Αλληλεπιδράσεις τροφίμων-φαρμάκων: τι πρέπει να προσέχουμε

2016-03-09Άρθρα

Θα έχετε σίγουρα ακούσει ότι δεν πρέπει να καταναλώνουμε αλκοόλ όταν είμαστε σε αγωγή με αντιβιοτικά ή ότι τα άτομα που παίρνουν «Sintrom» δεν πρέπει να καταναλώνουν σπανάκι. Αυτές είναι δύο κλασικές περιπτώσεις αλληλεπίδρασης τροφίμων/θρεπτικών συστατικών και φαρμάκων, στις οποίες τα τρόφιμα ή συστατικά τους επηρεάζουν τη λειτουργία του φαρμάκου στον οργανισμό, επιδρώντας στην απορρόφηση, βιοδιαθεσιμότητα, το μεταβολισμό, τη δράση ή και την απομάκρυνσή του από τον οργανισμό.

Αρκετές είναι οι αλληλεπιδράσεις τροφίμων και φαρμάκων, οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη σωστή χρήση και αξιολόγηση της δράσης τού εκάστοτε φαρμάκου. Παρακάτω αναλύονται μερικές από τις πιο κοινές.

1. Χυμός γκρέιπφρουτ. Οι φουρανοκουμαρίνες του χυμού γκρέιπφρουτ αλληλεπιδρούν με πολλά φάρμακα, επιδρώντας στο μεταβολισμό τους. Οι στατίνες για τη μείωση της χοληστερόλης, τα αντισταμινικά, τα αντιυπερτασικά φάρμακα, τα αντισυλληπτικά και τα αντιόξινα είναι μεταξύ των φαρμάκων, των οποίων ο μεταβολισμός επηρεάζεται. Επομένως, καλύτερα να αποφύγετε την κατανάλωση του χυμού αυτού όταν παίρνετε τα φάρμακα αυτά.

2. Πράσινα φυλλώδη λαχανικά. Η βαρφαρίνη («Sintrom») για την αραίωση του αίματος επιδρά με τις οδούς πήξης αίματος, οι οποίες εξαρτώνται από τη βιταμίνη Κ. Τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά είναι πλούσια σε βιταμίνη Κ, επομένως η κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων τής βιταμίνης αυτής οδηγεί σε μείωση της δράσης της βαρφαρίνης για αποφυγή θρομβώσεων. Αυτό, όμως, δε σημαίνει πλήρη αποφυγή των λαχανικών και της βιταμίνης Κ. Η πρόσληψή τους πρέπει να είναι μέτρια, αλλά σταθερή κάθε μέρα, και να αποφεύγονται οι διακυμάνσεις από μέρα σε μέρα.

3. Γλυκίριζα. Η γλυκίριζα είναι το φυσικό συστατικό με το οποίο φτιάχνεται η μαύρη γλυκόριζα, το οποίο μπορεί να μειώσει το κάλιο του οργανισμού και να οδηγήσει σε κατακράτηση νατρίου και υγρών. Όταν ο οργανισμός έχει έλλειψη καλίου, η δράση της διγοξίνης, ενός φαρμάκου για την καρδιακή ανεπάρκεια, αυξάνεται με αποτέλεσμα την εμφάνιση αρρυθμιών. Παράλληλα, η γλυκίριζα μπορεί να μειώσει τη δράση αντιυπερτασικών φαρμάκων ενώ και ο μεταβολισμός της βαρφαρίνης μπορεί να επηρεαστεί, οδηγώντας σε αύξηση του κινδύνου για θρόμβωση.

4. Υποκατάστατα αλατιού. Ασθενείς σε αγωγή με διγοξίνη, λόγω καρδιακής ανεπάρκειας, ή σε αναστολείς ΜΕΑ (αντιυπερτασικών φαρμάκων) πρέπει να είναι προσεκτικοί με τη λήψη υποκατάστατων αλατιού. Τα υποκατάστατα αυτά αντί για νάτριο περιέχουν κάλιο, το οποίο έχει την αντίθετη δράση από το νάτριο. Οι ασθενείς που λαμβάνουν διγοξίνη πρέπει να είναι προσεκτικοί με τα επίπεδα καλίου στο αίμα, καθώς σε περίπτωση υποκαλιαιμίας η διγοξίνη μπορεί να γίνει τοξική. Επιπλέον, τα άτομα που παίρνουν αναστολείς ΜΕΑ μπορεί να οδηγηθούν σε αύξηση του καλίου του αίματός τους.

5. Προϊόντα που περιέχουν το αμινοξύ τυραμίνη. Αρκετά φάρμακα επιδρούν στον καταβολισμό της τυραμίνης, όπως οι αναστολείς της μονοαμινοξειδάσης (αντικαταθλιπτικά), φάρμακα για το Πάρκινσον και άλλα. Όταν ένας ασθενής κάνει αγωγή με αυτά τα φάρμακα, καλό είναι να αποφύγει την κατανάλωση τροφών πλούσιων σε τυραμίνη, όπως σοκολάτα, παλαιωμένα ή ζυμωμένα αλλαντικά, παλαιωμένα και ώριμα τυριά, ζυμωμένα προϊόντα σόγιας και βαρελίσια μπύρα.

6. Αλκοόλ. Το αλκοόλ μπορεί είτε να αυξήσει είτε να μειώσει τη δράση των φαρμάκων, με αποτέλεσμα να γίνουν από τοξικά για τον οργανισμό έως και άχρηστα. Μάλιστα, η χρήση αλκοόλ σε συνδυασμό με φάρμακα μπορεί να επιφέρει έντονες παρενέργειες του φαρμάκου, όπως τάση για έμετο, υπνηλία, ανώμαλη συμπεριφορά, πονοκέφαλο και απώλεια συντονισμού, ενώ μπορεί ακόμα να οδηγήσει σε καρδιακά προβλήματα, εσωτερική αιμορραγία, ηπατική βλάβη και προβλήματα αναπνοής.

Οι παραπάνω αλληλεπιδράσεις είναι μερικές από τις πιθανές επιδράσεις που μπορεί να έχει ένα τρόφιμο ή συστατικό του στη φαρμακευτική αγωγή, λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλία τροφίμων, συστατικών καθώς και βοτάνων και θεραπευτικών ουσιών που είναι διαθέσιμα.

Η αποφυγή τους είναι σημαντική για την πρόσληψη της κατάλληλης δόσης, τη δράση του φαρμάκου, την αποφυγή παρενεργειών και επιπλοκών και τη διατήρηση της καλής κατάστασης θρέψης του ασθενούς.