Καρκίνος του μαστού: πώς θα προστατευτούμε μέσω της διατροφής;
Ο Οκτώβρης είναι ο μήνας πρόληψης για τον καρκίνο του μαστού. Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί τον πιο συχνό τύπο καρκίνου στις γυναίκες παγκοσμίως, αλλά και στη χώρα μας, ενώ το 2012 αποτελούσε τον δεύτερο πιο συχνό τύπο καρκίνο που διαγνώστηκε, αποτελώντας το 11,9% των διαγνώσεων καρκίνου.
Η διατροφή παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην πρόληψη πληθώρας τύπων καρκίνου. Έτσι, και στον καρκίνο του μαστού η διατροφή μπορεί να γίνει σύμμαχος. Ας δούμε τι δείχνει η έρευνα για τη σχέση διατροφής και πρόληψης του καρκίνου του μαστού.
Σάκχαρα: Αν και δεν υπάρχουν σαφή συμπεράσματα για τη σχέση υψηλής κατανάλωσης ελευθέρων σακχάρων και καρκίνου του μαστού, φαίνεται ότι η προσκόλληση σε διατροφή πλούσια σε ελεύθερα σάκχαρα αυξάνει τον κίνδυνο νόσου, ενδεχομένως μέσω της αύξησης του σωματικού βάρους. Πηγές ελευθέρων σακχάρων αποτελούν η ζάχαρη, το μέλι, οι χυμοί και τα ροφήματα με ζάχαρη, τα αναψυκτικά καθώς και τα γλυκά, τα μπισκότα και πολλά δημητριακά πρωινού.
Φυτικές ίνες και φρούτα: Η υψηλή κατανάλωση φυτικών ινών φαίνεται να μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου. Αυτό ενδέχεται να οφείλεται και στο γεγονός ότι τα τρόφιμα που είναι πηγές φυτικών ινών είναι χαμηλά σε λιπαρά και υψηλά σε αντιοξειδωτικά, ενώ οι φυτικές ίνες σιταριού μειώνουν τα επίπεδα οιστρογόνων. Πηγές φυτικών ινών είναι τα φρούτα, τα λαχανικά και τα προϊόντα ολικής άλεσης. Αναφορικά με τα φρούτα γυναίκες που καταναλώνουν περισσότερα φρούτα έχουν χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου, μάλλον λόγω των φυτικών ινών και των αντιοξειδωτικών που περιέχουν.
Λιπαρά: Η αυξημένη κατανάλωση λιπαρών στην εμμηνόπαυση σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, όμως φαίνεται ότι η αυξημένη κατανάλωση κορεσμένων λιπαρών είναι που αυξάνει τον κίνδυνο. Κοινές πηγές κορεσμένων λιπαρών αποτελούν το λίπος του κρέατος και των παραγώγων του, το βούτυρο, τα τυριά, η κρέμα γάλακτος, τα γλυκά και τα αρτοσκευάσματα. Αντιθέτως, άτομα που καταναλώνουν συχνά ψάρια, άρα και ω-3 λιπαρά οξέα, έχουν χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, σε σχέση με άτομα που καταναλώνουν μικρές ποσότητες ψαριού.
Πρωτεΐνες: Μια πρόσφατη έρευνα με δεδομένα από 46 μελέτες έδειξε ότι η υψηλή κατανάλωση κόκκινου κρέατος (φρέσκο και επεξεργασμένο) σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού, ενώ η υψηλή κατανάλωση προϊόντων σόγιας και γάλακτος με χαμηλά λιπαρά σχετίζεται με χαμηλότερο κίνδυνο. Πηγές πρωτεϊνών αποτελούν το κρέας, το κοτόπουλο, το ψάρι, τα γαλακτοκομικά, τα όσπρια και το αβγό.
Γαλακτοκομικά: Ένας μύθος γύρω από τον καρκίνο του μαστού είναι ότι η κατανάλωση γάλακτος ή και γαλακτοκομικών αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης του καρκίνου. Κάτι τέτοιο όμως δεν φαίνεται να ισχύει. Μάλιστα, μια μετα-ανάλυση έδειξε ότι γυναίκες που κατανάλωναν περισσότερα γαλακτοκομικά προϊόντα βρισκόντουσαν σε χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού σε σχέση με τις γυναίκες που κατανάλωναν λιγότερα γαλακτοκομικά προϊόντα, ενώ η κατανάλωση γάλακτος δεν συσχετιζόταν με τον κίνδυνο εμφάνισης του καρκίνου. Η υψηλή πρόσληψη ασβεστίου, επίσης, φαίνεται να μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού.
