Superfoods: πόσο super είναι;
O όρος superfood (υπερτροφή) ακούγεται όλο και πιο συχνά σήμερα, ειδικά από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ιστολόγια και προμηθευτές τροφίμων, με διάφορες τροφές να χαρακτηρίζονται έτσι. Η κατανάλωσή τους παρουσιάζεται ότι έχει ευεργετική δράση στην υγεία μας, κυρίως προφυλάσσοντας μας από ασθένειες.
Όμως, ο όρος αυτός δεν υπάρχει στην επιστημονική ορολογία! Συνήθως ο όρος superfood / υπερτροφή αναφέρεται σε φρούτα και λαχανικά που είναι πιο πυκνά σε ορισμένα απαραίτητα ή ευεργετικά μικροθρεπτικά συστατικά (βιταμίνες, αντιοξειδωτικά κ.ά.) σε σχέση με άλλα τρόφιμα!
Αρκετά τρόφιμα έχουν μελετηθεί ως προς τις ευεργετικές τους ιδιότητες στην υγεία μας, όπως τα μύρτιλλα (blueberries), το ρόδι, το κακάο, το κρασί, ο σολομός, τα acai berries, ενώ και στην Ελλάδα έχει μελετηθεί η σταφίδα Βοστίτσας!
Η ευεργετική δράση των αντιοξειδωτικών που περιέχονται στα μύρτιλλα και το κακάο, η αντι-υπερτασική δράση του χυμού του ροδιού και του παντζαριού, καθώς και η καρδιοπροστατευτική δράση του σολομού, που περιέχει ω-3 λιπαρά οξέα, είναι μερικά παραδείγματα που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τη χρήση του όρου υπερτροφής.
Παρά τη μελέτη της δράσης των τροφίμων αυτών, αλλά και άλλων τροφίμων και συστατικών, πρέπει να τονιστεί ότι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες γίνονται οι έρευνες, δεν είναι εφαρμόσιμες στην πραγματικότητα. Για παράδειγμα, οι ποσότητες των τροφίμων που μελετώνται συνήθως, είναι αρκετά υψηλότερες από την ποσότητα που θα μπορούσε να καταναλώσει ένα άτομο από τη διατροφή του.
Επιπλέον, το τρόφιμο μπορεί να έχει μελετηθεί σε συνδυασμό με άλλα τρόφιμα που διευκολύνουν την απορρόφηση κάποιων συστατικών.
Ακόμη, η δράση των συστατικών των τροφίμων είναι βραχυπρόθεσμη, επομένως, η κατανάλωσή τους θα πρέπει να είναι τακτική και σε μεγάλη ποσότητα. Αυτό όμως μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες στην υγεία, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση της σοκολάτας, η οποία περιέχει και άλλα συστατικά πέρα από το κακάο, όπως λιπαρά και ζάχαρη και είναι προτιμότερο να τρώμε μικρές ποσότητες από αυτήν, και όχι τακτικά.
Επιπρόσθετα, πολλές φορές οι μελέτες γίνονται σε ζώα ή ακόμη και σε μεμονωμένα κύτταρα ή ιστούς in vitro. Επομένως, ναι μεν μπορεί οι ερευνητές να βρουν μια θετική επίδραση, όμως αυτό δεν μπορεί να μεταφραστεί στον ανθρώπινο οργανισμό, χωρίς επιπλέον μελέτες στον άνθρωπο.
Αν και όντως υπάρχουν κάποια συστατικά τροφίμων που είναι ευεργετικά για την υγεία μας, και κάποια τρόφιμα έχουν νόμιμα το δικαίωμα για ισχυρισμούς υγείας, αυτό δεν σημαίνει ότι τρόφιμα που έχουν χαρακτηριστεί ως superfoods, συνήθως από μη επιστημονικούς φορείς, μπορούν να διαφυλάξουν ή να βελτιώσουν την υγεία μας.
