Νερό & Αδυνάτισμα
Θα έχετε ακούσει τη συμβουλή να πίνετε νερό για να χάσετε βάρος. Ισχύει αυτή η συμβουλή;
Καταρχας, είναι σημαντικό να αναφέρουμε οτι το νερό είναι απαραίτητο για τη διατήρηση μας στη ζωή, καθώς έχει βαρυσήμαντο ρόλο στον μεταβολισμό των κυττάρων, τη μεταφορά των θρεπτικών συστατικών και του οξυγόνου στους ιστούς, στην αποβολή των άχρηστων προΐόντων του μεταβολισμού, στην ενυδάτωση των αρθρώσεων, στην προστασία του εγκεφάλου, της σπονδυλικής στήλης και των εμβρύων (μέσω αμνιακού υγρού) από τους κραδασμούς και στη διατήρηση της θερμοκρασίας του σώματος.
Η γενική οδηγία είναι να καταναλώνουμε τουλάχιστον 6-8 ποτήρια υγρών την ημέρα, ενώ το καλοκαιρι οι αναγκες μας σε υγρα ειναι αυξημένες. Πέρα από το νερό στα υγρά ανήκουν το ανθρακούχο νερό, το τσάι και τα ροφήματα, ο καφές, το γάλα, οι σούπες, οι χυμοί (επιλέξτε πιο σπάνια) και τα αναψυκτικά (επιλέξτε πιο σπάνια, και προτιμήστε εκείνα χωρίς ζάχαρη) και μπορούν να βοηθήσουν στην κάλυψη των αναγκών! Αν και ο καφές και το τσάι έχουν ήπια διουρητική δράση, αυτή είναι παροδική και δεν οδηγεί σε αφυδάτωση, αν η κατανάλωσή τους δεν είναι υπερβολική!
Το νερό βοηθά στο αδυνάτισμα;
Οι μελέτες που έχουν γίνει ανά τον κόσμο, παρουσιάζουν μια ιδιαιτερότητα σχετικά με την κατανάλωση νερού και υγρών, καθώς το νερό είναι απαραίτητο για τη ζωή, ενώ οι μελέτες ειναι ακρετά ετερογενείς μεταξύ τους, οδηγώντας σε μικτά αποτελέσματα.
Μελέτες σε άτομα που ακολουθούν πλάνο για απώλεια βάρους ή διατήρηση της απώλειας του βάρους, φαίνεται η αυξημένη πρόσληψη νερού να έχει ευεργετική επίδραση, όμως η αυξημένη πρόσληψη υγρών φαίνεται να οδηγεί μικτά αποτελέσματα, οπότε και σε ασαφή συμπεράσματα σε άτομα που δεν βρίσκονται σε πρόγραμμα.
Αναφορικά με την ευεργετική επίδραση του νερού στην απώλεια βάρους, φαίνεται ότι όταν το νερό αντικαθιστά άλλα υγρά όπως αναψυκτικά, χυμούς & γάλα, μειώνεται η ενεργειακή (θερμιδική) πρόσληψη με αποτέλεσμα μεγαλύτερη απώλεια βάρους.
Η κατανάλωση νερού πριν από ένα γεύμα, βέβαια, φαίνεται να οδηγεί σε μικρότερη ενεργειακή πρόσληψη στο γεύμα.
Τέλος, φαίνεται ότι άτομα με υψηλότερη πρόσληψη υγρών έχουν πιο υγιή σύσταση σώματος (ποσοστό λίπους) και βάρος σώματος.
Το νερό με λεμόνι οδηγεί σε αποτοξίνωση & απώλεια βάρους;
Συχνά ακούμε από διάσημους (και μη) ότι ξεκινούν την ημέρα τους με ένα ποτήρι νερό με λεμόνι για τις ευεργετικές του ιδιότητες. Οι ιδιότητες που αναφέρουν συχνά είναι η απώλεια βάρους, η λιποδιάλυση και η αποτοξίνωση του οργανισμού.
