risk in postmenopausal women in the multiethnic cohort study. J Natl Cancer Inst. 2012 Jan 4;104(1):67-76. doi: 10.1093/jnci/djr475.
Να πάρω βιταμίνη C για να προλάβω το κρυολόγημα;
Είναι κοινή πρακτική το φθινόπωρο και τον χειμώνα να οδηγούμαστε στην πρόσληψη βιταμίνης C για την πρόληψη κρυολογήματος. Έχει όμως αποτέλεσμα;
Η βιταμίνη C (ασκορβικό οξύ) είναι μια υδατοδιαλυτή βιταμίνη με αντιοξειδωτική δράση. Έχει δράσεις στο ανοσοποιητικό σύστημα, βοηθά στην απορρόφηση του Σιδήρου από φυτικές πηγές και είναι απαραίτητη για τη σύνθεση του κολλαγόνου.
Η βιταμίνη C βρίσκεται στα φρούτα και τα λαχανικά, όπως τα πορτοκάλια, την πιπεριά, το μπρόκολο, την ντομάτα, και τη φράουλα, με αποτέλεσμα η έλλειψη βιταμίνης C (το σκορβούτο) να είναι ιδιαίτερα σπάνια. Χαμηλά επίπεδα βιταμίνης C παρατηρούνται σε καπνιστές και παθητικούς καπνιστές, σε άτομα με χρόνιες νόσους, και σε άτομα που εμφανίζουν δυσαπορρόφηση και άτομα που δεν έχουν ποικιλία στη διατροφή τους.
Υπερβολική πρόσληψη βιταμίνης C δεν συστήνεται, και οδηγεί σε μη ιδιαίτερα σοβαρά συμπτώματα, όπως διάρροια, ναυτία, κοιλιακές κράμπες και γαστρεντερικές διαταραχές, ενώ αυξάνεται ο κίνδυνος λίθων οξαλικού και ουρικού οξέος στους νεφρούς σε άτομα με ιστορικό.
Αναφορικά με το κρυολόγημα και την συμπληρωματική αγωγή με βιταμίνη C, είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι η επιστημονική έρευνα δεν έχει παράσχει ομόφωνη υποστήριξη για την ισχυρισμένη αποτελεσματικότητα της βιταμίνης C στην πρόληψη ή τη θεραπεία του κρυολογήματος. Ορισμένες μελέτες υποδεικνύουν ότι η βιταμίνη C μπορεί να μειώσει τη διάρκεια των συμπτωμάτων, αλλά άλλες δεν έχουν βρει σημαντικά αποτελέσματα.
Οι μελέτες δείχνουν ότι όφελος μπορεί να δουν άτομα που εκτίθενται σε ακραίες συνθήκες και διαμένουν σε κρύα κλίματα, άτομα που κάνουν ιδιαίτερα έντονη άσκηση, οι ηλικιωμένοι και οι καπνιστές. Στον γενικό πληθυσμό, η συμπληρωματική αγωγή με βιταμίνη C μπορεί να μειώσει τη διάρκεια των συμπτωμάτων κατά λίγες ώρες, αλλά κάτι τέτοιο δεν φαίνεται αν η χορήγηση της βιταμίνης C γίνει μετά την έναρξη των συμπτωμάτων.
Πηγές:
- Yuan Y, Wang RT, Xia J, Cao HJ. Interventions for preventing influenza: An overview of Cochrane systematic reviews and a Bayesian network meta-analysis. J Integr Med. 2021 Nov;19(6):503-514. doi: 10.1016/j.joim.2021.09.001. Epub 2021 Sep 4. PMID: 34544670.
- Hemilä H, Chalker E. Vitamin C for preventing and treating the common cold. Cochrane Database Syst Rev. 2013 Jan 31;2013(1):CD000980. doi: 10.1002/14651858.CD000980.pub4. PMID: 23440782; PMCID: PMC8078152.
- Douglas RM, Hemilä H, Chalker E, Treacy B. Vitamin C for preventing and treating the common cold. Cochrane Database Syst Rev. 2007 Jul 18;(3):CD000980. doi: 10.1002/14651858.CD000980.pub3. Update in: Cochrane Database Syst Rev. 2013;1:CD000980. PMID: 17636648.
Πόσες φορές μπορώ να φάω ψωμί μεσα στη μέρα;
Οι πηγές υδατανθράκων και δή το ψωμί αποτελούν από τα πλέον παρεξηγημένα και δαιμονοποιημένα τρόφιμα, ειδικά όσον αφορά το σωματικό βάρος. Μάλιστα, δεν είναι λίγα τα διατροφικά σχήματα για απώλεια βάρους που αποκλείουν τους υδατάνθρακες, και τους παρουσιάζουν ως “παχυντικούς”. Συνεπώς, το κοινό, ακούγοντας και διαβάζοντας για χρόνια τις υποτιθέμενες αρνητικές επιδράσεις των υδατανθράκων τους αποφεύγει και προσπαθεί να μειώσει την πρόσληψή τους μεσα στη μέρα.