Μια ποικίλη, υγιεινή διατροφή στα πρότυπα της Μεσογειακής Διατροφής, και δραστήρια ζωή, είναι πολύ πιο ευεργετική και φτηνή, σε σχέση με την τακτική κατανάλωση ακριβών «υπερτροφών» χωρίς περαιτέρω αλλαγές στον τρόπο ζωής.
Έτσι, καταναλώνοντας πληθώρα τροφών, με έμφαση στα φρούτα και τα λαχανικά, προσλαμβάνουμε απαραίτητα και ευεργετικά μικροθρεπτικά συστατικά για να προστατεύσουμε την υγεία μας.
Ανορθόδοξες δίαιτες: Μέρος Ζ΄
Πολλοί άνθρωποι είναι διατεθειμένοι να δοκιμάσουν οτιδήποτε τους υπόσχεται μείωση του βάρους και βελτίωση της υγείας τους, καθώς θέλουν να νιώσουν και να είναι καλύτερα. Αυτήν την ανάγκη για βελτίωση της εικόνας και της υγείας των ανθρώπων εκμεταλλεύονται άτομα και εταιρείες που προωθούν προϊόντα και προγράμματα αδυνατίσματος.
Τι θα λέγατε, όμως, για ένα πρόγραμμα που θα σας βοηθήσει να χάσετε 3 κιλά την εβδομάδα, τρώγοντας σοκολάτα και πίνοντας κρασί;
Μια νέα δίαιτα, η Sirtfood Diet, όπως είναι γνωστή και από το ομώνυμο βιβλίο, δημιουργήθηκε με σκοπό να αυξήσει τα επίπεδα και τη δράση των σιρτουινών, ενζύμων που παίρνουν μέρος σε διάφορες λειτουργίες στο σώμα μας, συμπεριλαμβανομένου και του μεταβολισμού. Ο περιορισμός της ενεργειακής πρόσληψης σε συνδυασμό με άσκηση φαίνεται να βοηθάει στην παραγωγή τους, ενώ οι πολυφαινόλες φαίνεται να αυξάνουν τη δράση τους.
Το βιβλίο με τις οδηγίες γι’ αυτό το πρόγραμμα διατροφής βασίζεται σε μια πιλοτική έρευνα με 40 άτομα που γυμνάζονταν σε γυμναστήριο μιας πολύ ακριβής περιοχής του Λονδίνου, οι οποίοι για 7 ημέρες ακολούθησαν μια διατροφή χαμηλή σε θερμίδες, ενώ συνέχιζαν το πρόγραμμα γυμναστικής τους. Το διατροφικό τους πρόγραμμα περιλάμβανε τρόφιμα -«sirt foods»- που θεωρητικά αυξάνουν τα ένζυμα και τη δράση των σιρτουινών, όπως κρασί, σοκολάτα, λαχανίδα, εσπεριδοειδή, πράσινο τσάι, μήλα και άλλα. Τις 3 πρώτες ημέρες προσελάμβαναν 1.000 θερμίδες από 3 χυμούς και ένα γεύμα και 1.500 θερμίδες για τις υπόλοιπες 4 ημέρες από 2 χυμούς και 2 γεύματα.
Τα άτομα όντως έχασαν κατά μέσο όρο 3 κιλά λίπους την εβδομάδα. Όμως, ο σχεδιασμός της έρευνας έχει αρκετούς περιορισμούς, ενώ δεν υπάρχουν αρκετά επιστημονικά δεδομένα, ώστε να αποδοθεί η απώλεια του βάρους σε αύξηση των σιρτουινών.
