Ελαιόλαδο ή εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο;
Στην καθημερινότητα μπορεί να αναφερόμαστε στο ελαιόλαδο που χρησιμοποιούμε απλώς ως «ελαιόλαδο», εφόσον είναι το έλαιο της ελιάς. Στην βιομηχανία τροφίμων όμως, και σύμφωνα με τη νομοθεσία το ελαιόλαδο δεν είναι αυτό που νομίζουμε και αυτό που έχουμε συνηθίσει.
Αναφορικά με το έλαιο της ελιάς διακρίνουμε τρεις κατηγορίες. Το «εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο», το «παρθένο ελαιόλαδο» και το «ελαιόλαδο». Τα τρία διαφορετικά αυτά έλαια διαφέρουν στην τιμή, την γεύση, το χρώμα και τα οργανοληπτικά τους χαρακτηριστικά, και τα αντιοξειδωτικά. Το έλαιο που συνήθως χρησιμοποιούμε στο σπίτι, ως νησί ελαιοπαραγωγών είναι το «εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο».
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη νομοθεσία το «εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο» είναι το έλαιο της ελιάς, το οποίο λαμβάνεται μέσω μηχανικών μεθόδων (ψυχρή εκχύλιση) ή άλλων φυσικών επεξεργασιών που δεν επιφέρουν αλλοίωση του ελαίου (πλύση και έκθλιψη ελαιοκάρπου, μετάγγιση, φυγοκέντριση και διήθηση ελαίου) και έχει οξύτητα μικρότερη του 0,8%. Το «παρθένο ελαιόλαδο» λαμβάνεται μέσω των παραπάνω μεθόδων και έχει οξύτητα μικρότερη του 2%, ενώ το «ελαιόλαδο» είναι μείγμα εξευγενισμένου ελαιολάδου (βλ. παρακάτω) και βρώσιμου παρθένου ελαιολάδου με οξύτητα όχι μεγαλύτερη από 1%.
Ας μην ξεχνάμε όμως και το ελαιόλαδο λαμάντε, το οποίο προέρχεται από ελαιόλαδο, το οποίο λαμβάνεται μέσω μηχανικών μεθόδων (ψυχρή εκχύλιση) ή άλλων φυσικών επεξεργασιών που δεν επιφέρουν αλλοίωση του ελαίου, αλλά έχει οξύτητα μεγαλύτερη του 2% και δεν είναι κατάλληλο προς κατανάλωση, αλλά ύστερα από επεξεργασία μετατρέπεται σε εξευγενισμένο ή ραφιναρισμένο ελαιόλαδο.
Τα παραπάνω έλαια διαφέρουν αρκετά στο χρώμα και την οσμή, με τα βέλτιστα χαρακτηριστικά να ανήκουν στο «εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο», ενώ υπάρχουν και διαφορές στη συγκέντρωση αντιοξειδωτικών και άλλων ευεργετικών για την υγεία ουσιών.
Το ελαιόλαδο διαθέτει και ισχυρισμό υγείας, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA). Η κατανάλωση πολυφαινολών ελαιολάδου προστατεύει την LDL-χοληστερόλη από την οξείδωση, ύστερα από καθημερινή κατανάλωση 5mg υδροξυτυροσόλης και παραγώγων της (σύμπλεγμα ελευρωπαΐνης και τυροσόλης), τα οποία προέρχονται από 20γρ. ελαιόλαδο. Παράλληλα, το ελαιόλαδο είναι τρόφιμο με «υψηλή περιεκτικότητα σε μονοακόρεστα λιπαρά».
Στο ελαιόλαδο δεν προστίθενται συντηρητικά. Για την βέλτιστη συντήρηση του ελαιολάδου θα πρέπει να φυλάσσεται σε δροσερό, σκιερό μέρος, σε δοχείο με σκούρο χρώμα. Ιδανικά θα πρέπει να καταναλώνεται εντός 18 μηνών.
Κατά το μαγείρεμα καλό είναι να χρησιμοποιείται προς το τέλος, έτσι ώστε να διατηρηθούν οι αντιοξειδωτικές ουσίες που περιέχει. Μάλιστα, χάρη σε αυτές τις αντιοξειδωτικές ουσίες το ελαιόλαδο δεν «καταστρέφεται» εύκολα, καθώς τα αντιοξειδωτικά «θυσιάζονται» για να παραμείνουν τα ακόρεστα λιπαρά του ελαιολάδου αναλλοίωτα. Όμως αυτό σημαίνει ότι δεν θα προσφέρουμε στον οργανισμό μας όλα αυτά τα αντιοξειδωτικά αν αφήσουμε για πολλή ώρα το ελαιόλαδο σε υψηλές θερμοκρασίες.
