Banana bread με κομματάκια σοκολάτας και καφέ
Το κέικ μπανάνα είναι από τα αγαπημένα μου κέικ, και αυτή η συνταγή είναι η αγάπημένη μου! Η συνταγή είναι μια παραλλαγή της συνταγής της Dr Hazel Wallace, της The Food Medic.
Το κέικ είναι ιδανικό για πρωινό!
Τι θα χρειαστείτε:
- 115 γρ βούτυρο (σε θερμοκρασία δωματίου)
- 1 φλ. μέλι
- 3 ώριμες μπανάνες
- 2 αυγά
- 1 κ.γ. εκχύλισμα βανίλιας (ή 1 βανιλίνη)
- 1 κ.γ. χυμό λεμονιού
- 2 1/2 φλ. αλεύρι (300 γρ)
- 1 κ.γ. μαγειρική σόδα
- 1/2 κ.γ. αλάτι
- 1 φλ. δυνατό καφέ
- 1 1/2 κ.γ. κανέλα
- 100 γρ κομμάτια σοκολάτας ή σταγόνες σοκολάτας
Εκτέλεση:
- Φτιάξτε καφέ και αφήστε τον να κρυώσει
- Προθερμάνετε τον φούρνο στους 170 βαθμούς
- Σε ένα μπολ λιώστε με ένα πιρούνι τις μπανάνες και αναμείξτε με το βούτυρο με το μέλι μέχρι να ομογενοποιηθούν
- Προσθέστε τα αυγά και αναμείξτε καλα
- Σε ένα άλλο μπολ αναμείξτε το αλεύρι, τη σόδα, το αλάτι και την κανέλα και αναμείξτε τα.
- Προσθέστε τα μισά στερεά υλικά στο μπολ με τα υγρά, και αναμείξτε.
- Προσθέστε στο μίγμα τον καφέ και αναμείξτε.
- Αναμείξτε τα υπόλοιπα στερεά υλικά και προσθέστε μετά τη σοκολάτα.
- Ρίξτε το μίγμα σε σκεύος για ψωμί/κέικ (με αντικολλητικό χαρτί).
- Ψήστε το κέικ για 75 λεπτά.
- Καλή απόλαυση!
Τα διατροφικά νέα της εβδομάδας 21-26 Αυγούστου 2017
1. Ο ρόλος των ω-3 λιπαρών οξέων στην παθογένεια και την αντιμετώπιση της διαταραχής ελλειματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) δεν είναι ξεκάθαρος. Όμως, μια μελέτη που έλαβε υπόψιν δεδομένα τυχαιοποιημένων μελετών έδειξε ότι:
α. Συμπληρωματική αγωγή με ω-3 πολυακόρεστα λιπαρά οξέα βελτιώνει κλινικά συπτώματα ΔΕΠΥ και βελτιώνει γνωστικές λειτουργίες που σχετίζονται με την προσοχή.
β. Παρατηρήθηκε επίσης ότι παιδιά και έφηβοι με ΔΕΠΥ έχουν χαμηλότερα επίπεδα ω-3 λιπαρών οξέων.
Επομένως, η συμπληρωματική αγωγή με ω-3 λιπαρά οξέα ως μονοθεραπεία είναι μια πολλά υποσχόμενη θεραπεία στην βελτίωση συμπτωμάτων της ΔΕΠΥ.
http://www.nature.com/npp/journal/vaop/ncurrent/abs/npp2017160a.html
2. Καλά τα νέα για τα παιδιά που πάσχουν από αλλεργία στα φυστίκια, η οποία συνήθως συνοδεύει τα άτομα και στην ενήλικο ζωή! Τα αποτελέσματα μιας έρευνας δείχνουν ότι ο συνδυασμός προβιοτικών και ανοσοθεραπείας φαίνεται να έχει δράση, ακόμη και 4 χρόνια μετά το πέρας της θεραπείας στην αλλεργία στα φυστίκια!