Αναλυτικά, η πλειοψηφία των ατόμων θα χάσει βάρος ακολουθώντας μια διατροφή χαμηλή σε θερμίδες και εντατική άσκηση, επομένως η απώλεια βάρους είναι από τα πιο αναμενόμενα αποτελέσματα και δεν προκαλεί εντύπωση! Μάλιστα, λαμβάνοντας υπόψη ότι από τα 40 άτομα που πήραν μέρος, οι 2 ήτανε παχύσαρκοι και οι 15 υπέρβαροι, περιμένουμε τα υπέρβαρα και παχύσαρκα άτομα να έχουν χάσει το περισσότερο βάρος, εφόσον οι ενεργειακές τους ανάγκες θα είναι ιδιαίτερα υψηλές.
Έτσι, αυξάνεται ο μέσος όρος απώλειας βάρους για όλα τα άτομα που λαμβάνουν μέρος στο πείραμα! Να σημειωθεί πως ο υγιεινός ρυθμός απώλειας βάρους είναι 0,5 με 1 κιλό την εβδομάδα! Επιπλέον, στη μελέτη δεν μετρήθηκαν τα επίπεδα σιρτουινών πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το πείραμα, ενώ δεν γνωρίζουμε ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα στην περίπτωση που τα άτομα προσελάμβαναν τις ίδιες θερμίδες από μη «sirt foods».
Παράλληλα, οι μελέτες πάνω στη δράση των σιρτουινών έχουν γίνει είτε σε κύτταρα, είτε σε πειραματόζωα, τα οποία λάμβαναν πάρα πολύ υψηλές δόσεις πολυφαινολών, ενώ δεν είναι γνωστή η ποσότητα πολυφαινολών που χρειάζεται ένας άνθρωπος ώστε να έχει σημαντική αύξηση σιρτουινών στο σώμα του.
Το πείραμα, αν και είχε επιθυμητά αποτελέσματα, αυτά δεν μπορούν να βασιστούν στη δράση των σιρτουινών, ενώ η πληθώρα των περιορισμών της μελέτης αναδεικνύει τον κακό σχεδιασμό και τη χαμηλή ποιότητα της έρευνας, της οποίας τα συμπεράσματα είναι απολύτως υποθετικά. Χρειάζονται επιπλέον μελέτες, ειδικά σε ανθρώπους, για να διαλευκανθεί η δράση των ενζύμων αυτών και ο τρόπος με τον οποίο μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε με ασφάλεια για απώλεια βάρους.
Υδατάνθρακες: Μας παχαίνουν;
Τα τρόφιμα-πηγές υδατανθράκων εδώ και δεκαετίες έχουν δαιμονοποιηθεί από τη «βιομηχανία της δίαιτας». Συνεχώς ακούμε ότι δεν θα πρέπει να συνδυάζουμε υδατάνθρακες και πρωτεΐνες στα γεύματά μας, ότι το ψωμί και τα μακαρόνια παχαίνουν και άλλους σχετικούς ισχυρισμούς. Παράλληλα, αρκετές ανορθόδοξες, μη επιστημονικά τεκμηριωμένες δίαιτες απώλειας βάρους όπως η κετογονική, η Άτκινς, η Dukan, η Paleo και άλλες είναι πολύ χαμηλές σε υδατάνθρακες, και εκεί φαινομενικά στηρίζουν το αποτέλεσμά τους.
Στην πραγματικότητα, όμως, οι υδατάνθρακες μας παχαίνουν; Μας κάνουν τόσο κακό;
Όπως έχω αναφέρει και σε προηγούμενα κείμενα, ο μόνος παράγοντας από τον οποίο εξαρτάται η απώλεια βάρους είναι το ενεργειακό έλλειμμα. Δηλαδή, για την απώλεια βάρους αρκεί να τρώμε λιγότερες θερμίδες από αυτές που χρειαζόμαστε, ανεξαρτήτως σύστασης της διατροφής μας. Αντιστρόφως, για την πρόσληψη βάρους αρκεί να τρώμε περισσότερες θερμίδες από αυτές που χρειαζόμαστε. Συνεπώς, πρωτεύουσα σημασία για την απώλεια και πρόσληψη βάρους έχουν οι θερμίδες.