Πέρα από την μικρή προς μέτρια ποσότητα βιταμίνης C που παίρνουμε με το να προσθέτουμε χυμό λεμονιού στο νερό μας, και το γεγονός οτι πίνουμε νερό/υγρά δεν υπάρχουν επιπλέον πλεονεκτήματα.
Όσον αφορά τη λιποδιάλυση και την απώλεια βάρους, κάτι τέτοιο δεν γίνεται. Δεν υπάρχει τροφή ή ρόφημα που θα καταναλώσουμε και θα πάει να "διαλύσει" ή "κάψει" το λίπος του σώματός μας, καθώς κάτι τέτοιο δεν υποστηρίζεται από την φυσιολογία του σώματος. Επίσης, αναφορικά με την αποτοξίνωση του οργανισμού, αυτή γίνεται συνεχώς από τον οργανισμό μας, μέσω νεφρών και ήπατος. Δεν υπάρχει τρόφιμο ή δίαιτα που θα οδηγήσει στην αποτοξίνωση του οργανισμού. Για να υποστηριχτεί η αποτοξίνωση του οργανισμού είναι η βέλτιστη λειτουργία του, και αυτό που χρειάζεται είναι να ακολουθούμε μια πλήρη & ισορροπημένη διατροφή, και να προσλαμβάνουμε πληρθώρα θρεπτικών συστατικών!
Ξέρετε πόσα υγρά χρειάζεται το σώμα μας; Ανακαλύψτε το εδώ.
Συμπερασματικά, για την απώλεια βάρους, η επαρκής κατανάλωση νερού, και η προτίμηση στο νερό σε σχέση με άλλα υγρά με θερμίδες φαίνεται να έχει οφέλη, ειδικά σε άτομα που ακολουθούν πρόγραμμα απώλειας βάρους.
Πηγές
Fluid (water and drinks): Food Fact Sheet
Association between water consumption and body weight outcomes: a systematic review
Effect of Pre-meal Water Consumption on Energy Intake and Satiety in Non-obese Young Adults
Immediate pre-meal water ingestion decreases voluntary food intake in lean young males
Association between Hydration Status and Body Composition in Healthy Adolescents from Spain
Influence of Water Intake and Balance on Body Composition in Healthy Young Adults from Spain
Changes in Body Weight, Body Composition, Phase Angle, and Resting Metabolic Rate in Male Patients with Stage IV Non-Small-Cell Lung Cancer Undergoing Therapy
Detopoulou, Paraskevi, Theodora Tsiouda, Maria Pilikidou, Foteini Palyvou, Eirini Tsekitsidi, Maria Mantzorou, Persefoni Pezirkianidou, Krystallia Kyrka, Spyridon Methenitis, Gavriela Voulgaridou, Pavlos Zarogoulidis, Rena Oikonomidou, Dimitris Matthaios, Κonstantinos Porpodis, Dimitrios Giannakidis, and Sousana K. Papadopoulou. 2022. "Changes in Body Weight, Body Composition, Phase Angle, and Resting Metabolic Rate in Male Patients with Stage IV Non-Small-Cell Lung Cancer Undergoing Therapy" Medicina58, no. 12: 1779. https://doi.org/10.3390/medicina58121779
Background and Objectives: Cancer treatments can adversely influence body weight status, body composition, phase angle (PhA), and resting metabolic rate (RMR), which could possibly affect disease course. Τhe aim was to assess differences in body composition, PhA, RMR, and related parameters in non-small-cell lung cancer (NSCLC) patients after treatment. Methods: The sample consisted of 82 NSCLC (stage IV) male patients (chemotherapy (C) 15.7%; immunotherapy (I) 13.3%; C + I 25.3%; (C) + radiotherapy (R) 22.9 %; and other 15.5%). Body weight and body composition, PhA, RMR, oxygen consumption (VO2), ventilation rate, and diet were assessed at baseline and at 3 months after initiation of therapy. Results: Reductions in PhA, RMR, VO2, ventilation rate, and intracellular water were observed at follow up. Weight loss was evident for 45% of patients who also had a reduction in lean body mass. In the group under C, lean mass was reduced at follow up (55.3 ± 11.53 vs. 52.4 ± 12.6, p = 0.04) without significant weight changes. In subjects with a low adherence to the Mediterranean diet (MedDietScore < 30), RMR (1940 ± 485 vs. 1730 ± 338 Kcal, p = 0.001), VO2 (277.1 ± 70.2 vs. 247 ± 49.1 mL/min, p = 0.001), and ventilation rate (10.1 ± 2.28 vs. 9. ± 2 2.2 L/min, p = 0.03) were significantly reduced. The changes in body weight were positively related to % of change in fat mass (rho = 0.322, p = 0.003) and absolute lean mass change (rho = 0.534, p < 0.001) and negatively associated with % of change in total body water (rho = −0.314, p = 0.004) (Spearman correlation coefficients). Conclusions: In conclusion, cancer therapy related to reductions in PhA and RMR, while lean mass reduction may be related to the type of treatment. Our results emphasize the importance of a more holistic nutritional and body composition assessment beyond body weight, to better address patients’ needs in clinical practice.