Διαβάστε το επιστημονικό άρθρο εδώ:
Long-term clinical and immunological effects of probiotic and peanut oral immunotherapy after treatment cessation: 4-year follow-up of a randomised, double-blind, placebo-controlled trial
http://thelancet.com/…/ar…/PIIS2352-4642(17)30041-X/fulltext
3. Αν σας αρέσει το καρπούζι και το πεπόνι (ή πρέπει να φάτε αυτά που έχετε στο ψυγείο) θα ενθουσιαστείτε με τους 10 διαφορετικούς τρόπους που μπορούμε να τα βάλουμε στο πιάτο μας! http://www.thekitchn.com/10-ways-to-eat-your-weight-in-melon-247260
4.Συχνά ακούμε για διάφορες δίαιτες που γίνονται μόδα. Οι περισσότερες (αν όχι όλες) είναι παράδοξες δίαιτες που μπορεί να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην υγεία μας, από ελλείψεις θρεπτικών συστατικών, μέχρι αυξημένο κίνδυνο για χρόνιες νόσους, ενώ η πιο συχνή «παρενέργεια» είναι η πρόσληψη βάρους μετά το τέλος της δίαιτας!
Ποιές είναι οι «κόκκινες σημαίες» που μας δείχνουν ότι μια δίαιτα είναι παράδοξη;
http://www.mantzorou.gr/el/blog/pos-xehorizoyme-mia-paradoxi-diaita-meros
Διατροφή και Αντιμετώπιση του Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου ΙΙ
Σε προηγούμενη ανάρτηση μιλήσαμε για το ρόλο της διατροφής στην πρόληψη του διαβήτη τύπου ΙΙ (ΣΔΙΙ). Σε αυτή την ανάρτηση θα μιλήσουμε για τον ρόλο της στην αντιμετώπισή του.
Οι επιπτώσεις του σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ στην υγεία είναι αθροισιτκές και επεκτείνονται στα αγγεία οδηγώντας σε καρδιαγγεικά νοσήματα, νευροπάθειες και νεφροπάθειες, μειώνοντας έτσι την ποιότητα ζωής των ασθενών. Η θεραπεία στον διαβήτη τύπου ΙΙ αποτελείται από αλλαγές στον τρόπο ζωής (διατροφή και άσκηση), αντιδιαβητικά φάρμακα και ενδεχομένως ινσουλίνη σε προχωρημένο στάδιο της νόσου.
Η διατροφή αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της αντιμετώπισης του ΣΔΙΙ, καθώς βοηθάει στον γλυκαιμικό έλεγχο και μπορεί να οδηγήσει σε μικρότερη δόση αντιδιαβητικών φαρμάκων ή/και ινσουλίνης, ενώ παίζει σημαντικό ρόλο και στην πρόληψη και καθυστέρηση των επιπτώσεων του ΣΔΙΙ στην υγεία.
Συγκεκριμένες οδηγίες για τη σύσταση της διατροφής αναφορικά με τα μακροθρεπτικά συστατικά (υδατάνθρακες, πρωτεΐνες, λιπαρά) δεν υπάρχουν. Για το λόγο αυτό συστήνεται εξατομικευμένο πρόγραμμα διατροφής, στα πλαίσια μιας υγιεινής διατροφής, ανάλογα με τις ανάγκες, τον τρόπο ζωής, την κουλτούρα, και τους στόχους για την ρύθμιση του διαβήτη.
