Λάδι καρύδας: τι ισχύει τελικά
Το λάδι καρύδας (coconut oil) είναι γνωστό κυρίως γιατί περιέχεται σε κρέμες σώματος και μαλλιών. Όμως, χρησιμοποιείται και στη μαγειρική, κυρίως σε χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας. Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει η «νέα διατροφική μόδα» και δεν είναι λίγοι εκείνοι που το χρησιμοποιούν καθημερινά στη μαγειρική και τη ζαχαροπλαστική. Επειδή είναι στερεό σε θερμοκρασία δωματίου το χρησιμοποιούν αντί για βούτυρο, ενώ πλέον και στο εμπόριο βρίσκουμε λίπη επάλειψης με έλαιο καρύδας! Και σίγουρα, αν και δεν το έχω δοκιμάσει, θα δίνει ένα ωραίο άρωμα και γεύση καρύδας!
Το λάδι καρύδας διαφημίζεται ως ένα «υγιεινό» λάδι, ένα «superfood» που βοηθά στην απώλεια βάρους, ενώ συνοδεύεται και από μια αρκετά υψηλή για την εποχή τιμή, γύρω στα 20 ευρώ το λίτρο! Τι ισχύει για αυτό το λάδι, ή καλύτερα λίπος;
Το λάδι-λίπος αυτό είναι πλούσιο σε κορεσμένα λιπαρά, και μάλιστα περιέχει πολύ περισσότερα κορεσμένα λιπαρά από το βούτυρο, το μοσχαρίσιο και το χοιρινό λίπος. Το κορεσμένο λίπος αυξάνει την LDL «κακή» χοληστερόλη, η οποία αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων. Επιπλέον, αν και αυξάνει και την HDL «καλή» χοληστερόλη, ως κορεσμένο λίπος, είναι προτιμότερο να επιλέξουμε ακόρεστα λιπαρά, που όχι μόνο μειώνουν την κακή, αλλά αυξάνουν και την καλή χοληστερόλη! Επίσης, το λάδι καρύδας δεν περιέχει τις βιταμίνες και τα αντιοξειδωτικά που βρίσκουμε στο εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο. Έτσι, λόγω της ελλιπούς θετικής επίδρασης στην υγεία, ο «American Heart Association» προτείνει την αποφυγή χρήσης του, ενώ άλλοι συστήνουν την χρήση του πιο σπάνια, εάν θέλουμε να φτιάξουμε ένα εξωτικό πιάτο, όπως Ταϋλανδέζικο!
Βέβαια, για τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων δεν αρκεί μόνο η μείωση κατανάλωσης κορεσμένων λιπαρών, αλλά χρειάζεται προσκόλληση σε μια υγιεινή διατροφή, όπως η Μεσογειακή Διατροφή, και τακτική άσκηση.
Άλλος ένας λόγος για τον οποίο το λάδι καρύδας έγινε γνωστό, είναι το γεγονός ότι η έρευνα έχει δείξει ότι τα τριγλυκερίδια μέσης αλυσίδας (MCT) μπορούν να αυξήσουν το μεταβολισμό περισσότερο από τριγλυκερίδια μακράς αλυσίδας. Το λάδι καρύδας περιέχει τέτοιου είδους τριγλυκερίδια, και σε μεγαλύτερη πυκνότητα απ’ ό,τι άλλα έλαια, επομένως θεωρήθηκε ότι το έλαιο καρύδας θα βοηθά στη μείωση του βάρους. Όμως, η έρευνα έγινε με 100% MCT έλαια που σχεδιάστηκαν για τη μελέτη, ενώ το λάδι καρύδας περιέχει μόνο 13-15% MCT. Άρα, το όποιο όφελος θα είχε για το μεταβολισμό κατά πάσα πιθανότητα θα ήταν πολύ - πολύ μικρό, αν όχι ανύπαρκτο!