Όμως, δεν τρώμε μόνο ενέργεια, δηλαδή τα μακροθρεπτικά συστατικά λιπαρά, υδατάνθρακες και πρωτεΐνες, αλλά χρειαζόμαστε και τα μικροθρεπτικά συστατικά, δηλαδή τις βιταμίνες, τα μέταλλα και τα ιχνοστοιχεία. Επομένως, η διατροφή μας θα πρέπει να είναι πλήρης, και με ποικιλία τροφίμων και ομάδων τροφίμων, έτσι ώστε να λαμβάνουμε όλα τα θρεπτικά συστατικά που χρειάζεται το σώμα μας για τη βέλτιστη λειτουργία του. Οι πηγές αμύλου/υδατανθράκων (φρούτα, λαχανικά, γάλα και γιαούρτι, όσπρια, ψωμί, ρύζι, πατάτα, παξιμάδι, ζυμαρικά κ.α.) είναι πηγές φυτικών ινών και πληθώρας μικροθρεπτικών συστατικών, με τα φρούτα, τα λαχανικά, και τα όσπρια να είναι τρόφιμα αρκετά χορταστικά και θρεπτικά! Άρα, γιατί να τα βγάλουμε από τη διατροφή μας; Φυσικά, η υπερκατανάλωση ελευθέρων σακχάρων (γλυκά, αναψυκτικά, επιδόρπια, σιρόπια κ.α.) έχει αρνητική επίδραση στην υγεία, και θα πρέπει να περιορίζεται στο 5% των ημερήσιων θερμίδων που λαμβάνουμε.
Αναφορικά με την πρόσληψη βάρους, μια νέα μελέτη σε επίμυες έδειξε ότι υπό αυστηρά ελεγχόμενες συνθήκες και διατροφή, οι επίμυες αύξησαν το σωματικό λίπος τους μόνο όταν ακολουθούσαν διατροφή υψηλή σε λίπος, ενώ παρατηρήθηκαν αλλαγές στην εγκεφαλική δραστηριότητα, που σχετίζονται με την απόλαυση, τις λιγούρες και την εξάρτηση, με δράσεις όπως της ντοπαμίνης και της σεροτονίνης. Βέβαια, τα αποτελέσματα αυτά δεν μπορούν να μεταφραστούν στον άνθρωπο για διάφορους λόγους, συμπεριλαμβανομένων της διαφορετικής διατροφής, του γενετικού προφίλ, και λόγω του ότι η έρευνα δεν μεταφράζεται άμεσα από τα ζώα στον άνθρωπο. Αυτό όμως που μας δείχνει η έρευνα αυτή είναι ότι η αυξημένη κατανάλωση υδατανθράκων δεν επέφερε αύξηση του λιπώδους ιστού, όπως θα αναμενόταν από υποστηρικτές των διαιτών χαμηλών σε υδατάνθρακες.
Στον άνθρωπο, μια πολύ καλά σχεδιασμένη μελέτη είχε δείξει ότι είτε ακολουθούμε πρόγραμμα υποθερμιδικής διατροφής στα πρότυπα της κετογονικής δίαιτας, η οποία είναι πολύ χαμηλή σε υδατάνθρακες, είτε την τυπική Αμερικάνικη δίαιτα, χάνουμε την ίδια ποσότητα λίπους!
Μάλιστα, λαμβάνοντας υπόψιν μια πρόσφατη μελέτη σχετικά με τους υδατάνθρακες βλέπουμε ότι η μέτρια-φυσιολογική πρόσληψη υδατανθράκων, όχι μόνο είναι απαραίτητη για το σώμα μας, αλλά σχετίζεται και με τη μακροζωία. Συγκεκριμένα, μια πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι άτομα που ακολουθούν διατροφή με μέτρια κατανάλωση υδατανθράκων (50-55% των ημερήσιων θερμίδων) εμφανίζουν χαμηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας, σε σχέση με εκείνους που καταναλώνουν πολλούς (>70%) ή λίγους (<40%) υδατάνθρακες.