Ο οργανισμός NICE του Ην. Βασιλείου συστήνει μια διατροφή υψηλη σε φυτικές ίνες, τρόφιμα με χαμηλό γλυκαιμικό δέικτη, γαλακτοκομικά χαμηλά σε λιπαρά & λιπαρό ψάρι. Λόγω του αυξημένου κινδύνου καρδιαγγειακών παθήσεων, προσοχή πρέπει να δοθεί και στην ποιότητα του καταναλισκόμενου λίπους. Η πρόσληψη κορεσμένου λίπους πρέπει να περιοριστεί, και των τρανς λιπαρών να ελαχιστοποιηθεί, με αντικατάσταση του με ακόρεστο λίπος, κυρίως μονοακόρεστα λιπαρά, τα οποία βρίσκονται σε πληθώρα στο ελαιόλαδο, το αβοκάντο τους ξηρούς καρπούς και σπόρους. Το αλκοόλ πρέπει να καταναλώνεται με μέτρο, όχι πάνω από ένα ποτό για γυναίκες και δύο για τους άνδρες ημερησίως. Τα μη θερμιδικά γλυκαντικά μπορούν να χρησιμοποιούν προς αντικατάσταση των ελευθέρων σακχάρων, ενώ προσοχή πρέπει να δοθεί στην πρόσληψη ελευθέρων σακχάρων. Συστήνεται η πρόσληψη ελευθέρω σακχάρων να μην ξεπερνά το 5% των ημερήσιων προσλαμβανόμενων θερμίδων! O NICE συστήνει επίσης την αποφυγή προϊόντων που διαφημίζονται για άτομα με ΣΔΙΙ.
Ένα διατροφικό πρότυπο που συστήνεται είναι η Μεσογειακή Διατροφή, καθώς μελέτες και μετα-αναλύσεις έχουν δείξει ότι σχετίζεται με καλύτερα αποτελέσματα όσον αφορά τον γλυκαιμικό και λιπιδαιμικό έλεγχο, καθώς και στον κίνδυνο εμφάνισης καρδειαγκειακών νοσημάτων σε σχέση με δίαιτες χαμηλών σε υδατάνθρακες και λιπαρά, ακόμη και χωρίς απώλεια βάρους. Επίσης, μεγαλύτερη προσκόλληση στη ΜΔ σχετίζεται με καλύτερο γλυκαιμικό και λιπιδαιμικό έλεγχο, έλεγχο της αρτηριακής πίεσης και του βάρους, ενώ θεωρείται οτι η ευεργετική δράση της οφείλεται στη συνεργιστική δράση των συστατικών των τροφίμων, και όχι σε ξεχωριστά τρόφιμα.
Άλλη μια διατροφική μέθοδος που μελετάται για τον γλυκαιμικό έλεγχο είναι οι δίαιτες χαμηλών υδατανθράκων, οι οποίες φαίνεται οτι έστω βραχυπρόθεσμα οδηγούν σε μεγαλύτερη απώλεια βάρους, και μεγαλύτερη μείωση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης σε σχέση με άλλα διατροφικά πρότυπα, αν και η μείωση αυτή δεν φαίνεται να διαρκεί μακροπρόθεσμα. Βέβαια οι μέχρι τώρα μελέτες αφορούν μικρό αριθμό συμμετεχόντων, ενώ παρούσες μετααναλύσεις δεν δείχνουν οτι αυτά τα διατροφικά πρότυπα υπερτερούν έναντι της ΜΔ. Παράλληλα, οργανισμοί τονιζουν την ανάγκη για περαιτέρω μελέτες πάνω σε αυτά τα διατροφικά σχήματα, καθώς παράλληλα με τον γλυκαιμικό έλεγχο έμφαση πρέπει να δίνεται και στον λιπιδαιμικό έλεγχο και στον έλεγχο της αρτηριακής πίεσης.