Μια ερώτηση που συχνά λαμβάνουμε οι διαιτολόγοι-διατροφολόγοι είναι αν κάποιος μπορεί να φάει ψωμί περισσότερες από μια φορές μέσα στη μέρα.
Οι υδατάνθρακες αποτελούν το καλύτερο και κυριότερο “καύσιμο” του οργανισμού μας, ενώ λόγω του ότι η αποθήκη υδατανθράκων στο σώμα μας είναι μικρή σε σχέση με το αποθηκευμένο λίπος (περί τις 1.800 - 2.000 θερμίδες ενέργειας, ή αρκετό καύσιμο για 90 έως 120 λεπτά συνεχούς, έντονης δραστηριότητας), συστήνεται η επαρκής και τακτική τους κατανάλωση μέσα στη μέρα.
Μάλιστα, οι οδηγίες διατροφής ανά τον κόσμο συστήνουν την πρόσληψη υδατανθράκων σε ποσοστά άνω του 50% των συνολικών ημερήσιων θερμίδων. Στη Μεσογειακή Διατροφή, το στάνταρ της υγιεινής διατροφής, οι πηγές αμύλου, όπως το ψωμί, τα σιτηρά, το ρύζι, και τα ζυμαρικά, βρίσκονται στη βάση της πυραμίδας. Παράλληλα, συστήνεται το 1/4 του πιάτου μας να αποτελείται από μια πηγή υδατανθράκων, και να συμπληρώνεται κατά το 1/4 από μια πηγή (άπαχης) πρωτεϊνης και το υπόλοιπο 1/2 από λαχανικά.
Πέρα από το γεγονός ότι το ψωμί αποτελεί μια καλή πηγή ενέργειας και βασικό τρόφιμο στη χώρα μας, το ψωμί, και ειδικά το ψωμί από ολικής άλεσης άλευρα, αποτελεί πηγή θρεπτικών συστατικών (συμπεριλαμβανομένων βιταμινών συμπλέγματος Β, Μαγνήσιο, Ψευδάργυρο, αντιοξειδωτικών) και φυτικών ινών. Το ψωμί υψηλό σε φυτικές ίνες, ή με άλευρα από όσπρια οδηγούν σε μεγαλύτερο κορεσμό.
Οι μελέτες δείχνουν ότι πρότυπα διατροφής με κατανάλωση ψωμιού ολικής άλεσης δεν σχετίζονται με αύξηση του σωματικού βάρους. Αυτό φυσικά, δεν σημαίνει ότι όσο και να φάμε, δεν θα έχει επίδραση στο σωματικό βάρος, καθώς όπως και όλα τα τρόφιμα εξάλλου, το ισοζύγιο ενέργειας είναι αυτό που παίζει ρόλο στον έλεγχο του βάρους. Επιδημιολογικές μελέτες μάλιστα, δείχνουν ότι η κατανάλωση ψωμιού ολικής άλεσης σχετίζεται με καλύτερες διατροφικές συνήθειες και χαμηλότερο κίνδυνο για καρδιαγειακά νοσήματα και θνησιμότητα, και μετα-ανάλυση μελετών δείχνει οτι η κατανάλωση προϊόντων ολικής άλεσης σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα και καρκίνο και θνησιμότητα, μεταξύ άλλων.
Μέσα στη μέρα, χρειαζόμαστε αρκετή ποσότητα υδατανθράκων, η οποία μπορεί να προέρχεται από πηγές αμύλου, όπως το ψωμί, τα δημητριακά, το ρύζι και τα ζυμαρικά. Είναι προτιμότερο να επιλέγουμε προϊόντα ολικής άλεσης (όχι απλώς με αλεύρι ολικής άλεσης), δηλαδή εκείνα στα οποία θα δουμε στα συστατικά ότι τα άλευρα που χρησιμοποιήθηκαν είναι μόνο ολικής άλεσης.
Συνεπώς, μπορούμε να επιλέξουμε το ψωμί ως πηγή υδατανθράκων για περισσότερα από ένα γεύματα, καθώς δεν τίθεται πρόβλημα για το σωματικό μας βάρος ή πρόβλημα υγείας. Από την άλλη, η ποικιλία τροφίμων στη διατροφή μας είναι σημαντική για την πρόσληψη πληθώρας θρεπτικών συστατικών, και απόλαυση διαφορετικών γεύσεων.
Πηγές:
Bautista-Castaño I, Serra-Majem L. Relationship between bread consumption, body weight, and abdominal fat distribution: evidence from epidemiological studies. Nutr Rev. 2012 Apr;70(4):218-33. doi: 10.1111/j.1753-4887.2012.00454.x.
Aune D, Keum N, Giovannucci E, Fadnes LT, Boffetta P, Greenwood DC, Tonstad S, Vatten LJ, Riboli E, Norat T. Whole grain consumption and risk of cardiovascular disease, cancer, and all cause and cause specific mortality: systematic review and dose-response meta-analysis of prospective studies. BMJ. 2016 Jun 14;353:i2716. doi: 10.1136/bmj.i2716.
Το άρθρο μου δημοσιεύτηκε αρχικά στο Fitness Motivation Hellas