Καφές και αλκοόλ: Ο καφές φαίνεται να μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, ενώ η κατανάλωση αλκοόλ (1 ποτό κάθε μέρα) αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού.
Σόγια: Αν και πολλοί θεωρούν ότι η κατανάλωση σόγιας και των προϊόντων της αυξάνουν τον κίνδυνο της νόσου, το αντίθετο φαίνεται να ισχύει, σύμφωνα με τα ερευνητικά δεδομένα σε ανθρώπους!
Αν και χρειάζονται περαιτέρω έρευνες για πιο σαφή συμπεράσματα, η διατήρηση ενός υγιούς βάρους και η προσκόλληση σε μια υγιεινή διατροφή μπορεί να γίνει σύμμαχος στην πρόληψη του καρκίνου του μαστού. Μάλιστα, η έρευνα έχει αναδείξει τη Μεσογειακή Διατροφή ως πρότυπο διατροφής, στο οποίο η προσκόλληση μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης αρκετών τύπων καρκίνων, εκ των οποίων και ο καρκίνος του μαστού!
Βιβλιογραφία:
1. Soy and its isoflavones: the truth behind the science in breast cancer.
2. Diet and breast cancer: a systematic review
Η διδακτορική μου διατριβή αφορά τον καρκίνο του μαστού.
Τα διατροφικά νέα των εβδομάδων 3-9 Απριλίου 2017
1. Η Μεσογειακή Διατροφή μπορεί να βοηθήσει στη μείωση του πόνου που σχετίζεται με το υπερβάλλον σωματικό βάρος, όπως έδειξε μια νέα έρευνα σε 98 άνδρες και γυναίκες ηλικίας 20-78 ετών. Η κατανάλωση αντιφλεγμονοδών τροφίμων όπως ψάρι, οι ξηροί καρποί και τα φασόλια, τρόφιμα χαρακτηριστικά της Μεσογειακής Διατροφής, συνδέονται με λιγότερο πόνο, ανεξαρτήτου σωματικού βάρους. http://www.medicalnewstoday.com/releases/316029.php
2. Φτιάξτε μια βελουτέ σούπα με πράσο και πατάτα! http://mantzorou.gr/el/blog/veloyte-soypa-me-praso-kai-patata-apo-vivlio...
3. Μπορούμε πολύ εύκολα να φτιάξουμε διάφορα ντιπ με αβοκάντο, αγκινάρα, τυρί και όσπρια και να συνδυάσουμε με άλλα λαχανικά για σνακ ή ορεκτικό! https://www.facebook.com/nutrischool.gr/photos/a.1675767555977001.107374...
4. Ας δώσουμε βάση στην υγεία μας! 12 τρόποι για να βελτιώσουμε την υγεία μας από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας:
1. Ακολουθηστε μια υγιεινή διατροφή!
2. Ασκηθείτε καθημερινά!
3. Εμβολιαστείτε!
4. Διακόψτε το κάπνισμα!
5. Αποφύγετε ή ελλατώστε το αλκοόλ!
6. Διαχειριστείτε το άγχος!
7. Προσέξτε την υγιεινή σας!
8. Μην τρέχετε με το αυτοκίνητο ή τη μηχανή, και αποφύγετε να πίνετε και να οδηγείτε!
9. Φορέστε ζώνη ασφαλείας ή κράνος!
10. Πάρτε προφυλάξεις!
11. Κάντε τακτικά τσεκάπ!
12. Ο θηλασμός είναι η καλύτερη επιλογή για τα παιδιά!
https://www.facebook.com/WHO/photos/a.167668209945237.34204.154163327962...
5. Τα παιδιά καταναλώνουν 73,2 γραμμάρια σακχάρων την ημέρα!
Αυτή η ποσότητα αντιστοιχεί σε:
- 2,5 ατομικά κέικ (cupcakes) ή
- 5 ντόνατς ή
- 5,5 φέτες κέικ ή
- 58 ζελεδάκια ή
- 20 μπισκότα
https://www.facebook.com/BritishDieteticAssociation/photos/a.41820676067...
Πρεβιοτικά: τα οφέλη στην υγεία μας
Τα πρεβιοτικά μαζί με τα προβιοτικά ακούγονται όλο και πιο συχνά σήμερα. Τα πρεβιοτικά είναι άπεπτοι, ζυμώσιμοι υδατάνθρακες, που οδηγούν σε επιλεκτική ανάπτυξη ή και δράση συγκεκριμένων μικροβίων της εντερικής χλωρίδας, ωφελώντας την υγεία του ατόμου που τα καταναλώνει.
