Επιστημονική τεκμηρίωση vs "επιστημονική τεκμηρίωση"
Οι επιστήμες βασίζονται στην παρατήρηση και τα πειράματα (έρευνα). Αυτά που σήμερα θερούμε κοινή λογική, αποτελούν ουσιαστικά τα συμπεράσματα μελετών και παρατηρήσεων. Χάρη στις επιστήμες ζούμε πολλά χρόνια, αντιμετωπίζουμε νόσους που παλαιότερα δεν ήταν ιάσιμες, και επικοινωννούμε άμεσα από κάθε γωνιά του κόσμου. Κι όμως, σήμερα παραμερίζουμε πολλά σημαντικά επιτεύγματα των επιστημών (πχ. τα εμβόλια, αλλά όχι τα κινητά), πιστεύουμε τις ψεύτικες ειδήσεις, και πρέπει να αναδιατυπώνουμε ακόμη και βασικές αρχές των επιστημών και της έρευνας, ώστε να ενημερωθεί σωστά το κοινό.
Παράλληλα, η έρευνα προχωρά, και γίνονται πολλές μελέτες ανά τον κόσμο, έτσι ώστε να μάθουμε καλύτερα τον κόσμο γύρω και μέσα μας. Η επιστημονική τεκμηρίωση θεωρείται σημαντική, όμως, στην πράξη το κοινό δεν έχει τα εργαλεία να αξιολογήσει την επιστημονική τεκμηρίωση που του παρέχεται. Αυτό είναι απολύτως (φυσιο)λογικό, καθώς δεν ασχολούμαστε όλοι με την έρευνα ή τον εκάστοτε κλάδο/επιστημη. Υπάρχουν χιλιάδες επιστημονικές μελέτες και δημοσιευμένα άρθρα, τα οποία πολλές φορές έχουν αντικρουόμενα αποτελέσματα, ενώ η μεθοδολογία της έρευνας επηρεάζει και την ποιότητά της. Άλλωστε, πολλές φορές διαβάζουμε άρθρα που ανακοινώνουν με βαρύγδουπους τίτλους τα νέα επιστημονικά δεδομένα που “αλλάζουν ο,τι ξέραμε”, χωρίς όμως να ισχύει κάτι τέτοιο, ειδικά στον κλάδο της διατροφής. Μάλιστα, για διάφορα επιστημονικά ερωτήματα μπορούμε να βρούμε και αντίθετες απαντήσεις! Θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν όλη την σχετική βιβλιογραφία και τις αδυναμίες των μελετών, έτσι ώστε να εξάγουμε σαφή, έγκυρα και ισχυρά συμπεράσματα! Άλλες φορές, το επιστημονικό ερώτημα δεν έχει μελετηθεί επαρκώς, και στην πράξη εφαρμόζεται μια κοινή συναίνεση (το λεγόμενο consensus). Άλλωστε, η επάρκεια του συνόλου των στοιχείων αποτελούν την επιστημονική απόδειξη/τεκμηρίωση.
Όλοι οι άνθρωποι έχουμε μέσα μας, λίγο εως πολύ, μια μεροληψία. Δεν είναι όλες οι μελέτες το ίδιο, και δεν μπορούμε πάντα να εξάγουμε συμπεράσματα αίτιου-αιτιατού (δηλαδή ότι το Α οδηγεί στο Β) ή να γενικεύσουμε τα αποτελέσματα. Επίσης, μελέτες σε ζωικά μποντέλα δεν μπορούν να “μεταφραστούν” στον άνθρωπο, αλλά μας δίνουν ένα έναυσμα. Ακόμα και οι μετα-αναλύσεις (οι -θεωρητικά- πιο αξιόπιστες αναλύσεις δεδομένων που λαμβάνουν υπόψιν δεδομένα πολλών μελέτών) μπορεί να έχουν σοβαρά προβλήματα μεθοδολογίας ή οι επιστήμονες να εξάγουν λανθασμένα συμπεράσματα, επηρεασμένοι από τη μεροληψία τους!