Αλλαγές στο σωματικό βάρος, τη σύσταση του σώματος, τη γωνία φάσης και τον μεταβολικό ρυθμό ηρεμίας σε άνδρες ασθενείς με μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα σταδίου IV που υποβάλλονται σε θεραπεία
Οι θεραπείες για τον καρκίνο μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά την κατάσταση του σωματικού βάρους, τη σύσταση του σώματος, τη γωνία φάσης (PhA) και τον μεταβολικό ρυθμό ηρεμίας (RMR), τα οποία θα μπορούσαν ενδεχομένως να επηρεάσουν την πορεία της νόσου. Ο στόχος ήταν να αξιολογηθούν οι διαφορές στη σύσταση σώματος, PhA, RMR και σχετικών παραμέτρων σε ασθενείς με μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα (NSCLC) μετά τη θεραπεία.
Το δείγμα αποτελούνταν από 82 άρρενες ασθενείς με NSCLC (στάδιο IV) (χημειοθεραπεία (C) 15,7%, ανοσοθεραπεία (I) 13,3%, C + I 25,3%, (C) + ακτινοθεραπεία (R) 22,9 % και άλλοι 15,5% ). Το σωματικό βάρος και η σύσταση σώματος, η PhA, ο RMR, η κατανάλωση οξυγόνου (VO2), ο ρυθμός αερισμού και η διατροφή αξιολογήθηκαν κατά την έναρξη και 3 μήνες μετά την έναρξη της θεραπείας.
Μειώσεις στη PhA, τον RMR, τη VO2, τον ρυθμό αερισμού και το ενδοκυτταρικό νερό παρατηρήθηκαν κατά την παρακολούθηση. Η απώλεια βάρους ήταν εμφανής για το 45% των ασθενών που είχαν επίσης μείωση της άλιπης μάζας σώματος. Στην ομάδα υπό χημειοθεραπεία, η άλιπη μάζα μειώθηκε κατά την παρακολούθηση (55,3 ± 11,53 έναντι 52,4 ± 12,6, p = 0,04) χωρίς σημαντικές αλλαγές βάρους. Σε άτομα με χαμηλή προσκόλληση στη Μεσογειακή Διατροφή (MedDietScore < 30), ο RMR (1940 ± 485 έναντι 1730 ± 338 Kcal, p = 0,001), η VO2 (277,1 ± 70,2 έναντι 247 ± 1 ± 09 λεπτά) και ο ρυθμός αερισμού (10,1 ± 2,28 έναντι 9, ± 2 2,2 L/min, p = 0,03) μειώθηκαν σημαντικά. Οι αλλαγές στο σωματικό βάρος συσχετίστηκαν θετικά με το % της αλλαγής στη μάζα λίπους (rho = 0,322, p = 0,003) και την απόλυτη αλλαγή της άλιπης μάζας (rho = 0,534, p < 0,001) και σχετίστηκαν αρνητικά με το % της αλλαγής στο συνολικό νερό του σώματος ( rho = −0,314, p = 0,004) (Συντελεστές συσχέτισης Spearman).