Η διαχείρηση του υπερβάλλοντος σωματικού βάρους είναι επίσης σημαντική για τον γλυκαιμικό έλεγχο, ενώ παράλληλα μειώνει την αντίσταση στην ινσουλίνη. Ο American Diabetes Association (ADA) συστήνει την απώλεια βάρους κατά 5% σε διάστημα εξαμήνου, με ρυθμό 500-750 γραμμάρια την εβδομάδα, ενώ ο NICE συστήνει απώλεια βάρους της τάξης του 5-10%. Η απώλεια βάρους συστήνεται να γίνεται με εξατομικευμένη διατροφή, άσκηση, και συμπεριφοριστική θεραπεία. Σημαντική είναι φυσικά η διατήρηση της απώλειας βάρους.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, βραχυπρόθεσμη χρήση δίαιτών πολύ χαμηλών θερμίδων συστήνεται υπό διαιτολογική και ιατρική παρακολούθηση, σε ιατρικά κέντρα. Φαρμακολογική θεραπεία για απώλεια βάρους συστήνεται σε ορισμένες περιπτώσεις μαζί με τις αλλαγές στον τρόπο ζωής. Αναφορικά με τη μεταβολική χειρουργική, συστήνεται να γίνεται σε εξειδικευμένα κέντρα με τη συνεργασία διεπιστημονικής ομάδας. Μάλιστα, υπάρχει και συγκεκριμένος αλγόριθμος για την επιλογή ασθενών που θα βοηθηθούν από τις επεμβάσεις ως προς την αντιμετώπιση του ΣΔΙΙ.
Σύμφωνα με τον ADA άτομα στο στάδιο του προ-διαβήτη ή άτομα με διαγνωσμένο διαβήτη θα πρέπει να επισκεφτούν διαιτολόγο-διατροφολόγο.
Χρήσιμες πηγές:
- Standards of Medical Care in Diabetes
- A network meta-analysis on the comparative efficacy of different dietary approaches on glycaemic control in patients with type 2 diabetes mellitus
- A journey into a Mediterranean diet and type 2 diabetes: a systematic review with meta-analyses
- NICE
- Impact of a Mediterranean Dietary Pattern and Its Components on Cardiovascular Risk Factors, Glucose Control, and Body Weight in People with Type 2 Diabetes: A Real-Life Study.
- Twelve-month outcomes of a randomized trial of a moderate-carbohydrate versus very low-carbohydrate diet in overweight adults with type 2 diabetes mellitus or prediabetes
- Effect of dietary carbohydrate restriction on glycemic control in adults with diabetes: A systematic review and meta-analysis.
"The Association of Emotional Eating with Overweight/Obesity, Depression, Anxiety/Stress, and Dietary Patterns: A Review of the Current Clinical Evidence"
Dakanalis Antonios, Maria Mentzelou, Souzana K. Papadopoulou, Dimitrios Papandreou, Maria Spanoudaki, Georgios K. Vasios, Eleni Pavlidou, Maria Mantzorou, and Constantinos Giaginis. 2023. "The Association of Emotional Eating with Overweight/Obesity, Depression, Anxiety/Stress, and Dietary Patterns: A Review of the Current Clinical Evidence" Nutrients 15, no. 5: 1173. https://doi.org/10.3390/nu15051173
Background: Emotional eating is considered as the propensity to eat in response to emotions. It is considered as a critical risk factor for recurrent weight gain. Such overeating is able to affect general health due to excess energy intake and mental health. So far, there is still considerable controversy on the effect of the emotional eating concept. The objective of this study is to summarize and evaluate the interconnections among emotional eating and overweight/obesity, depression, anxiety/stress, and dietary patterns;
Methods: This is a thorough review of the reported associations among emotional eating and overweight/obesity, depression, anxiety/stress, and dietary patterns. We compressively searched the most precise scientific online databases, e.g., PubMed, Scopus, Web of Science and Google Scholar to obtain the most up-to-date data from clinical studies in humans from the last ten years (2013–2023) using critical and representative keywords. Several inclusion and exclusion criteria were applied for scrutinizing only longitudinal, cross-sectional, descriptive, and prospective clinical studies in Caucasian populations;
Results: The currently available findings suggest that overeating/obesity and unhealthy eating behaviors (e.g., fast food consumption) are associated with emotional eating. Moreover, the increase in depressive symptoms seems to be related with more emotional eating. Psychological distress is also related with a greater risk for emotional eating. However, the most common limitations are the small sample size and their lack of diversity. In addition, a cross-sectional study was performed in the majority of them; (4) Conclusions: Finding coping mechanisms for the negative emotions and nutrition education can prevent the prevalence of emotional eating. Future studies should further explain the underlying mechanisms of the interconnections among emotional eating and overweight/obesity, depression, anxiety/stress, and dietary patterns.