Γιατί μας νοιάζει αυτό;
Το κοινό μπορεί να παρασυρθεί πολύ εύκολα από επιτήδειους και ψευδοεπιστήμονες οι οποίοι χρησιμοποιούν συγκεκριμένες μελέτες, συχνά με πολλά μεθοδολογικά λάθη ή σε κύτταρα ή/και ζώα, αλλά όχι στον άθρωπο, έτσι ώστε να προωθήσουν την δική τους πεποίθηση. Δηλαδή, επιλέγουν συγκερκιμένες μελέτες, οι οποίες συμφωνούν με τα πιστεύω τους και ενισχύουν τους ισχυρισμούς τους, παραμερίζοντας την υπόλοιπη βιβλιογραφία, η οποία αναφέρει αντίθετα αποτελέσματα ή καμία συσχέτιση.
Λαμπρό παράδειγμα αποτελεί η αλκαλική διατροφή ως αντικαρκινική διατροφη. Οι υποστηρικτές αυτές της δίαιτας προωθούν ότι τα καρκινικά κύτταρα δεν μπορούν να ζήσουν σε αλκαλικο περιβάλλον, και μέσω αλκαλοποίησης του σώματος ο καρκίνος “πεθαίνει”. Τα καρκινικά κύτταρα (και κανένα άλλο κύτταρο) όντως δεν μπορούν να ζήσουν σε πολύ αλκαλικό περιβάλλον και περιβάλλονται από όξινο (μικρο)περιβάλλον, λόγω του διαφορετικού μεταβολισμού τους σε σχέση με τα υγιή κύτταρα. Σε δοκιμαστικό σωλήνα, τα καρκινικά κύτταρα θα πεθάνουν σε αλκαλικό περιβάλλον. Το σώμα μας όμως δεν είναι δοκιμαστικός σωλήνας, ενώ το αίμα έχει αλκαλικό pH, το οποίο παραμενει σε πολύ καλά ελεγχόμενα όρια 7,35-7,45. Αν αλλάξει έχουμε μεταβολική αλκάλωση ή οξέωση, και περαιτέρω κόμα και θάνατο. Το να καταρρίπτονται οι μύθοι και τέτοιου είδους ισχυρισμοί είναι σημαντικό, καθώς θέτουν σε κίνδυνο την δημόσια υγεία, και την υγεία ευάλωτων ομάδων, όπως οι ασθενείς χρόνιων νόσων! Παραδείγματα αποτελούν και άλλες διατροφές που συστήνονται ως “θεραπείες” ή το αντιεμβολιακό κίνημα. Το κίνημα αυτό ξεκίνησε με την “επιστημονική” δημοσίευση ενός (πρώην) ιατρού, η οποία πέρα από έλλειψη επίσημων διαγνώσεων, δεν είχε στατιστική ανάλυση (η οποία είναι απαραίτητη) καθώς ήταν σειρά από περιστατικά, και όχι μελέτη. Και ενώ από τέτοιου είδους παρατηρήσεις δεν μπορούμε να εξάγουμε ούτε συσχέτιση, ούτε σχέση αίτιου-αιτιατού, ο εν λόγω ιατρός προώθησε και έπεισε ότι το εμβόλιο MMR “προκαλεί” αυτισμό. Καμία μελέτη δεν έχει δείξει συσχέτιση μεταξύ MMR και αυτισμού, και όμως λόγω της αναπαραγωγής των ισχυρισμών αυτών έχουμε καταλήξει σε επικίνδυνη μείωση των εμβολιασμών, επανεμφάνιση της ιλαρά και θανάτων εξαιτίας της νόσου!
Ακόμη, πολλές φορές βλεπουμε και βιβλία να προωθούνται για επιστημονική τεκμηρίωση. Όμως, τα βιβλία δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό αυτό. Καθένας μπορεί να γράψει βιβλίο και να παρουσιάσει τις πεποιθήσεις του, χωρίς να σημαίνει ότι τα λεγόμενα αυτά είναι επιστημονικώς τεκμηριωμένα, ακόμη και αν γίνεται αναφορά σε μελέτες!