Επομένως, μπορούμε να βάλουμε λάδι καρύδας πάνω στο σώμα μας, αλλά όχι μέσα στο σώμα μας, όπως τόνισε ο Frank Sacks, συγγραφέας ενός επιστημονικού άρθρου για το συγκεκριμένο λάδι.
Στην Ελλάδα, είμαστε πολύ τυχεροί καθώς μπορούμε να έχουμε σε χαμηλή τιμή εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο, του οποίου τα οφέλη για την υγεία είναι επιστημονικώς τεκμηριωμένα, όπως είναι και τα οφέλη της προσκόλλησης στη Μεσογειακή Διατροφή!
Μεσογειακή Διατροφή και Καρκίνος: πώς η προσκόλληση στην παραδοσιακή μας διατροφή, μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο να νοσήσουμε
Η Μεσογειακή Διατροφή είναι το διατροφικό πρότυπο που οι Κρήτες ακολουθούσαν τη δεκαετία του ΄60, και περιγράφτηκε στην μελέτη των 7 χωρών του Ancel Keys. Η Μεσογειακή Διατροφή χαρακτηρίζεται από υψηλή κατανάλωση φρούτων, λαχανικών, προϊόντων ολικής άλεσης και οσπρίων, μέτρια κατανάλωση γαλακτοκομικών, ψαριών και πουλερικών και χαμηλή κατανάλωση κόκκινου κρέατος. Το ελαιόλαδο χρησιμοποιούνταν για κάθε μαγειρική χρήση, ενώ το κρασί καταναλωνόταν με μέτρο.
Από την ανάδειξη της Μεσογειακής Διατροφής από τη μελέτη των 7 χωρών μέχρι σήμερα, έχουν διεξαχθεί πολλές μελέτες που δείχνουν ότι η προσκόλληση στη Μεσογειακή Διατροφή σχετίζεται με χαμηλότερο κίνδυνο για χρόνιες νόσους, όπως τα καρδιαγγειακά νοσήματα και τον καρκίνο.
Ο καρκίνος αποτελεί τη δεύτερη αιτία θανάτου ανά τον κόσμο και την Ελλάδα, ενώ παγκοσμίως οι διαγνώσεις πληθαίνουν, και αναμένεται έως το 2035, να έχουμε 24 εκατομμύρια διαγνώσεις καρκίνου, όταν το 2015 είχαμε 14,1 εκατομμύρια διαγνώσεις. Ο τρόπος ζωής μας, παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην πρόληψη του καρκίνου. Μάλιστα, το 1/3 των διαγνώσεων μπορούν να προληφθούν με μείωση σωματικού βάρους, βελτίωση διατροφής και αύξησης της φυσικής δραστηριότητας! Ένα στα 10 περιστατικά καρκίνου προλαμβάνονται μέσω υγιεινής διατροφής!
Πολλές μελέτες επισημαίνουν ότι η Μεσογειακή Διατροφή είναι ένα υγιεινό πρότυπο διατροφής, του οποίου η υιοθέτηση μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου. Μάλιστα, οι συστάσεις που δίδονται από μεγάλους οργανισμούς, συνάδουν με το πρότυπο της Μεσογειακής Διατροφής.
Η μελέτη EPIC (European Prognostic Investigation into Cancer and nutrition) με δεδομένα 10 χωρών, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, έδειξε ότι άτομα με μεγαλύτερη προσκόλληση στη Μεσογειακή Διατροφή, σε σχέση με άτομα που δείχνουν χαμηλότερη προσκόλληση σε αυτήν, έχουν χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου, ενώ μια μετα-ανάλυση με δεδομένα 56 μελετών, έδειξε ότι η υψηλότερη προσκόλληση στη Μεσογειακή Διατροφή σχετίζεται με 13% χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου από καρκίνο, και χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου π. εντέρου, μαστού, στομάχου, προστάτη, ήπατος, και κεφαλής και τραχήλου.