Τέλος, άλλη μια παρανόηση σχετικά με το ελαιόλαδο και άλλα έλαια είναι η θερμιδική πυκνότητά του. Το ελαιόλαδο, όπως και όλα τα άλλα έλαια (π.χ. ηλιέλαιο) περιέχουν 9 θερμίδες ανά γραμμάριο. Επομένως, είτε χρησιμοποιήσουμε ελαιόλαδο είτε κάποιο άλλο έλαιο, το θερμιδικό περιεχόμενο παραμένει το ίδιο, αλλά η ποιότητα του ελαιολάδου (ειδικά του «εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου») είναι σαφώς ανώτερη.
Συνοψίζοντας, στο τρόφιμο ελαιόλαδο έχουμε διάφορες κατηγορίες και ποιότητες. Ας δώσουμε προσοχή στο ελαιόλαδο που αγοράζουμε ή/και παράγουμε, και ας παρατηρήσουμε και τα τρόφιμα (παξιμάδια, κριτσίνια, κ.α.) που αγοράζουμε τα οποία επί το πλείστον χρησιμοποιούν «ελαιόλαδο».
Βιβλιογραφία
Συμμετοχή στο 2ο European Lifestyle Medicine Congress
Στο 2ο European Lifestyle Medicine Congress παρουσίασα, εκ μέρους της ομάδας μας 7 εργασίες, εκ των οποίων 6 ποστερ & 1 προφορική παρουσίαση.
Η θεματολογία των εργασιών ήταν:
- Ο ρόλος του μητρικού θηλασμού στον έλεγχο σωματικού βάρους των μητέρων & των παιδιών τους
- Ο ρόλος της Ελληνοορθόδοξης νηστείας στην υγεία
- Ο ρόλος των cranberry στην πρόληψη ουρολοιμώξεων σε ασθενείς με γυναικολογικούς καρκίνους & καρκίνο του προστάτη
- Ο ρόλος των blueberry στην πρόληψη & αντιμετώπιση χρόνιων ασθενειών
- Ο ρόλος των διατροφικών συνηθειών στην υγεία των επαγγελματιών υγείας
- Ο ρόλος της άσκησης & της διατροφής στη σαρκοπενία
- Ο ρόλος της διατροφής στην ανάπτυξη πολλαπλής σκλήρυνσης (σκλήρυνση κατά πλάκας)
Τα πόστερ είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα του συνεδρίου (πατήστε εδώ).
Δείτε επίσης εδώ.
Διατροφική μαγιά: Τι είναι και πώς χρησιμοποιείται;
Η διατροφική μαγιά έχει κάνει την εμφάνισή της σε χορτοφαγικές συνταγές τα τελευταία χρόνια, και έχει τραβήξει το ενδιαφέρον των καταναλωτών.
Η διατροφική μαγιά προέρχεται από τον ίδιο μύκητα όπως η μαγιά που χρησιμοποιούμε στην αρτοζαχαροπλαστική και στη μπύρα, τον Saccharomyces cerevisiae, έχοντας υποστεί διαφορετική επεξεργασία, και πωλείται σε μορφή σκόνης ή ως μικρές νιφάδες.
Στη διατροφική μαγιά, ο μύκητας απενεργοποιείται («σκοτώνεται») με αποτέλεσμα να λαμβάνουμε τα θρεπτικά συστατικά του, με τυρένια & αλμυρή γεύση.
Η διατροφική μαγιά είναι ένα vegan προϊόν, το οποίο αποτελεί πηγή βιταμινών του συμπλέγματος Β, ιχνοστοιχείων Ψευδαργύρου, Σεληνίου και Μαγγανίου, καθώς και αντιοξειδωτικών. Στην πλειοψηφεία των προιόντων διατροφικής μαγιάς, έχουν προστεθεί επιπλέον βιταμίνες, οι οποίες αναγράφονται στην διατροφική ετικέτα!
Πέρα από τα μικροθρεπτικά συστατικά, η διατροφική μαγιά περιέχει και πρωτεϊνη υψηλής βιολογικής αξίας, περί τα 2 γραμμάρια ανά κουταλιά της σούπας και φυτικές ίνες περί τα 5 γραμμάρια ανά 2 κουταλιές της σούπας. Έτσι, η διατροφική μαγιά αποτελεί μια πολύ καλή επιλογή για άτομα που ακολουθούν χορτοφαγικές και vegan διατροφές.