Τέλος, πολλές φορές ακούμε και “μαρτυρίες” ατόμων, για τα οποία μια πρακτική ή “θεραπεία” λειτούργησε. Σε αυτή την περίπτωση, έχουμε ανεπίσημο στοιχείο (anecdotal evidence), το οποίο δεν μπορεί να σταθεί ως τεκμηρίωση, και το παρατηρούμενο φαινόμενο (πχ. θεραπεία από σπάνια νόσο) μπορεί να είναι απάτη, όπως έχουμε δει πολλές φορές με δυσάρεστη κατάληξη, ή το φαινόμενο να οφείλεται στην φαρμακευτική αγωγή και όχι στη συμπληρωματική θεραπεία.
Συμπερασματικά, η επιστημονική τεκμηρίωση που προωθούν ορισμένοι, δεν είναι επιστημοπνική τεκμηρίωση, αλλά επιλογή μελετών που συμβαδιζουν με τις απόψεις τους, γεγονός επικίνδυνο για την υγεία μας. Η επιστήμη δεν βασίζεται, άλλωστε, σε απόψεις, αλλά σε δεδομένα.
Βιταμίνη D & νόσος COVID 19
Πολλές έρευνες που δημοσιευονται το τελευταίο διάστημα αφορούν τον ιό SARS-Cov-2019 και τη νόσο COVID-19.
Πέρα από τις μελέτες για τα φάρμακα και το εμβόλιο, έχουν δημοσιευτεί και άλλες που αφορούν τη διατροφή, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη βιταμίνη D, για την οποία το ενδιαφέρον είναι αυξημένο στην επιστημονκή κοινοτητα εδώ και λίγα χρόνια.
Μπορούμε να ενισχύσουμε το ανοσοποιητικό μας με τη διατροφή;
Η βιταμίνη D, η λεγόμενη βιταμίνη του ήλιου, είναι μια λιποδιαλυτή βιταμίνη, η οποία ενεργοποιείται με την έκθεση στον ήλιο. Οι δράσεις της βιταμίνης D είναι πολλές.
Ο ρόλος της βιταμίνης D στο σώμα μας είναι η απορρόφηση και ομοιόσταση του ασβεστίου, η απορρόφηση του φωσφόρου και η διατήρηση της υγείας των οστών και των δοντιών, η υποστήριξη του ανοσοποιητικού συστήματος, ενώ παίζει ρόλο και στην κυτταρική ανάπτυξη.
Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, όλο και αυξάνεται η βιβλιογραφία που υποστηρίζει την ευεργετική της δράση στην πρόληψη και θεραπεία ασθενειών, όπως διάφοροι τύποι καρκίνου, καρδιαγγειακά νοσήματα, υπέρταση, διαβήτη τύπου 1 και 2, ρευματοειδή αρθρίτιδα και η σκλήρυνση κατά πλάκας.
Μάλιστα, έρευνες δείχνουν ότι η βιταμίνη D μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο για διαβήτη τύπου 2, μέσω της δράσης της στη ρύθμιση της έκκρισης ινσουλίνης και της ανοχής στη γλυκόζη. Αναφορικά με την πρόληψη του καρκίνου, φαίνεται ότι η βιταμίνη D παίζει σημαντικό ρόλο στην κυτταρική ανάπτυξη και την επικοινωνία μεταξύ των κυττάρων.
Η βιταμίνη D φαίνεται να επηρεάζει πληθώρα ανθρώπινων γονιδίων, των οποίων η έκφραση επηρεάζεται με την έλλειψη της βιταμίνης. H έλλειψη της βιταμίνης μπορεί να οδηγήσει σε ραχίτιδα στα παιδιά, οστεομαλακία και οστεοπόρωση σε ενήλικες.