Όμως, αν εξετάσουμε ένα-ένα τα τρόφιμα που χαρακτηρίζουν τη Μεσογειακή Διατροφή ξεχωριστά, δεν θα βρούμε την ίδια προστατευτική δράση. Δηλαδή, είναι απαραίτητο να υιοθετήσουμε αυτό το διατροφικό πρότυπο ως σύνολο, και όχι κομμάτια από αυτό. Για παράδειγμα, δεν αρκεί να τρώμε μόνο λιγότερο κρέας, αλλά να τρώμε και περισσότερα προϊόντα ολικής άλεσης, λαχανικά και φρούτα.
Η Μεσογειακή Διατροφή είναι από τα πιο υγιεινά πρότυπα διατροφής που έχουν περιγραφεί. Είμαστε ιδιαίτερα τυχεροί που ζούμε σε μια χώρα (και σε νησί) που είναι εύκολο να την ακολουθήσουμε, ακόμα και μέσα στην οικονομική κρίση! Η πρόληψη είναι η καλύτερη θεραπεία, και στην περίπτωσή μας, η πρόληψη είναι όχι μόνο εύκολη, αλλά και γευστικότατη!
Διαλλειματική νηστεία: τι μας λέει η έρευνα;
Η διαλλειματική νηστεία, ή στα αγγλικά intermittent fasting, είναι μια ομάδα πρακτικών διατροφής, όπου η σίτιση δεν είναι σε τακτά χρονικά διαστήματα, αλλά σε περιόδους ημερών ή ωρών. Δηλαδή, τα άτομα είτε τρώνε 8 ώρες τη μέρα (πχ. 8:16) ή διαννείμουν την ενέργεια που καταναλώνουν κυρίως σε μερικές μέρες της εβδομάδας (πχ. 5:2). Η πρακτικές αυτές πολλές φορές συγκρίνονται με το Ραμαζάνι. Η διαλλειματική νηστεία έχει γίνει της μόδας, ειδικά για την απώλεια βάρους. Όμως τι έχει να μας πει η έρευνα σχετικά με την επίδρασή της στην υγεία και την απώλεια βάρους;
Αρχικά, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι δεν υπάρχουν μελέτες που να διαρκούν επαρκές χρονικό διάστημα, ενώ ταυτόχρονα λίγα άτομα έχουν πάρει μέρος στις μελέτες αυτές, καθώς και ο σχεδιασμός των μελετών δεν ευδοκιμεί τη σύγκριση μεταξύ τους, γεγονός που οδηγεί σε μη σαφή και μη ισχυρά συμπεράσματα.
Σχετικά με τη νηστεία ανά μέρα, τα δεδομένα είναι ασαφή σχετικά με μεταβολικούς βιοδείκτες, ενδεχομένως γιατί στις μελέτες έλαβαν μέρος υγιή άτομα. Αντίθετα, η πείνα φάνηκε αυξημένη και η διάθεση χαμηλή τις ημέρες της νηστείας.
Αναφορικά με τις διαιτες όπου για 2 μερες η ενεργειακη προσληψη ειναι αρκετα χαμηλή (μόλις το 25% των απαιτούμενων θερμίδων), σε άτομα με υπερβάλλον σωματικό βάρος φάνηκε αναμενόμενη απώλεια βάρους, η οποία όμως δεν διαφέρει από την αναμενόμενη απώλεια βάρους μιας τυπικής υποθερμιδικής διατροφής. Οι βιοδείκτες έδειξαν μικρή ή καμία βελτίωση, η οποία βεβαια μπορεί να οφείλεται στην απώλεια βάρους, και όχι σε ανωτερότητα της διαλλειματικής νηστείας.
Συστηματικές ανασκοπίσεις και μετα-αναλύσεις μελετών δείχνουν ότι δεν υπερέχει αυτού του τύπου η διαλλειματική νηστεία, από την τυπική υποθερμιδική διατροφή, είτε για την απώλεια βάρους, είτε για τους καρδιομεταβολικούς δείκτες.