Συνοψίζοντας, για την απώλεια βάρους σημασία έχει η ενέργεια, δηλαδή οι θερμίδες που προσλαμβάνουμε. Κανένα τρόφιμο, από μόνο του δεν επιφέρει αύξηση στο σωματικό βάρος/λίπος, συμπεριλαμβανομένων των πηγών αμύλου. Παράλληλα, τα πρόσφατα κλινικά δεδομένα δείχνουν ότι είναι ευεργετική η μέτρια κατανάλωση υδατανθράκων, δηλαδή όταν περίπου οι μισές θερμίδες που λαμβάνουμε την ημέρα προέρχονται από υδατάνθρακες! Άλλωστε, και η Μεσογειακή Διατροφή, το πιο καλά μελετημένο πρότυπο διατροφής, το οποίο συστήνεται για την πρόληψη και αντιμετώπιση πληθώρας ασθενειών έχει στη βάση του τις πηγές αμύλου ολικής άλεσης.
Βιβλιογραφία
Dietary Fat, but Not Protein or Carbohydrate, Regulates Energy Intake and Causes Adiposity in Mice.
Dietary carbohydrate intake and mortality: a prospective cohort study and meta-analysis.
Πώς θα καταλάβουμε οτι κάποιος πάσχει από διατροφική διαταραχή από την εμφάνισή του;
Πώς θα καταλάβουμε ότι ένας άνθρωπος πασχει από διατροφική διαταραχή κοιτώντας τον;
ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟ ΚΑΤΑΛΑΒΟΥΜΕ!
Εχούμε ακούσει πολλές φορές τη φράση "είναι ανορεξικια" για αδύνατες κοπέλες, χωρίς να ξέρουμε τι πραγματικά σημαίνει νευρογενής ανορεξία, και αντιστρόφως βλέποντας ένα άτομο με φυσιολογικό ή και γυμνασμένο σώμα θεωρούμε ότι το άτομο αυτό δεν έχει κανένα θέμα με την εμφάνιση και τη διατροφή του.
Κι όμως, το σωμα και η εμφάνιση δεν αποτελούν στοιχείο διάγνωσης διατροφικής διαταραχής!
Στο γραφείο βλέπω πολλα ατομα με φυσιολογικό βάρος να παλευουν με την ανορεξία, τη βουλιμία ή την αδηφαγικη διαταραχή και ο περίγυρος τους να μην έχει καταλάβει τίποτα απολυτως, γιατί οι διατροφικές διαταραχές δεν αναγράφονται στο σώμα τους!
Για παραδειγμα, ένα άτομο που πληροί τα διαγνωστικά κριτηρια για την ανορεξία και έχει φυσιολογικό βάρος δεν σημαίνει οτι δεν έχει ανορέξια ακόμη και δεν χρειάζεται θεραπεία μέχρι να φτασει σε επικίνδυνα χαμηλό βάρος για τη ζωη του! Δηλαδή, η ανορεξία "δουλεύει" και ας μην υπάρχει η τυπική εικόνα της ανορεξίας που έχουμε μυαλό μας!
Μάλιστα, το γεγονός ότι δεν είμαστε σε θέση να "διαγνωσουμε" & να αποκλείσουμε μια διατροφική διαταραχή σε ένα άτομο είναι ένας από τους λόγους που επιμένουμε εμείς οι διαιτολόγοι (και οι ψυχολόγοι) στο να μην γίνονται σχόλια σχετικά με την εμφάνιση και τη διατροφή!
Για την αντιμετώπιση των διατροφικών διαταραχών χρειάζεται διεπιστημονική ομάδα ιατρών, ψυχολόγου & διαιτολόγου.