Πηγές βιταμίνης D (πέρα από την έκθεση στον ήλιο) αποτελούν το μουρουνέλαιο, τα λιπαρά ψάρια (πχ. σολομός), ο κρόκος του αυγού, το συκώτι, τα μανιτάρια (που τα εχουμε αφησει στον ήλιο) και τα εμπλουτισμένα τρόφιμα, καθώς φυσικά και τα συμπληρώματα διατροφής!
Η έλλειψη της βιταμίνης D (επίπεδα κάτω από 30 nmol/L) παρατηρείται συχνά παγκοσμίως, και στη χώρα μας.
Αναφoρικά με τη νόσο COVID-19, λόγω της μεγάλης σημασίας της κατάστασης θρέψης και της σημαντικότητας της βιταμίνης D για το ανοσοποιητικό σύστημα, πολλοί συνέστησαν την συμπληρωματική αγωγή με βιταμίνη D για πρόληψη και αντιμετώπιση της νόσου.
Τι λέει όμως η έρευνα;
Σε πρόσφατη έρευνα/αναφορά (report) που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό BMJ Nutrition, Prevention & Health, η επιστημονική ομάδα αναφέρει ότι η βιταμίνη D είναι μεν θρεπτικό συστατικό που είναι απαραίτητο για τον άνθρωπο, την υγεία και το ανοσοποιητικό, όμως θα πρέπει να τονιστεί ότι τα επαρκή επίπεδα θα πρέπει να αποτελούν στόχο για την καλή κατάσταση θρέψης ως σύνολο.
Μετα-ανάλυση έδειξε οτι συμπληρωματική αγωγή σε άτομα με χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D μείωσε τον κίνδυνο για οξείες αναπνευστικές νόσους, όμως οι έρευνες είναι ετερογενείς, με αποτέλεσμα τα συμπεράσματα να μην είναι ισχυρά.
Συγκεκριμένα για τη νόσο COVID-19, η επιστημονική ομάδα του report αναφέρει ότι οι περισσότερες συστάσεις βασίζονται σε υποθέσεις βασισμένες στις λειτουργίες της βιταμίνης D, καθώς και σε 2 μελέτες, μια σε ποντίκια και κυτταρικές σειρές για τη νόσο των πτηνών H5N1, και μια άλλη σχετικά με τη βιταμίνη D και τις ιογενείς νόσους. Οι επιστήμονες αναφέρουν οτι δεν συστήνεται η χρήση μεγαδόσεων βιταμίνης D ανω των 4000 IU την ημέρα, εκτός και αν έχει συσταθεί από τον θεράπων ιατρο.
Οι έρευνες που αυτή τη στιγμή γίνονται και μελετούν τη βιταμίνη D για τον SARS-Cov-2 και την COVID-19 θα μας δώσουν περισσότερες πληροφορίες.
Συνεπώς, ναι μεν η επάρκεια σε βιταμίνη D είναι σημαντική για την υγεία, αλλά δεν έχουμε δεδομένα αναφορικά με την δράση της στην πρόληψη και αντιμετώπιση της νόσου COVID-19. Ειδικά λόγω καραντίνας και περιορισμού των μετακινήσεων, υπάρχει αυξημένη πιθανότητα για έλλειψη βιταμίνης D. Σε περίπτωση έλλειψης, φυσικά, απαραίτητη κρίνεται η συμπληρωματική αγωγή.
Πηγές
Vitamin D Fact Sheet for Health Professionals
Clinical Value of Nutritional Status in Cancer: What is its Impact and how it Affects Disease Progression and Prognosis?