Τέλος, η πλέον γνωστή μέθοδος διαλλειματικής νηστείας είναι εκείνη όπου τα άτομα καταναλώνουν την τροφή τους μέσα σε 8 ώρες του 24ώρου (πχ. 12:00- 20:00). Στην πράξη, δεν διαφέρει από την παράλλειψη του πρωινού (και την κατανάλωση του βραδινού σχετικά νωρίς για τον Έλληνα)! Σε μια μελέτη 6 εβδομάδων, δεν παρατητήθηκε όφελος σχετικά με την αλλαγή στο σωματικό βάρος, και ούτε στον γλυκαιμικό έλεγχο, τα λιπίδια, και τους δείκτες φλεγμονής σε σχέση με την ομάδα ελέγχου που έτρωγε κανονικά.
Κάθε νηστεία προ εξετάσεων θα έχει θετικό αποτέλεσμα σε βιοδείκτες. Για το λόγο αυτό μένουμε και νηστικοί πριν από αιματολογικές εξετάσεις. Επίσης, σε άτομα με δυσλιπιδαιμία ή μη ελεγχόμενες τιμές γλυκόζης, αναμένεται βελτίωση μετά από διατροφική παρέμβαση, δη σε μια σημαντική αλλαγή στον τρόπο σίτισης. Γενικά, η μέχρι τώρα υπάρχει έλλειψη ισχυρών αποτελεσμάτων για τη διαλλειματική νηστεία, ειδικά σε σχέση με την τυπική διατροφή. Σε ζωικά μοντέλα και σε κύτταρα (σε μελέτες in vitro - όχι σε οργανισμούς) μπορεί να παρατηρούνται θετικές επιδράσεις, οι οποίες όμως δεν μεταφράζονται στον άνθρωπο!
Εν κατακλείδι, δεν έχουμε δεδομένα για σαφή συμπεράσματα σχετικά με τις διάφορες πρακτικές της διαλλειματικής νηστείας, αλλά αναμένουμε υψηλής ποιότητας μελέτες στο μέλλον να διαλευκάνουν τη χρησιμότητά τους και τους πιθανούς κινδύνους. Αναφορικά με την απώλεια βάρους, μια οποιαδήποτε υποθερμιδική διατροφή θα οδηγήσει έστω βραχυπρόθεσμα σε απώλεια βάρους. Σίγουρα, κάποιοι προτιμούν να τρώνε τα γεύματά τους εντός 8 ωρών, ή για κάποιους η διελλειματική νηστεία είναι μια βιώσιμη μέθοδος απώλειας βάρους, αρκεί οι θερμίδες που λαμβάνονται να είναι χαμηλότερες των ενεργειακών απαιτήσεων του οργανισμού. Η ποιότητα της διατροφής είναι βαρυσήμαντη, και είναι ακρογωνιαίος λίθος για την υγεία μας.
Υπερβάλλον σωματικό βάρος στην παιδική ηλικία
Τα ποσοστά της παχυσαρκίας έχουν διπλασιαστεί στα παιδιά και τετραπλασιαστεί στους εφήβους τα τελευταία 30 χρόνια, γεγονός που αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα δημόσιας υγείας.
Σύμφωνα με τον οργανισμό OECD (Organization for Economic Co-operation and Development) τα Ελληνόπουλα κατέχουν την πρωτιά στο υπερβάρο και την παχυσαρκία στον κόσμο, με το 44% των αγοριών και το 39% των κοριτσιών να κατατάσσονται στο υπέρβαρο ή την παχυσαρκία.
Τα παιδιά με υπερβάλλον σωματικό βάρος βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο για πληθώρα ασθενειών βραχυπρόθεσμα, αλλά και μακροπρόθεσμα.
Οι παχύσαρκοι νέοι είναι πιθανότερο να εμφανίζουν παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα, προ-διαβήτη, προβλήματα στα οστά και τις αρθρώσεις, υπνική άπνοια, καθώς και κοινωνικά και ψυχολογικά προβλήματα.