Συμπερασματικά, η θεραπεία του καρκίνου σχετίζεται με μειώσεις της PhA και του RMR, ενώ η μείωση της άλιπης μάζας μπορεί να σχετίζεται με το είδος της θεραπείας. Τα αποτελέσματά μας τονίζουν τη σημασία μιας πιο ολιστικής αξιολόγησης της διατροφής και της σύστασης του σώματος πέρα από το σωματικό βάρος, για την καλύτερη αντιμετώπιση των αναγκών των ασθενών στην κλινική πράξη.
Το άρθρο είναι ελεύθερο προς ανάγνωση στη σελίδα του επιστημονικού περιοδικού εδώ. Τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στους συγγραφείς.
Από πότε οι πατάτες είναι ανθυγιεινές;
Κατά καιρούς διάφορα ντοκιμαντέρ βγαίνουν στον αέρα σχετικά με τη διατροφή και την υγεία. Δυστυχώς, πολλές φορές τα ντοκιμαντέρ έχουν σκοπό να οδηγήσουν σε ένα συγκεκριμένο συμπέρασμα, χωρίς να είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο, όπως το ντοκιμαντέρ «What the Health?» που οδήγησε πολλούς να πιστεύουν ότι μια vegan διατροφή είναι η μοναδική υγιεινή διατροφή που πρέπει να ακολουθεί κανείς, και ότι οργανισμοί υγείας δεν γνωρίζουν από επιστημονική τεκμηρίωση, εφόσον οι τηλεφωνητές των οργανισμών δεν μπορούσαν να απαντήσουν στις ερωτήσεις του παρουσιαστή!
Φέτος, είναι σειρά του BBC, με την εκπομπή - ντοκιμαντέρ «The truth about carbs» να παραπλανήσει το κοινό, σχετικά με τους υδατάνθρακες και τις πατάτες! Δημοσιεύματα μετά την εκπομπή ισχυρίζονταν ότι οι πατάτες περιέχουν διπλάσια ζάχαρη από την coca - cola! Όμως κάτι τέτοιο δεν ισχύει! Οι πατάτες, όπως και άλλα λαχανικά, όσπρια και σιτηρά περιέχουν λίγα σάκχαρα, πάρα πολύ λιγότερα από 19 κουταλάκια του γλυκού βέβαια, περίπου στο ένα με δύο γραμμάρια ανά πατάτα! Επιπλέον, τα σάκχαρα που περιέχονται στα φρούτα, τα λαχανικά, τα όσπρια και τα σιτηρά και στο γάλα δεν μετρούν στα ελεύθερα σάκχαρα, όπως η ζάχαρη που περιέχεται στα αναψυκτικά! Αυτό συμβαίνει καθώς τα σάκχαρα των παραπάνω τροφίμων είναι σε μικρή ποσότητα, βρίσκονται σε θρεπτικά τρόφιμα, πλούσια σε βιταμίνες, πρωτεΐνες, μέταλλα, και φυτικές ίνες.
Οι υδατάνθρακες, το κύριο καύσιμο του οργανισμού μας, από όποιο τρόφιμο και να προέρχονται μετατρέπονται σε γλυκόζη, ενώ το σώμα μας δεν καταλαβαίνει από ποιό τρόφιμο προέρχονται τα μακροθρεπτικά και τα μικροθρεπτικά συστατικά. Σχετικά με την γλυκαιμία, δεν θέλουμε μεγάλες αυξομειώσεις στη συγκέντρωση της γλυκόζης του αίματός μας, δηλαδή θέλουμε οι υδατάνθρακες να περνούν αργά στην κυκλοφορία του αίματός μας. Ενώ τα ελεύθερα σάκχαρα, δηλαδή η ζάχαρη, από τα αναψυκτικά θα περάσουν πολύ γρήγορα στην κυκλοφορία του αίματος, οι υδατάνθρακες από την πατάτα (ειδικά αν είναι με το φλούδι), τη γλυκοπατάτα, και τα προϊόντα ολικής άλεσης θα περάσουν πιο αργά στην κυκλοφορία του αίματος, χάρη στη δομή του αμύλου και τις φυτικές ίνες που περιέχουν. Επομένως, οι υδατάνθρακες που περιέχονται στις πατάτες δεν μπορούν να συγκριθούν με τη ζάχαρη που περιέχεται στα αναψυκτικά και τους χυμούς!