Mantzorou M, Koutelidakis A, Theocharis S, Giaginis C. Clinical Value of Nutritional Status in Cancer: What is its Impact and how it Affects Disease Progression and Prognosis? Nutrition and cancer. 2017;69(8):1151-76. doi: 10.1080/01635581.2017.1367947
Η υπορεψία (κακή κατάσταση θρέψης) αναδεικνύεται ως μια διαδεδομένη παρατήρηση σε ασθενείς με καρκίνο, η οποία μπορεί να έχει επιπτώσεις στην εξέλιξη της νόσου και την επιβίωση των ασθενών.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα, ο Προγνωστικός Διατροφικός Δείκτης (PNI) βρέθηκε ως ένας σημαντικός ανεξάρτητος προγνωστικός παράγοντας για την επιβίωση των ασθενών. Τα προ-εγχειρητικά επίπεδα αλβουμίνης επίσης συνδέθηκαν με δυσμενή αποτελέσματα, καθώς αποτέλεσε ανεξάρτητο προγνωστικό παράγοντα επιβίωσης σε αρκετές μελέτες. Ο Δείκτης Μάζας Σώματος ήταν επίσης εκτενώς μελετημένος, με διαφορετικά αποτελέσματα. Αν και ο χαμηλότερος ΔΜΣ εντοπίστηκε ως ανεξάρτητος προγνωστικός παράγοντας μικρότερης επιβίωσης σε ορισμένες μελέτες, σε άλλες παρατηρήθηκε ότι δεν επηρεάζει την επιβίωση.
Ενόψει των παραπάνω, η ανασκόπηση αυτή αποδίδει έμφαση στον σημαντικό προγνωστικό ρόλο της κατάστασης θρέψης στην πορεία της νόσου και την επιβίωση ασθενών με καρκίνο.
Επιπλέον, απαιτούνται προοπτικές μελέτες υψηλής ποιότητας, προκειμένου να συναχθούν ακριβή συμπεράσματα σχετικά με τον προγνωστικό ρόλο συγκεκριμένων διατροφικών εργαλείων αξιολόγησης και βιοχημικών δεικτών που σχετίζονται με τη διατροφική κατάσταση σε περισσότερους τύπους καρκίνου, όπως ο καρκίνος του ήπατος, του μαστού και του προστάτη, καθώς και σε αιματολογικές κακοήθειες.
Christian Orthodox Fasting as a Traditional Diet with Low Content of Refined Carbohydrates That Promotes Human Health: A Review of the Current Clinical Evidence
Giaginis, Constantinos, Maria Mantzorou, Sousana K. Papadopoulou, Maria Gialeli, Andreas Y. Troumbis, and Georgios K. Vasios. 2023. "Christian Orthodox Fasting as a Traditional Diet with Low Content of Refined Carbohydrates That Promotes Human Health: A Review of the Current Clinical Evidence" Nutrients 15, no. 5: 1225. https://doi.org/10.3390/nu15051225
Introduction: Christian Orthodox fasting is a pattern high in complex carbohydrates and low in refined carbohydrates. It has been explored in association with its potential health benefits. The present review aims to comprehensively explore the existing available clinical data concerning the potential favorable impact of the dietary pattern of Christian Orthodox fasting on human health. Methods: PubMed database, Web of Science and Google Scholar were extensively searched in order to identify the more appropriate clinical studies that explore the effect of Christian Orthodox fasting on health-related outcomes in humans utilizing relative keywords. We initially retrieved 121 records through database searching. After applying several exclusion criteria, 17 clinical studies were finally included in this review study. Discussion: Christian Orthodox fasting showed beneficial effects concerning glucose and lipid control, whereas the data for blood pressure remain inconclusive. Concerning weight control, fasters were characterized by lower body mass and lower caloric intake in the course of the fasting periods. During fasting, this pattern is higher in fruits and vegetables, showing the absence of dietary deficiencies for iron and folate. Nevertheless, dietary deficiencies were recorded for calcium and vitamin B2, and also hypovitaminosis D has been noticed in monks. Interestingly, the vast majority of monks do present with both good quality of life and mental health. Conclusions: Overall, Christian Orthodox fasting is a dietary pattern low in refined carbohydrates and high in complex carbohydrates and fiber that may be beneficial for human health promotion and chronic disease prevention. However, further studies are strongly recommended on the impact of long-term religious fasting on HDL cholesterol levels and blood pressure.