Ως ενήλικες έχουν περισσότερες πιθανότητες να είναι παχύσαρκοι, γεγονός που αυξάνει τις πιθανότητες για προβλήματα υγείας, όπως καρδιαγγειακά, διαβήτη τύπου 2, διάφορους τύπους καρκίνου και οστεοαρθρίτιδα.
Το περιβάλλον που ευνοεί έναν υγιεινό τρόπο ζωής είναι το κλειδί στην αποφυγή και την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας.
Ανάμεσα στους παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση παιδικής παχυσαρκίας συγκαταλέγονται η συχνή κατανάλωση fast-food, τα ροφήματα με πρόσθετη ζάχαρη, η παράλειψη πρωινού, οι καθιστικές δραστηριότητες και το θετικό ισοζύγιο ενέργειας, καθώς και η διατροφή της μητέρας κατά την κύηση.
Τα προϊόντα των fast-food είναι ενεργειακά πυκνά, πλούσια σε αλάτι και λίπος, καθώς και ζάχαρη. Μάλιστα, όσον αφορά τα αναψυκτικά και τα φρουτοποτά, ένα κουτάκι μπορεί να περιέχει από 2 έως 16 κουταλάκια του γλυκού πρόσθετη ζάχαρη, ενώ η έρευνα έχει δείξει ότι τα παιδιά που τα καταναλώνουν έχουν ελλιπή πρόσληψη θρεπτικών συστατικών.
Η παράλειψη του πρωινού χρησιμοποιείται από εφήβους ως τρόπος αδυνατίσματος. Αντιθέτως, εκτός του ότι οδηγεί σε υπερκατανάλωση μέσα στη μέρα, έχει βρεθεί ότι τα παιδιά που δεν τρώνε πρωινό έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να γίνουν υπέρβαρα.
Χαμηλά επίπεδα φυσικής δραστηριότητας σχετίζονται με ανισορροπία του ενεργειακού ισοζυγίου και ανάπτυξη υπερβάλλοντος λιπώδους ιστού. Μάλιστα, καθιστικές δραστηριότητες, όπως η παρακολούθηση τηλεόρασης και η χρήση ηλεκτρονικών παιχνιδιών κάτω από 2 ώρες ημερησίως σχετίζεται με μειωμένη πιθανότητα να είναι ένα παιδί υπέρβαρο.
Επιπλέον, η παρακολούθηση τηλεόρασης συνοδεύεται από κατανάλωση λιγότερο υγιεινού φαγητού, ενώ οι διαφημίσεις επηρεάζουν τις διατροφικές επιλογές.
Η ενεργειακή δαπάνη είναι σημαντική, όχι μόνο στην ανάπτυξη, αλλά και στην προστασία από την παχυσαρκία. Για τα παιδιά συστήνεται 60 λεπτά μέτριας με υψηλής έντασης άσκηση, η οποία είναι κατάλληλη για εκείνα, είναι ευχάριστη και αποτελείται από πληθώρα δραστηριοτήτων.
Τέλος, προγεννητικοί παράγοντες επηρεάζουν τις πιθανότητες για υπέρβαρο και παχυσαρκία. Ο διαβήτης κύησης, το κάπνισμα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, το χαμηλό βάρος γέννησης και η μετέπειτα απότομη ανάπτυξη, καθώς και η απουσία ή η μικρή χρονική διάρκεια θηλασμού αποτελούν παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση παιδικής παχυσαρκίας.
Το υπερβάλλον σωματικό βάρος επηρεάζεται από τα γονίδια και το περιβάλλον. Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι αν κάποιος έχει γονίδια που συνδέονται με την παχυσαρκία θα είναι παχύσαρκος!
Ζώντας σε ένα παχυσαρκιογόνο περιβάλλον, είναι απαραίτητη η έγκαιρη παρέμβαση με στόχο ένα υγιές σωματικό βάρος και τακτική σωματική άσκηση, ενώ η συμβολή της εγκυμοσύνης δεν πρέπει να παραγκωνίζεται.