Η παρούσα έρευνα αποκαλύπτει την απρόσμενη σύνδεση μεταξύ των συναισθημάτων μας και του πώς, τι και πότε τρώμε. Στην πρόσφατή μας εργασία με τίτλο «The Association of Emotional Eating with Overweight/Obesity, Depression, Anxiety/Stress, and Dietary Patterns: A Review of the Current Clinical Evidence», αναλύεται η επίδραση του συναισθηματικού φαγητού στην υγεία μας, τόσο σωματική όσο και ψυχική.
Το συναισθηματικό φαγητό, ορίζεται ως η κατανάλωση τροφής ως απάντηση σε συναισθήματα, αντί για πραγματική πείνα. Αυτή η συμπεριφορά, που δεν αποτελεί διατροφική διαταραχή αλλά μια διατροφική συνήθεια, μπορεί να επηρεάσει την υγεία μας με πολλούς τρόπους.
Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι το συναισθηματικό φαγητό μπορεί να είναι ένας σημαντικός παράγοντας κινδύνου για την αύξηση βάρους και την εμφάνιση ψυχολογικών προβλημάτων, όπως ηκατάθλιψη, το άγχος και το στρες. Το συναισθηματικό φαγητό συχνά χρησιμοποιείται ως μηχανισμός αντιμετώπισης αρνητικών συναισθημάτων, με τις προτιμώμενες τροφές να είναι συνήθως ενεργειακά πυκνές, φτωχές σε θρεπτικά συστατικά και ιδιαίτερα νόστιμες.
Η εργασία εξετάζει επίσης τη συσχέτιση του συναισθηματικού φαγητού με την παχυσαρκία, την κατάθλιψη και τα διατροφικά πρότυπα. Υπογραμμίζει την αμφίδρομη σχέση μεταξύ της παχυσαρκίας και των ψυχολογικών παραγόντων, με την παχυσαρκία να μην προκαλεί μόνο σωματικές ασθένειες, αλλά και να συνδέεται με ψυχολογικές διαταραχές και κοινωνικά προβλήματα, όπως χαμηλή αυτοεκτίμηση, κατάθλιψη και κοινωνικό στίγμα.
Το συναισθηματικό φαγητό έχει θετική σχέση με την αύξηση βάρους με την πάροδο του χρόνου και τη δυσκολία στην απώλεια βάρους. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι τα άτομα που τρώνε συναισθηματικά είναι πιο επιρρεπείς σε μεγαλύτερη κατανάλωση τροφών με ζάχαρη και υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, τρώνε ως απάντηση σε στρεσογόνους παράγοντες και καταναλώνουν σνακ πιο συχνά σε σύγκριση με όσους δεν τρώνε συναισθηματικά. Επιπλέον, συχνά αισθάνονται αρνητικά συναισθήματα σχετικά με τη σωματική τους εμφάνιση αμέσως μετά το φαγητό. Αυτές οι διατροφικές συμπεριφορές σε συνδυασμό με το αυξημένο σωματικό βάρος θέτουν τα άτομα εκείνα σε υψηλότερο κίνδυνο διαβήτη και καρδιακών παθήσεων.
Η εργασία καταλήγει τονίζοντας τη σημασία της εύρεσης μηχανισμών αντιμετώπισης των αρνητικών συναισθημάτων και της διατροφικής εκπαίδευσης για την πρόληψη της επικράτησης της συναισθηματικής διατροφής. Είναι ζωτικής σημασίας να κατανοήσουμε και να αντιμετωπίσουμε αυτή τη συμπεριφορά, ώστε να μπορέσουμε να ζήσουμε πιο υγιεινά και ισορροπημένα
Το άρθρο είναι ελεύθερο προς ανάγνωση στη σελίδα του επιστημονικού περιοδικού εδώ. Τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στους συγγραφείς.