Η Χριστιανική Ορθόδοξη νηστεία ως παραδοσιακή διατροφή με χαμηλή περιεκτικότητα σε επεξεργασμένους υδατάνθρακες που προάγει την ανθρώπινη υγεία: Μια ανασκόπηση των τρεχουσών κλινικών μελετών
Η χριστιανική ορθόδοξη νηστεία είναι ένα πρότυπο με υψηλή περιεκτικότητα σε σύνθετους υδατάνθρακες και χαμηλή σε επεξεργασμένους υδατάνθρακες. Έχει διερευνηθεί σε συνδυασμό με τα πιθανά οφέλη για την υγεία. Η παρούσα ανασκόπηση στοχεύει να διερευνήσει διεξοδικά τα υπάρχοντα διαθέσιμα κλινικά δεδομένα σχετικά με την πιθανή ευνοϊκή επίδραση του διατροφικού προτύπου της Χριστιανικής Ορθόδοξης νηστείας στην ανθρώπινη υγεία.
Η βάση δεδομένων PubMed, το Web of Science και το Google Scholar αναζητήθηκαν εκτενώς προκειμένου να εντοπιστούν οι καταλληλότερες κλινικές μελέτες που διερευνούν την επίδραση της χριστιανικής ορθόδοξης νηστείας σε αποτελέσματα που σχετίζονται με την υγεία σε ανθρώπους χρησιμοποιώντας σχετικές λέξεις-κλειδιά. Αρχικά ανακτήσαμε 121 εγγραφές μέσω αναζήτησης στη βάση δεδομένων. Μετά την εφαρμογή πολλών κριτηρίων αποκλεισμού, 17 κλινικές μελέτες συμπεριλήφθηκαν τελικά σε αυτή τη μελέτη ανασκόπησης.
Η χριστιανική ορθόδοξη νηστεία έδειξε ευεργετικά αποτελέσματα όσον αφορά τον έλεγχο της γλυκόζης και των λιπιδίων, ενώ τα δεδομένα για την αρτηριακή πίεση παραμένουν ασαφή. Όσον αφορά τον έλεγχο του βάρους, οι νηστευτές χαρακτηρίζονταν από χαμηλότερη μάζα σώματος και χαμηλότερη θερμιδική πρόσληψη κατά τη διάρκεια των περιόδων νηστείας. Κατά τη διάρκεια της νηστείας, αυτό το πρότυπο είναι υψηλότερο στα φρούτα και τα λαχανικά, δείχνοντας την απουσία διατροφικών ελλείψεων σε σίδηρο και φυλλικό οξύ. Ωστόσο, καταγράφηκαν διατροφικές ελλείψεις για το ασβέστιο και τη βιταμίνη Β2, ενώ παρατηρήθηκε και υποβιταμίνωση D σε μοναχούς. Είναι ενδιαφέρον ότι η συντριπτική πλειονότητα των μοναχών παρουσιάζει τόσο καλή ποιότητα ζωής όσο και ψυχική υγεία.
Συνολικά, η χριστιανική ορθόδοξη νηστεία είναι ένα διατροφικό πρότυπο χαμηλής περιεκτικότητας σε επεξεργασμένους υδατάνθρακες και υψηλής περιεκτικότητας σε σύνθετους υδατάνθρακες και φυτικές ίνες που μπορεί να είναι ευεργετικό για την προαγωγή της ανθρώπινης υγείας και την πρόληψη χρόνιων ασθενειών. Ωστόσο, συνιστώνται περαιτέρω μελέτες σχετικά με τον αντίκτυπο της μακροχρόνιας θρησκευτικής νηστείας στα επίπεδα της HDL χοληστερόλης και της αρτηριακής πίεσης.
Το άρθρο είναι ελεύθερο προς ανάγνωση στη σελίδα του επιστημονικού περιοδικού εδώ. Τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στους συγγραφείς.