Συνεπώς, οι πατάτες, και άλλες πηγές αμύλου - υδατανθράκων όχι μόνο δεν είναι ανθυγιεινές σαν τρόφιμο, αλλά μας παρέχουν και θρεπτικά συστατικά! Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι η υπερκατανάλωση πατάτας ή άλλων πηγών αμύλου είναι θεμιτή, καθώς το σώμα μας χρειάζεται πληθώρα θρεπτικών συστατικών, τα οποία λαμβάνει από διάφορες ομάδες τροφίμων!
Άλλωστε, μια υγιεινή διατροφή δεν απαγορεύει τρόφιμα ή ομάδες τροφίμων, ενώ αντιθέτως οι πηγές αμύλου και ειδικά τα προϊόντα ολικής άλεσης βρίσκονται στην βάση της πυραμίδας της Μεσογειακής Διατροφής, και τα χρειαζόμαστε στην καθημερινότητά μας.
Effects of curcumin consumption on human chronic diseases: a narrative review of the most recent clinical data
Δημοσιεύτηκε το 2ο επιστημονικό άρθρο μου, μια ανασκόπιση με των πρόσφατων κλινικών δεδομένων για τη συμπληρωματική χορήγηση κουρκουμίνης σε χρόνιες νόσους.
Η κουρκουμίνη (diferuloylmethane), είναι συσατικό του κουρκουμά (turmeric, Curcuma longa), του οποίου η αντιβακτηριακή δράση παρατηρήθηκε το 1949. Από τότε μελέτες έχουν αναδείξει ότι αυτή η πολυφαινόλη έχει αντιφλεγμονώδη, αντικαρκινική, υπογλυκαιμική, αντιοξειδωτική και αντιική δράση, γεγονός που υποδεικνύει ότι μπορεί να έχει θετική επίδραση σε χρόνιες νόσους, μέσω επίδρρασής της στην παραγωγή ελευθέρων ριζών, στο οξειδωτικό στρες, και στη φλεγμονή, μεταξύ άλλων. Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν γίνει αρκετές μελέτες για τη χρήση της κουρκουμίνης σε ανθρώπους, ενώ οι πωλήσεις σκευασμάτων κουρκουμίνης έχουν αυξητική τάση.
Abstract
Numerous clinical trials have investigated the potential beneficial effects of curcumin supplementation against several human chronic diseases. Up to now, it has been claimed that curcumin consumption may exert beneficial effects against several chronic diseases by promoting human health and preventing diseases. In this aspect, the present review aims to critically collect and in-depth summarize the most recent, well-designed clinical studies evaluating the potential beneficial effects of curcumin consumption on human health promotion and disease prevention. According to recent and well-designed clinical studies, curcumin consumption may benefit against obesity, metabolic syndrome, and diabetes. Moreover, curcumin consumption seems to exert a positive effect on people suffering from various types of cancer, fatty liver disease, depression, arthritis, skin diseases, gut inflammation, and symptoms of premenstrual syndrome. Due to the strong heterogeneity among the clinical studies concerning the exact effective curcumin dose and formulation, as well as the recommended treatment duration for each chronic disease, no precise and definitive conclusions could be drawn. Further large-scale prospective studies are strongly recommended, being well-designed as far as follow-up times, dosage, formulation, and duration of curcumin supplementation are concerned. Moreover, potential confounders in each specific chronic disease should carefully be taken into account in future studies.