Οι φυτικές ίνες είναι άπεπτοι υδατάνθρακες που ζυμώνονται στο παχύ έντερο, αλλά δεν έχουν απαραίτητα πρεβιοτική δράση, καθώς μπορεί να ζυμώνονται και από μη ωφέλιμα βακτήρια.
Τα πρεβιοτικά χαρακτηρίζονται από την αντίστασή τους στην πέψη στον ανώτερο γαστρεντερικό σωλήνα, την ικανότητα να ζυμώνονται από την εντερική χλωρίδα και να επάγουν την ανάπτυξη ή και δράση συγκεκριμένων βακτηρίων.
Ουσιαστικά αποτελούν την τροφή των βακτηρίων του παχέος εντέρου και δρουν έμμεσα, ενισχύοντας τη δράση των προβιοτικών, ειδικά με την ταυτόχρονη κατανάλωσή τους.
Η σύσταση της εντερικής χλωρίδας επηρεάζεται από τη σύσταση της διατροφής μας. Έτσι, αν αλλάξουμε τη διατροφή μας, τα είδη των βακτηρίων του εντέρου που θα αναπτύσσονται περισσότερο θα είναι διαφορετικά, ανάλογα με τα πρεβιοτικά που καταναλώνουμε.
Οι περισσότερες έρευνες μέχρι τώρα έχουν γίνει με συμπληρώματα πρεβιοτικών, οπότε δεν είναι ξεκάθαρη η επίδραση μιας διατροφής πλούσιας σε πρεβιοτικά καθώς και η βέλτιστη δόση πρεβιοτικών για θετικά αποτελέσματα, χωρίς ενοχλήσεις από το γαστρεντερικό.
Η έρευνα υποδεικνύει ότι τα οφέλη για την υγεία που προέρχονται από τη δράση των πρεβιοτικών δεν αφορούν μόνο την καλή λειτουργία του γαστρεντερικού συστήματος, αλλά και την απορρόφηση μετάλλων και τη λειτουργία του ανοσοποιητικού.
Αν και δεν έχουμε πολλές έρευνες πάνω σε ανθρώπους, φαίνεται ότι τα πρεβιοτικά βοηθούν στη μείωση εντεροπαθογόνων μικροοργανισμών, ενδεχομένως μέσω ανάπτυξης ωφέλιμων βακτηρίων, ενεργοποίησης του ανοσοποιητικού συστήματος στο γαστρεντερικό σωλήνα ή μέσω των λιπαρών οξέων μικρής αλυσίδας που είναι μεταβολικά προϊόντα των βακτηρίων, με δράσεις που προάγουν την υγεία.
Μερικές από τις δράσεις των πρεβιοτικών που εξετάζονται είναι η μείωση των διαρροιών λόγω μολύνσεων ή αγωγής με αντιβίωση, βελτίωση συμπτωμάτων των φλεγμονωδών νόσων εντέρου, προστασία από τον καρκίνο του παχέος εντέρου, αύξηση της βιοδιαθεσιμότητας μετάλλων, όπως του ασβεστίου, του μαγνησίου και ενδεχομένως του σιδήρου, μείωση κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα και επαγωγή του κορεσμού και επομένως υποβοήθηση της απώλειας βάρους.
Βέβαια, χρειάζονται επιπρόσθετες μελέτες σε ανθρώπους για την επικύρωση των μέχρι τώρα ευρημάτων.
Στην πράξη, εφόσον δεν συνίσταται συγκεκριμένη ποσότητα πρεβιοτικών, που είναι ευεργετική για την υγεία μας, μπορούμε να έχουμε ως στόχο την αύξηση της κατανάλωσης φυτικών ινών και προϊόντων που φυσικά περιέχουν πρεβιοτικά, ενώ συμπλήρωμα πρεβιοτικών δεν είναι απαραίτητο για τη διατήρηση της υγείας μας.
Τα φρούτα, τα λαχανικά, τα όσπρια και τα προϊόντα ολικής άλεσης είναι εξαιρετικές πηγές φυτικών ινών, ενώ τρόφιμα όπως οι μπανάνες, τα κρεμμύδια, η βρώμη, τα όσπρια, οι αγκινάρες είναι πηγές φυτικών ινών με πρεβιοτική δράση και είναι καλό να είναι μέρος της διατροφής μας.