Πώς χρησιμοποιείται η διατροφική μαγιά;
- Στη θέση του τυριού σε ζυμαρικά
- Για έξτρα γεύση σε αρτοσκευάσματα (πχ. αλμυρα muffins), σαλάτες, σάλτσες και γεύματα όπως σούπες ή πουρέ
- Σε ποπκορν
Διαιτολόγος-Διατροφολόγος: Επαγγελματίας Ομορφιάς ή Επαγγελματίας Υγείας;
Έχουμε συνδυάσει το επάγγελμα του διαιτολόγου-διατροφολόγου με τον έλεγχο του σωματικού βάρους, και ειδικά την απώλεια βάρους. Στην πραγματικότητα, αν και ο ρόλος του διαιτολόγου ως ειδικός σε θέματα βάρους είναι εκείνος ο οποίος επικοινωνείται πιο συχνά, ο ρόλος του στην πρόληψη και την αντιμετώπιση ασθενειών είναι εκείνος που τον καθιστά σημαντικό και απαραίτητο μέλος μιας διεπιστημονικής ομάδας στην πρόληψη και αντιμετώπιση χρόνιων ασθενειών, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης (τύπου Ι & ΙΙ), τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ο καρκίνος και οι νεφροπάθειες, καθώς και παραγόντων κινδύνου των παραπάνω ασθενειών (υπερβάλλον σωματικό βάρος, δυσλιπιδαιμίες, υπέρταση κ.α.).
Ως ειδικός ελέγχου του σωματικού βάρους ο διαιτολόγος-διατροφολόγος είναι δίπλα στο άτομο με σκοπό την αξιολόγηση της σύστασης του σώματός του, την αξιολόγηση των διατροφικών συνηθειών και την εκπαίδευσή του για την βελτίωση αυτών, ενώ σημαντική είναι και η «προπόνηση» του ατόμου για πρόληψη και αντιμετώπιση των «επικίνδυνων» καταστάσεων που επηρεάζουν την προσκόλληση σε έναν υγιεινό τρόπο ζωής, και των διαστρεβλωμένων πεποιθήσεων σχετικά με τη διατροφή. Έτσι, το άτομο, ύστερα από την ολοκλήρωση του προγράμματος διατροφής θα έχει τα εφόδια για τη διατήρηση του υγιούς τρόπου διατροφής, υγιή σχέση με το φαγητό και την εικόνα του σώματός του, ενώ θα έχει καταφέρει να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης πληθώρας χρόνιων νόσων.
Ως ειδικός στην κλινική πράξη σχετικά με ασθενείς που βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο για την εμφάνισή τους, ο διαιτολόγος-διατροφολόγος θα παρέμβει με σκοπό τη μείωση του κινδύνου αυτού, τη βελτίωση των διατροφικών συνηθειών του ατόμου, παράλληλα με τις αρμόζουσες τροποποιήσεις στη διατροφή, και θα αποτελέσει αναπόσπαστο κομμάτι της διεπιστημονικής ομάδας που παρακολουθεί τον ασθενή.
Αναφορικά με τη διαιτολογική παρέμβαση σε άτομα που πάσχουν από νόσους σχετιζόμενες με τη διατροφή στόχος είναι η βελτίωση των σχετικών δεικτών υγείας και η βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Απαραίτητη είναι η αξιολόγηση της κατάστασης θρέψης του ατόμου, και εν συνεχεία η διατήρηση ή η βελτίωσή της, καθώς παίζει σημαντικό ρόλο στην πρόγνωση του ασθενούς και την εξέλιξη της νόσου. Παράλληλα, ο διαιτολόγος-διατροφολόγος θέτει σε εφαρμογή τις οδηγίες κλινικής διατροφής έγκριτων οργανισμών, καταρτίζοντας πρόγραμμα και οδηγίες με τις απαραίτητες διαιτητικές τροποποιήσεις. Επίσης, σημαντική είναι η διατήρηση της απόλαυσης του φαγητού σε αυτές τις ομάδες ασθενών. Δυστυχώς, πολλές φορές βλέπουμε να παραλείπεται ο διαιτολόγος-διατροφολόγος στην αντιμετώπιση ασθενειών, με αποτέλεσμα να επιδεινώνεται η κατάσταση θρέψης, επομένως και η κατάσταση της υγείας του ασθενούς. Για παράδειγμα, στον καρκίνο, η μη-βελτιστοποίηση της κακής κατάσταση θρέψης μπορεί να επιφέρει από αυξημένες παρενέργειες της θεραπείας, έως διακοπή της θεραπείας, ακόμη και θάνατο από καρκινική καχεξία.
Η διαιτολογία είναι μια πολύ σημαντική επιστήμη, της οποίας η πρόοδος έχει συντελέσει στην καλύτερη πρόληψη και αντιμετώπιση ασθενειών.
Συνεπώς, ο διαιτολόγος-διατροφολόγος είναι ουσιαστικά ένας επαγγελματίας υγείας, με αναγνωρισμένη άδεια ασκήσεως επαγγέλματος (Υπουργικό Διάταγμα 133/2014), ενώ η διαιτολογική πράξη εφαρμόζεται αποκλειστικά και μόνο από αδειούχους διαιτολόγους-διατροφολόγους.
Είναι απαραίτητο να απευθυνόμαστε στους αδειούχους διαιτολόγους-διατροφολόγους, καθώς αρκετά περιστατικά ατόμων που παριστάνουν τους διαιτολόγους-διατροφολόγους ή δίνουν -μη έγκυρες- συμβουλές διατροφής έχουν παρατηρηθεί και καταγγελθεί ανά την επικράτεια.