Το αλάτι στη διατροφή μας
Το νάτριο είναι απαραίτητο στην διατροφή μας και βρίσκεται σχεδόν σε όλα τα τρόφιμα που καταναλώνουμε, στο αλάτι. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το αλάτι που καταναλώνουμε δε θα πρέπει να ξεπερνά τα 5 γραμμάρια την ημέρα, με τα παιδιά να καταναλώνουν λιγότερη ποσότητα.
Όμως, οι έρευνες δείχνουν ότι καταναλώνουμε διπλάσια ποσότητα απ’ ότι συνιστούν οι παγκόσμιοι οργανισμοί. Η υπερβολική κατανάλωση αλατιού συνδέεται με την οστεοπόρωση, τον καρκίνο του στομάχου, τις νεφροπάθειες και τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ιδιαιτέρως με την υπέρταση και τα εγκεφαλικά επεισόδια.
Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι το ίδιο ευαίσθητοι στο νάτριο, όσον αφορά την επίδραση που έχει στην αρτηριακή πίεση. Παρόλα αυτά, η έρευνα έχει δείξει ότι αύξηση της ποσότητας του αλατιού στη διατροφή οδηγεί σε αύξηση της αρτηριακής πίεσης, ενώ μείωσή της ποσότητας βοηθάει στη μείωσή της.
Λαμβάνοντας υπόψη την παρούσα υπερβολή στην κατανάλωση αλατιού και τις ασθένειες με τις οποίες συνδέεται, η μείωση της ποσότητας του αλατιού που συστήνεται από διάφορους οργανισμούς, ιατρούς και διαιτολόγους είναι απαραίτητη για τη βελτίωση της υγείας. Μάλιστα, η μείωση του αλατιού αποτελεί μία από τις πρωταρχικές διατροφικές οδηγίες για τη βελτίωση της υπέρτασης και την αποφυγή επιδείνωσης των καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Το 75% του αλατιού της δίαιτάς μας προέρχεται από τα προϊόντα του εμπορίου και όχι από το αλάτι που προσθέτουμε εμείς στο φαγητό. Το αλάτι βρίσκεται σε πληθώρα τροφίμων, με κύριες πηγές τα προϊόντα εμπορίου, όπως πίτσα, πίτες, ψωμί, σάλτσες, έτοιμες σούπες, αλλαντικά, τυριά, κονσερβοποιημένα τρόφιμα και αλμυρά σνακ. Επιπλέον, προσθέτουμε αλάτι στο φαγητό κατά το μαγείρεμα, αλλά και μετά, στο τραπέζι.
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι να μειώσετε την ποσότητα αλατιού που καταναλώνετε.
1. Βγάλτε την αλατιέρα από το τραπέζι.
2. Μειώστε την ποσότητα αλατιού που βάζετε στο φαγητό κατά το μαγείρεμα.
3. Αντικαταστήστε το αλάτι με υποκατάστατα αλατιού που περιέχουν λιγότερο νάτριο.
4. Προσθέστε στο φαγητό βότανα, μπαχαρικά ή λεμόνι αντί για αλάτι.
5. Προτιμήστε τρόφιμα, που δεν περιέχουν πρόσθετο αλάτι, όπως φρυγανιές και δημητριακά.
6. Προτιμήστε τα τρόφιμα με το λιγότερο αλάτι. Ελέγξτε την ετικέτα των τροφίμων στο σουπερμάρκετ και επιλέξτε αυτό με το λιγότερο αλάτι.
7. Φτιάξτε μόνοι σας πίτες, πίτσες και σάλτσες χωρίς περίσσεια αλατιού.
8. Εάν παραγγείλετε φαγητό, ζητήστε το χωρίς αλάτι.
9. Μειώστε τη συχνότητα κατανάλωσης τροφίμων που είναι πλούσια σε αλάτι.
Την αρέσκεια στην αλμυρή γεύση την έχουμε από τη γέννησή μας, αλλά με τα χρόνια συνηθίζουμε σε μια ποσότητα αλατιού στη διατροφή μας.
Η μείωση του αλατιού μπορεί να ακούγεται δύσκολη, όμως συνηθίζεται με τον καιρό. Η σταδιακή μείωση του αλατιού είναι ο καλύτερος τρόπος για να μειώσετε την ποσότητα που καταναλώνετε χωρίς να το καταλάβετε. Θα σας πάρει μόνο 3 εβδομάδες να συνηθίσετε στη νέα ποσότητα αλατιού!